«Υπάρχει ακόμη ανθρωπιά και άτομα που πιστεύουν σε αυτήν και στους αγώνες για μια καλύτερη ζωή». Αυτό είδε στην προσωπικότητα του Γιάννη Θεοδωράκη ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Αντώνης Διαμαντής και αποφάσισαν με τον αδερφό του Στέλιο να δημιουργήσουν το ντοκιμαντέρ “Γιάννης Θεοδωράκης: Ναι… μπορούμε και πάλι να ελπίζουμε”.
Με αφορμή την παρουσίαση της επανέκδοσης της ποιητικής συλλογής “Λιποτάκτες” στο φεστιβάλ βιβλίου Χανίων το Σάββατο 24 Ιουνίου και την παρουσία του Αντώνη Διαμαντή σε αυτήν, οι “διαδρομές” συναντούν τον καλλιτέχνη και ανοίγουν μαζί του κουβέντα για τον Γιάννη Θεοδωράκη, για την σπουδαία αλλά ταπεινή προσωπικότητα που ίσως δεν απέκτησε τη θέση που του ‘πρεπε, για το δύσκολο είδος του ντοκιμαντέρ αλλά και την σχέση του κοινού με την αλήθεια που φαίνεται πως έχει πια διαρρηχθεί.
-Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με το ντοκιμαντέρ; Γιατί πρόκειται για το πρώτο σας εγχείρημα στο είδος αυτό και μάλιστα για μια σπουδαία προσωπικότητα, τον Γιάννη Θεοδωράκη.
Η δική μου καλλιτεχνική πορεία είναι συνδεδεμένη με το θέατρο και δεν σχεδίαζα να ασχοληθώ με το κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ, αν και η επαφή μου με το ντοκουμέντο και τα πραγματικά γεγονότα είναι διαρκής. Ο δίδυμος αδερφός μου όμως, Στέλιος Διαμαντής, αποφάσισε από μόνος του να ασχοληθεί με τον Γιάννη Θεοδωράκη καθώς παρατήρησε ότι υπήρχε μικρό υλικό καταγεγραμμένο για τη ζωή και πορεία του. Έτσι ο αδερφός μου, ο οποίος δεν είναι του καλλιτεχνικού χώρου αλλά ακτιβιστής που πιστεύει ακράδαντα στην συμμετοχικότητα, ξεκίνησε να συγκεντρώνει υλικό για να κάνει ένα αφιέρωμα στον Γιάννη Θεοδωράκη και να αναρτηθεί στο διαδικτυακό του κανάλι. Στη συνέχεια, είδε ότι υπήρχε ένας ενδιαφέρων όγκος πληροφοριών και σκέφτηκε να γίνει ντοκιμαντέρ. Μού πρότεινε να συνεργαστούμε και να πάρουμε ουσιαστικά το ρίσκο να φτιάξουμε “μόνοι μας” αυτό το φιλμ και ξεκινήσαμε έρευνα η οποία διήρκησε αρκετούς μήνες. Τα γυρίσματα έγιναν στην Αθήνα, καθώς εκεί βρίσκονται τα πρόσωπα που μας μίλησαν για τον Γιάννη Θεοδωράκη.
-Με αφορμή το φιλμ λοιπόν ήρθε κι η “γνωριμία” με το έργο του Γιάννη Θεοδωράκη…
Όταν ξεκινήσαμε αυτήν την προσπάθεια, δεν πίστευα ότι θα μάθουμε τόσο σημαντικά πράγματα για τη ζωή και το έργο αυτού του σπουδαίου ανθρώπου. Είχε δύο δράσεις, με την πιο γνωστή στο ευρύ κοινό να είναι αυτή του δημοσιογράφου. Η δεύτερή του αγάπη ήταν η ποίηση, η οποία μάλιστα για καιρό αποτελούσε κρυφό μέρος της ζωής του καθώς όπως μας αποκαλύπτει στο ντοκιμαντέρ η κόρη του Άννα δεν ήξεραν ούτε τα ίδια του τα παιδιά ότι έγραφε ποίηση και το έμαθε όταν έπεσε στα χέρια της η ποιητική συλλογή “Λιποτάκτες”. Μιλάμε για έναν πολύ χαμηλών τόνων άνθρωπο, μακριά από τα “δήθεν”, αγωνιστή.
-Τι δείχνει το ντοκιμαντέρ;
Το ντοκιμαντέρ προβάλλει τη ζωή του Γιάννη Θεοδωράκη από τη γέννησή του μέχρι και τον θάνατό του. Επικεντρώνεται κυρίως στη δημοσιογραφική του δράση και ποιητική του δημιουργία, ενώ αφηγούνται ιστορίες και βιώματα τα παιδιά του αλλά μιλάνε και συνάδελφοί του για τη δυνατή του πένα που τον ξεχώριζε και παράλληλα βλέπουμε ανέκδοτα στιγμιότυπα της ζωής του Γιάννη. Πρόκειται για ένα ψηφιδωτό που μέσα σε 60 λεπτά προσπαθεί να φωτίσει την προσωπικότητα αυτού του ανθρώπου.
-Ως τίτλο του ντοκιμαντέρ έχετε βάλει την φράση που είπε σε τελευταίο του κείμενο από το κρεβάτι του πόνου στον Ριζοσπάστη. “Ναι… Μπορούμε και πάλι να ελπίζουμε”. Τι σημαίνει αυτό για εσάς;
Η φράση αυτή σηματοδοτεί την αγάπη που είχε αυτός ο άνθρωπος για τη συνέχιση της ίδιας της ζωής. Ο τίτλος αυτός αποτελεί μια αχτίδα ελπίδας και εμψύχωσης εν μέσω χαλεπών καιρών. Μετά από βαθύ προβληματισμό, επιλέξαμε αυτήν την αποχαιρετιστήρια για αυτόν φράση – βιολογικά δηλαδή γιατί πνευματικά δεν μας αποχαιρέτησε ποτέ – καθώς “έφυγε” με ένα ελπιδοφόρο μήνυμα, κάνοντάς μας ουσιαστικά ένα δώρο. Έτσι λοιπόν και εμείς, μετά από συνεχείς ήττες μπορούμε να βρούμε τη δύναμη να ξανασηκωθούμε. Αυτό μας λέει ο Γιάννης… Εξάλλου ενώ η τέχνη αγαπά την αλήθεια, λίγες φορές παίρνουμε μηνύματα εμψύχωσης και αισιοδοξίας πια. Η “συνάντησή” μου με τον Γιάννη Θεοδωράκη μου θύμισε τον πατέρα μου· έναν αγωνιστή που εξορίστηκε δυο φορές και ποτέ δεν βλαστήμησε την κακοτυχία του, αλλά έζησε μια αξιοπρεπή ζωή δίχως να εκμεταλλευτεί ούτε έναν κόκκο από τον αγώνα που έδωσε. Για αυτό και στο τέλος του φιλμ υπάρχει αντίστοιχη αφιέρωση στη μνήμη των γονέων μας, Γιάννη και Σοφίας.
-Μουσική και ποίηση βαδίζανε πλάι-πλάι για τον ίδιο, όπως και τα δύο αδέρφια, με τον Γιάννη Θεοδωράκη όμως να θεωρείται ότι βρισκόταν συχνά υπό την σκιά του Μίκη Θεοδωράκη. Εδώ στην Κρήτη όμως ίσχυε κάτι τέτοιο; Η “όμορφη πόλη” έγινε και δικιά του;
Οι Γιάννης και Μίκης Θεοδωράκης κουβαλούσαν την Κρήτη μέσα τους. Ιδίως για τον Γιάννη, που επέστρεφε συχνά στον Γαλατά, ήταν η ρίζα του που τον οδηγούσε πάντα ώστε να είναι βαθιά Άνθρωπος και δημοκράτης. Δεν βρισκόταν υπό την σκιά του αδερφού του στα χώματά του κι η κρητική γη αποτέλεσε για αυτόν, όπως ακούγεται από τα παιδιά του στο φιλμ, έναν τρόπο ζωής και σκέψης. Κάποια στιγμή μάλιστα, η Μάρω αναφέρει πως όταν έφτασε με το αεροπλάνο στα Χανιά, έσκυψε και φίλησε τη γη. Δεν είναι τυχαίο επίσης που το “Χάθηκα” το γράφει όταν περιπλανιέται στην παλιά πόλη των Χανίων, όπως και την “Όμορφη πόλη” με το μυαλό του στα Χανιά, τη δική του όμορφη πόλη που τον μάγευε. Οι “Λιποτάκτες” που συμβολίζουν την απόδραση ενός ανθρώπου προς μία καλύτερη κι ανώτερη ζωή, είναι η προσπάθειά του για να μας μεταφέρει το μήνυμα ότι θα πάμε κάπου καλύτερα μέσα από τους διαρκείς αγώνες και τη δράση μας. Τον παρομοιάζω συχνά με τον σπουδαίο Νίκο Καζαντζάκη, με τον ιδιαίτερο ρόλο της σιωπής, τη σχέση με τη φύση, τους ανθρώπους και την κρητική γη. Ελπίζουμε λοιπόν ότι αυτό το φιλμ θα του δώσει τη θέση που του αρμόζει σε όλους τους τομείς, γιατί ομολογώ πως με απασχόλησε το εξής ερώτημα: Μέσα σε μια οικογένεια μπορούν να είναι δύο μεγάλοι δημιουργοί; Η ιστορία λέει όχι, αλλά σε αυτήν την περίπτωση μάλλον δεν ισχύει.
-Το ντοκιμαντέρ βρίσκεται μεταξύ μύθου κι αλήθειας. Έχει βρει τη θέση του στην Ελλάδα;
Αρχικά, μπορώ να πω με σιγουριά πως είναι ένα δύσκολο πεδίο. Το ντοκιμαντέρ πραγματεύεται την αλήθεια και στη σημερινή ζωή ο όρος έχει καταντήσει δύσκολος και πρέπει να “σκάψουμε” αρκετά για να τη βρούμε. Το ντοκιμαντέρ ενοχλεί και σε αντίθεση με τις κινηματογραφικές ταινίες, πασχίζει το είδος να φτάσει στο κοινό. Θεωρώ ότι οι άνθρωποι δεν έχουν πίστη στην έρευνα και στην αλήθεια, νομίζουν την κατέχουν ήδη. Δεν υπάρχει πια διαχωριστική γραμμή αλήθειας – μύθου. Ένας ντοκιμαντερίστας που εκτιμώ βαθιά και με έχει βοηθήσει, ο Σταύρος Ψυλλάκης, καταπιάνεται με κοινωνικά θέματα τα οποία είναι δύσκολα ίσως στη θέαση. Το ντοκιμαντέρ τις περισσότερες φορές δεν έχει μέσα του την ψυχαγωγία, αλλά αγγίζει άλλα πράγματα για αυτό και πιστεύω είναι απαραίτητη η συνέχεια αυτής της παραγωγής από καλλιτέχνες με τέτοιες ποιότητες και ευαισθησίες, ενώ μιλάμε και για αξιόλογες προσπάθειες. Η ανθρωπιά τους μας θυμίζει μιαν έννοια που έχουμε πια ξεχάσει… Αυτό είναι το ντοκιμαντέρ, μας υπενθυμίζει αυτό το απλό και σπουδαίο συνάμα πράγμα και πρέπει να στηρίζεται από τους ανθρώπους και την πολιτεία.
-Το φιλμ είναι δική σας παραγωγής και δεν έλαβε κάποια χορηγία ή χρηματοδότηση. Χτυπήσατε κάποιες πόρτες και δεν άνοιξαν;
Το ντοκιμαντέρ αναμένεται να βγει στο φως στο φεστιβάλ κινηματογράφου Χανίων τον Οκτώβριο, σε μιας συμβολικής σημασίας πρώτη προβολή λόγω της γενέτειρας των Θεοδωράκηδων. Η αλήθεια είναι πως δεν “χτυπήσαμε” εμείς οι ίδιοι κάποιες πόρτες. Δεν ξέραμε κιόλας αλλά επιλέξαμε συνειδητά να μείνει ως ανεξάρτητη παραγωγή, χωρίς περιορισμούς και συγκεκριμένες κατευθύνσεις, παρά τα όποια προβλήματα. Θέλουμε όμως να το παρακολουθήσει όσο το δυνατόν περισσότερος κόσμος και να καταλάβει μέσα από την προσωπικότητα του Γιάννη Θεοδωράκη ότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι οι οποίοι πιστεύουν στην ανθρωπιά και στους αγώνες. Πρέπει να ευχαριστήσουμε την οικογένεια του Γιάννη Θεοδωράκη αλλά και τους πολλούς ανθρώπους που έβαλαν το λιθαράκι τους στη δημιουργία αυτού του φιλμ.