Τίποτε στην Κρήτη δεν είναι πιο αυθόρµητο και γνήσιο από τις µικροϊστορίες, τις µνήµες και τις ρήσεις σοφίας. Όλα απόρροια µιας πολυποίκιλης και δύσκολης ζωής. Είναι στο DNA των Κρητικών να εκφράζονται µε τον ιδιαίτερο δικό τους τρόπο.
-Σηµειώσεις Κυρα-Λίνας, 2024
…ΚΑΤΑΧΩΝΙΑΣΜΕΝΟ σ’ ένα παλιό µπαούλο στο χωριό, αναπαυόταν για χρόνια το σηµειωµατάρι της Κυρα-Λίνας, µισοπόντιας, µισοκρητικιάς. ∆εν θυµάµαι πότε τη γνώρισα. Όµως, νά’τη που φτάνει στη µνήµη µου χαµογελαστή, ευπροσήγορη, πάντα αισιόδοξη. Παρά τα χρόνια και τα βάσανά της, ήταν απόλαυση η συντροφιά της. Χωρίς πολλές περγαµηνές (είχε τελειώσει το µισό δηµοτικό), µιλούσε απλά και εκφραζόταν καλύτερα από πολλούς “γραµµατιζούµενους”. Στον σπάνια ελεύθερο χρόνο της διάβαζε τα “χοντρά” των εφηµερίδων. Τις περισσότερες φορές την έβλεπα να σκύβει ευλαβικά, υποµονετικά, πάνω στις γραµµές του σηµειωµαταρίου της- αγορασµένου επί τούτου από µένα- για να µάθει γραφή!
ΜΙΑ ΖΩΗ, η Κυρά-Λίνα πίστευε πως, ερχόµαστε στη γη µε στόµα, µάτια, αυτιά, πόδια και χέρια, γιατί όλοι έχουµε να πούµε κάτι· το τραγούδι, η ποίηση, ο χορός, η ζωγραφική, η µουσική, η γραφή είναι π ο ι ή µ α τ α τ’ ανθρώπινου νου τού τώρα, φτιαγµένα για το έπειτα. Κι αυτό ήθελε κι η ίδια… Μου θύµιζε την πόντια µάνα µου (περιπλανώµενη πρόσφυγας µια ζωή), που κι εκείνη αγράµµατη, ίδρωνε και ξεϊδρωνε, µέχρι να ολοκληρώσει ένα α ή έν κ , ώστε να µπορεί-υπογράφοντας µε τ’ όνοµά της- να παίρνει µε αξιοπρέπεια τη µικρή σύνταξή της.
Η ΚΥΡΑ-ΛΙΝΑ λαχταρούσε να διασώσει κάτι παλιές ιστορίες, µερικές µαντινάδες της µάνας της και κάποιες στρωτές κουβέντες της παρέας της. Εκείνα τα “ορνιθοσκαλίσµατά” της σήµερα αποτελούν συµπυκνωµένη σοφία. Η προσοχή της συγκεντρωνόταν στις ευθείες γραµµές του τετραδίου, µη πέσει κανα γράµµα κάτω- όπως έλεγε. Με το µικρό παλιό µελανοµολύβι που κρατούσε σφιχτά στα δάκτυλά της έγραφε…, έγραφε! Τό’ βαζε καµιά φορά στο στόµα της, το σάλιωνε, επειδή τα γράµµατα δεν καλοφαίνονταν. Και µπορεί τώρα τα φύλλα του σηµειωµαταρίου της να έχουν κιτρινίσει και ξεφτίσει, όµως τα γραφόµενά της αποτελούν µικρή περίληψη µιας δυνατής ζωής.
Σκόρπιες, αποσπασµατικές κι επιλεγµένες οι σκεψεις της στο κείµενό µας:
“Αν θέλεις να ξορκίσεις τα γηρατειά, δούλευε και µετά τη σύνταξη. Όσο αντέχεις! Η δουλειά σε κάνει να ξεχνάς χρόνους, πόνους και στενοχώριες”. (Επίκαιρη κουβέντα, για όσους τρέµουν, σκεπτόµενοι το κ ε ν ό του µέλλοντός τους. Από νωρίς, λοιπον, οι εναλλακτικές για τα ύστερα χρόνια µας, τα συνταξιουχικά. Καθησιό, κουτσοµπολιό και καφενείο δεν γεµίζουν καµιά ζωή.)
“Με τη Μεταπολίτευση, άλλαξαν όλα… Πιο παλιά, στα µικράτα µας, οι γιορτές, ειδικά των Χριστουγέννων, είχαν µια ευλάβεια, µια προσµονή… Ξεκινούσαν από την Παραµονή της Γέννησης (∆ωδεκαήµερο) κι όλα στο σπίτι, µε τις γιορταστικές οσµές των γλυκών, τα κρεµασµένα σφαχτά, τα ξωτικά των ηµερών, τα αχνιστά βραστά, το κλαδί του δέντρου για στόλισµα, τα φανταχτερά πολυχρησιµοποιηµένα στολίδια, τα ταπεινά δώρα, οι κατανυκτικές λειτουργίες…, όλα πρόσφεραν µια µαγεία στα µάτια µας…” (Πράγµατι, όσο περνούν τα χρόνια τόσο κι αποµακρυνόµαστε από το πραγµατικό νόηµα των Χριστουγέννων. Η προσµονή της µαγείας των ηµερών ξέφτισε, η αγάπη για τους άλλους έγινε ερανική ή εθελοντική “προσφορά”, η ταπείνωση µπροστά στο θείο εξαφανίστηκε, η κατάνυξη είναι µόνο για µερικούς πιστούς, τα µικρά µα ουσιαστικά δώρα του άλλοτε έγιναν τυποποιηµένα και ογκώδη “περιτυλίγµατα”. Όσο για τις ευχές µας, κατάντησαν ρουτιινιάρικες. Όλα χάθηκαν µπροστά στη λαίλαπα της εµπορευµατοποίησης, µε “την τεχνητή χαρά” των Santa και τους αρίφνητους “χοντροµπαλάδες Αη-Βασίληδες”. Και όλο και περισσότερο θέλουµε αυτές τις γιορτές νωρίτερα, επιβεβαιώνοντας έτσι το µεγάλο κενό που φώλιασε στις ψυχές µας. Τί µήνυµα, άραγε, εκπέµπει η φανταχτερή “λάµψη” των βιτρινών και των φωτεινών στολιδιών στους δρόµους, πλην του… φωτισµού του συνήθη σκοταδιού γύρω µας; Ποιο το νόηµα να ψηλώνουµε κάθε χρόνο το δέντρο των Χριστουγέννων και να χαµηλώνουµε την ανθρώπινη ύπαρξη µε πολέµους, µετατοπίσεις αών, φτώχειες, καταστροφές; Ό,τι όµως διώχνουµε βίαια σήµερα από τη ζωή, δυστυχώς δεν ξαναεπιστρέφει.)
“Τα γράµµατα, µαζί µε την ολιγάρκεια είναι
ε λ ε υ θ ε ρ ί α” (Σήµερα είµαστε χειροπόδαρα δεµένοι στο άρµα των τηλεοπτικών και όχι µόνο εικόνων, ώστε να καταναλώνουµε, να καταναλώνουµε, να καταναλώνουµε! Σήµερα είναι “ευεργέτες” και δυνάστες µας το διαδίκτυο, τα κινητά, η τεχνογνωσία… Πόση όµως, ελευθερία κινήσεων µας αφήνουν;)
Παλιές, µα ωραίες οι παλιές κρητικές σοφίες της Κυρά-Λίνας. Τις καταγράφουµε ασχολίαστες:
-για το σπίτι και το σέβας στους γονείς
“Απού δε βοηθά του σπιτιού του, πέφτει και τονε πλακώνει”
“Ευχή γονέων έπαρε και στα βουνά πορπάθιε
και τα βουνα ανε χαλούν, εσύ να µη φοβάσαι”
“Όποιος δεν ακούει γονιούς, παραγωνιαίς καθίζει”
-για το συντρόφεµα και την παρέα
“Όντε διψά η αυλή σου, έξω νερό µη χύνεις”
“Καλλιά’ ναι τρείς παρά τσοι δυο, και δυο παρά τον ένα”
-για τη συµπεριφορά
“Μη κάµης κείνο που θες, µη πάθης κείνο που δε θες”
“Αν δε θες κακό ν’ ακούσεις, µάθε καλά να λέεις”
-για την αυτάρκεια και τη νιότη
“Όπου βγάνεις και δε βάνεις, γλήγορα τον πάτο φτάνεις”
“Όποιος ‘ψηφά τη νιότη του, γλήγορα τηνε χάνει”
για τ’ όνειρο πλουτισµού και την πραγµατικότητα
“Όποιος πλουτίζει µε το νου, ογλήγορα φτωχαίνει”
“Με το τσουβάλι µπαίνει το κακό, και µε την τρίχα βγαίνει…”
-για τη φιλία, την αληθινή αγάπη και την ανθρωπιά
“Οι στενοί φίλοι παίζουν ουσιαστικό ρόλο για µια καλή ζωή”
“Η µεγαλύτερη ευτυχία στη ζωή είναι η διαπίστωση ότι µας αγαπούν γι’ αυτό που είµαστε, ή µάλλον µας αγαπούν, παρά το γεγονός ότι είµαστε αυτό που είµαστε.”
“Όσ’ άστρα ‘ναι στον ουρανό, κι εις όσο τόπο βρέχει
τόσο αξίζει η ανθρωπιά, χαρά στον που την έχει”
ΞΑΝΑ∆ΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ, έστω και λίγα από τη
γ ρ α φ ή της Κυρα-Λίνας ξαναδιαπιστώνω το πόσο σ ο φ ά δεµένα είναι όλα στην Κρήτη: καιρός, εργασίες, φιλίες, θάνατοι, ελευθερία, πλούτη, αγώνες, φτώχειες, σκαµπανεβάσµατα, παρελθόν… Όλόκληρη η κρητική ζωή, για µένα, περικλείεται σε δυο συµβολικές προτάσεις της Κυρα-Λίνας:
«Ξεφόρτωσέ-την την ελιά, να σε φορτώσει λάδι» (6-12-24)