Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Απατηλό όνειρο ο νέο-οθωµανισµός

Η αποτελεσµατικότητα µε την οποία κάποιος διαχειρίζεται τους πόρους του και αναπτύσσει τις δικές του χρηµατοπιστωτικές, οικονοµικές, τεχνολογικές και κοινωνικές δυνάµεις σε σύγκριση µε τον αντίπαλο είναι πιο κρίσιµη από την ικανότητά του να αναπτύσσει και να χρησιµοποιεί τις στρατιωτικές του δυνάµεις παρόλο που οι τελευταίες παραµένουν σηµαντικές για την αποτροπή του εχθρού και ενδεχοµένως για µια στρατιωτική νίκη, όταν άλλες στρατηγικές αποτύχουν.

Η δύναµη ενός κράτους µπορεί να µετρηθεί µε βάση τους πόρους που αυτό το κράτος έχει στη διάθεσή του σε σχέση µε τους πόρους των κρατών που θέλει να επηρεάσει. Η δύναµη ενός κράτους εξ αιτίας αυτών των πόρων, µπορεί να δηµιουργήσει κίνητρα παρότρυνσης ή εξαναγκασµού και αλλαγή συµπεριφοράς από αδύναµα κράτη.

Οι αρχές το 21ου αιώνα βρίσκουν ως αναδυόµενες αυτοκρατορικές δυνάµεις την Κίνα, την Τουρκία, το Ιράν και την Ρωσία. Έλκονται από την άλλοτε αίγλη της αυτοκρατορικής δύναµης και πλασάρουν στους λαούς τους τα αυτοκρατορικά όνειρα ώστε να µην κινδυνεύουν να ανατραπούν τα αυταρχικά τους καθεστώτα εκ των έσω. Παράλληλα έχουν απήχηση στο εσωτερικό τους καθώς το κρατούν σε συνοχή και το κατευθύνουν στον κοινό σκοπό να επεκταθούν µε νέες κατακτήσεις. Έτσι ως µη-δυτικοί δρώντες πρέπει να αµφισβητήσουν τις καθιερωµένες δυτικές συνθήκες σκέψης και διακυβέρνησης, όπως είναι τα οικονοµικά µοντέλα, τα πολιτικά συστήµατα και τις πολιτιστικές αντιλήψεις που έχουν κυριαρχήσει σε παγκόσµιο επίπεδο, για να επιτύχουν την ενδυνάµωσή των χωρών τους.
Η δεκαετία του 2000 αποτέλεσε µια κρίσιµη περίοδο για την ενδυνάµωση των αναδυόµενων οικονοµιών. Η επιτυχής διαχείριση της παγκόσµιας οικονοµικής κρίσης του 2008-2009 από αυτές τις δυνάµεις ενίσχυσε την αξιοπιστία τους και εδραίωσε τη θέση τους στην παγκόσµια οικονοµική σκηνή. Αυτή η δυναµική υποδεικνύει τη µετατόπιση της οικονοµικής ισχύος προς τις αναδυόµενες αγορές και την αυξανόµενη σηµασία τους για το µέλλον της παγκόσµιας οικονοµίας.
Οι πρώην αυτοκρατορίες, όπως η Τουρκία, το Ιράν, η Ρωσία και η Κίνα, επιδιώκουν να ανακτήσουν την ιστορική τους µεγαλοπρέπεια και την επιρροή τους στους πρώην αυτοκρατορικούς τους χώρους, βασιζόµενοι στην ιστορική τους κληρονοµιά και στην επιθυµία τους να επαναφέρουν το κύρος και την ισχύ που είχαν στο παρελθόν. Η Τουρκία, µέσω του νεο-οθωµανισµού, προσπαθεί να επανακτήσει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και τον Καύκασο, προωθώντας την οθωµανική πολιτιστική κληρονοµιά και τη διεύρυνση της οικονοµικής και πολιτικής επιρροής σε αυτές τις περιοχές.

Η Τουρκία, παρά τη µεσαία της ισχύ, διαδραµατίζει σηµαντικό ρόλο στις διεθνείς σχέσεις λόγω της στρατηγικής της θέσης και την παλαιότερη δέσµευσής της στον δυτικισµό. Η γεωπολιτική της σηµασία την καθιστά κεντρικό παίκτη στην παγκόσµια σκηνή, επιτρέποντάς της να συνεργάζεται µε υπερδυνάµεις και να επηρεάζει σηµαντικά διεθνή ζητήµατα. Κατακτώντας την βυζαντινή αυτοκρατορία πήρε ένα από τα πιο πολύτιµα γεωπολιτικά σηµεία του κόσµου, που συνδέουν τη Μαύρη Θάλασσα µε τη Μεσόγειο και την Ευρώπη µε την Ασία. Αυτή η θέση την καθιστά κεντρικό παίκτη στις διεθνείς σχέσεις και την εκθέτει σε συνεχείς γεωπολιτικές προκλήσεις. Η Τουρκία χρησιµοποιεί τη στρατηγική της θέση για να εξασφαλίσει µια διαρκή παρουσία στις διεθνείς σχέσεις, ακόµα κι αν αυτό δεν σηµαίνει απαραίτητα ηγετικό ρόλο. Η γεωπολιτική της σηµασία την καθιστά έναν πολύτιµο σύµµαχο και έναν κρίσιµο παίκτη στην παγκόσµια σκηνή.

Από την ίδρυση της Τουρκίας το 1923, µέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα, έχει δεσµευτεί στον δυτικισµό, ακολουθώντας γεωπολιτικές και πολιτιστικές κατευθύνσεις από την Ευρώπη και τις Ηνωµένες Πολιτείες. Η δέσµευση της αυτή, αν και αµφισβητείται έντονα σήµερα, εξακολουθεί να λαµβάνεται υπόψη από την ΕΕ και τις ΗΠΑ οι οποίες επιδιώκουν τη συνεργασία της Τουρκίας. Στο παρελθόν έχει συνεργαστεί στενά µε τις υπερδυνάµεις, όπως η ΕΕ και οι ΗΠΑ, σε θέµατα ασφάλειας και διεθνούς πολιτικής. Τελευταία παραδείγµατα περιλαµβάνουν τη συνεργασία στη µάχη κατά του ISIS και τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης από τη Συρία.Παρά την πρόσφατη µείωση της οικονοµικής της ανάπτυξης λόγω ενός συνδυασµού εσωτερικών, περιφερειακών και παγκόσµιων παραγόντων, παραµένει στους G20 και διοχετεύει περισσότερους πόρους στην εξωτερική πολιτική από ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη ιστορία της. Η αυξηµένη αυτή ικανότητα έχει µεταφραστεί σε φιλοδοξίες για παγκόσµια διακυβέρνηση.
Η δηµόσια-ιδιωτική συνεργασία, ιδιαίτερα στον κατασκευαστικό τοµέα, αποτελεί κρίσιµο παράγοντα για την ανάπτυξη της Τουρκίας και την ενίσχυση της επιρροής της σε διεθνές επίπεδο. Ο κατασκευαστικός τοµέας παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της Τουρκίας, καθώς συµβάλλει σηµαντικά στις εξαγωγές της χώρας προς περιοχές όπως τα Βαλκάνια, ο Καύκασος, η Κεντρική Ασία, η Μέση Ανατολή και η υποσαχάρια Αφρική. Η στρατηγική της χώρας να εκµεταλλευτεί τη µειούµενη εµπλοκή της ΕΕ και των ΗΠΑ στην περιοχή, µε τους γείτονές της, καθώς και ο ανταγωνισµός µε τη Ρωσία και το Ιράν, καθιστούν την Τουρκία σηµαντικό παίκτη στις περιοχές αυτές. Η ιστορική της κληρονοµιά ως κράτος-διάδοχος της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας προσφέρει επιπλέον πλεονεκτήµατα στην επιδίωξη των στρατηγικών της στόχων.

Άλλαξε ακόµα και τις αρχικές σκέψεις για εισδοχή στην ΕΕ καθώς βλέπει ότι οι αξίες της ΕΕ θα ήταν εµπόδιο για την κατάκτηση των εδαφών και θαλασσών σύµφωνα µε το στρατηγικό βάθος του Νταβότογλου και την «γαλάζια πατρίδα».

Τα αυτοκρατορικά όνειρα έγιναν αποδεκτά από στο εσωτερικό της, διαχωρίζοντας τη νέα φίλο-ισλαµική ατζέντα από τον δυτικισµό του πρώην φίλο-κοσµικού κατεστηµένου της Τουρκίας. Όποιος διαφωνούσε µετά το αποτυχηµένο πραξικόπηµα του 2016 κυνηγήθηκε.
Στο εξωτερικό, ανάλογα µε την χώρα που απευθύνετε, δεν αποκαλύπτει τα νέο-οθωµανικά όνειρα όπως στις χώρες που έκαναν γενοκτονίες, παιδοµάζωµα βίαιο εξισλαµισµό κλπ. Σε άλλες χώρες απέκτησε επιρροή, όπως στις σουνιτικές-µουσουλµανικές κοινότητες, όπως οι Αλβανοί, οι Κοσοβάροι και οι Βόσνιοι.

Στον Καύκασο επίσης, οι ιστορικές κληρονοµιές δυσχέραναν τις σχέσεις µε την Αρµενία, αλλά οι σχέσεις µε τη Γεωργία και το Αζερµπαϊτζάν αναπτύχθηκαν µε την αντίστοιχη παράβλεψη ή επιβεβαίωση των ιστορικών και πολιτιστικών συνδέσεων.
Η ισλαµιστική υπόσταση του νεο-οθωµανισµού ήταν κεντρική στη στρατηγική της Τουρκίας για την επέκταση της επιρροής της στη Μέση Ανατολή. Η έντονη κριτική προς το Ισραήλ και η υπεράσπιση των Παλαιστινίων ενίσχυσαν τη θέση της Τουρκίας στον αραβικό κόσµο. Ωστόσο, η στήριξη σε κινήµατα της Μουσουλµανικής Αδελφότητας αποδείχθηκαν στρατηγικά ριψοκίνδυνες, καθώς οι πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες της Τουρκίας.
Η νεο-οθωµανική προσέγγιση της Τουρκίας προκάλεσε ανάµεικτες αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο. Ενώ πολλοί στη ∆ύση εκτίµησαν την ενεργή συµµετοχή της Τουρκίας σε περιφερειακά ζητήµατα ως προστιθέµενη αξία για τις συµµαχίες τους, άλλοι ανησύχησαν για τους αντιδυτικούς και ισλαµιστικούς τόνους στη ρητορική της χώρας.
Όµως, ο νεο-οθωµανισµός του Νταβούτογλου βυθίστηκε. Η αποτυχία της νεο-οθωµανικής προσέγγισης του Νταβούτογλου µπορεί να αποδοθεί σε δύο βασικούς παράγοντες: την αυξανόµενη εσωτερική αντίσταση από κοσµικές οµάδες που αποξενώθηκαν από τον οθωµανο-ισλαµιστικό πατερναλισµό και τη διάχυση της ανασφάλειας και αστάθειας από τη µεταβαλλόµενη Μέση Ανατολή. Οι νέες γεωπολιτικές ευκαιρίες που διακρίνουν οι Κούρδοι της περιοχής για ίδρυση δικού τους κράτους, καθιστούν ακόµη πιο δύσκολη την υιοθέτηση ενός περιφερειακού πλαισίου συνεργασίας µε κέντρο την Άγκυρα.

Η εφαρµογή του νεο-οθωµανικού σχεδίου της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή αντιµετώπισε σηµαντικές δυσκολίες. Η εδραιωµένη θέση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία και η υπερβολική εξάρτηση από την Μουσουλµανική Αδελφότητα υπονόµευσαν τις φιλοδοξίες της Τουρκίας. Μέσα σε λίγα χρόνια έχασε τους περιφερειακούς εταίρους στην Μέση Ανατολή και έχουν µείνει µόνο οι περιορισµένες συνεργασίες µε τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ που ανέδειξαν τις προκλήσεις στη στρατηγική της Άγκυρας και την αδυναµία της να ηγηθεί στην περιοχή.
Οι αυξανόµενες διαφορές µε το Ιράν και τη Ρωσία για τη Συρία (µεταξύ άλλων πηγών αντιπαλότητας), φάνηκε η αποδυνάµωση του νέο-οθωµανισµού στο αφήγηµα της εξωτερικής πολιτικής, ειδικά µε την αποχώρηση ενός κύριου υποστηρικτή του πλαισίου αυτού, όταν ο Νταβούτογλου παραιτήθηκε από πρωθυπουργός τον Μάιο του 2016.
Το νεο-οθωµανικό αφήγηµα έχει καταστεί βασικό εργαλείο για την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας και την προώθηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Οι εορτασµοί και οι επινοηµένες παραδόσεις χρησιµοποιούνται για την εδραίωση της ιστορικής κληρονοµιάς και την ενίσχυση της συλλογικής εθνικής συνείδησης. Επιπλέον, η γεωοικονοµική και γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας την καθιστά κεντρικό παίκτη στις συνεργασίες µε άλλες αναδυόµενες δυνάµεις κατά µήκος του ∆ρόµου του Μεταξιού, µε ιδιαίτερη έµφαση στη συνεργασία µε την Κίνα σε έργα υποδοµών και τεχνολογίας.

Καθώς οι σουνιτικοί-ισλαµιστικοί τόνοι στον νέο-οθωµανισµό της Άγκυρας αυξήθηκαν, αποξένωσαν, µεταξύ άλλων, κοσµικούς Άραβες και Σιίτες/Ιρανούς συνοµιλητές καθώς προκάλεσαν εγχώρια αντίσταση µεταξύ των µειονοτήτων.

Η Τουρκία όµως συγχέει το όραµα µε την πραγµατικότητα, δηλαδή τις φιλοδοξίες µε τις δυνατότητες της. ∆εν έχει τους οικονοµικούς και τεχνολογικούς πόρους να γίνει αναδυοµένη αυτοκρατορία, πρέπει να συγκρουστεί µε τις άλλες µεγάλες αναδυόµενες αυτοκρατορίες της περιοχής, το Ιράν, την Ρωσία και την Κίνα ενώ δεν τα πάει καθόλου καλά σχεδόν µε το σύνολο των αραβικών χωρών. Η πρόσφατη οικονοµική της κατάρρευση επιδεινώνει την κατάσταση της. ∆εν έχει τεχνολογία, δεν έχει χρηµατοοικονοµικές αγορές να αντλεί κεφάλαια, δεν έχει πόρους, δεν έχει ισχυρό νόµισµα, και το αυτοκρατορικό της όνειρο την αναγκάζει να ξοδεύει πολλά περισσότερα από ότι κερδίζει έχοντας ένα έλλειµα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών πάνω από 40 δις ετησίως και πληθωρισµό πάνω από 70%. Έχει µόνο επικεντρωθεί να δαπανά για στρατιωτικούς εξοπλισµούς. Περαιτέρω οικονοµική κατάρρευση και αποµάκρυνση θα την αποσταθεροποίηση και θα την κάνει ακόµα πιο επιθετική.

Επί πλέον δεν ελέγχει τα βασικά εξωτερικά σηµεία που εξασφαλίζουν την µακρόχρονη κατοχή των στενών του Ελλήσποντου και του Βοσπόρου, τα οποία στενά αποτελούν προτεραιότητα κατάκτησης κάθε ανερχοµένης δύναµης. Ο έλεγχος σε στρατηγικά σηµεία όπως το Bessarabian Gap και οι Iron Gates είναι ζωτικής σηµασίας για να κρατήσει µια δύναµη τα στενά. Το Bessarabian Gap, µια στενή, επίπεδη περιοχή ανάµεσα στη Μαύρη Θάλασσα και τα Καρπάθια Όρη, παρέχει πρόσβαση στην αχανή ευρασιατική στέπα, καθιστώντας αναγκαία την επιρροή σε αυτήν την περιοχή για άµυνα έναντι των απειλών από τα ανατολικά. Οι Σιδηρές πύλες (Iron Gates), ένα στενό φαράγγι λαξευµένο από τον ποταµό ∆ούναβη ανάµεσα στα Καρπάθια και τα Βαλκάνια, προσφέρει ένα πέρασµα προς τον Μαρµαρά από την Κεντρική Ευρώπη.

Επιπλέον θα πρέπει να ελέγχει τα στρατηγικά σηµεία όπως το πέρασµα Darial στην Γεωργία, το πέρασµα Derbent, στο Αζερµπαϊτζάν. Ο έλεγχος αυτών των σηµείων, ο έλεγχος του Αιγαίου και της Κύπρου, µαζί µε τη ναυτική υπεροχή και τον έλεγχο της Ανατολίας, διασφαλίζει την ασφάλεια των εκάστοτε κατακτητών των στενών. Όµως σήµερα η Τουρκία δεν ελέγχει κανένα από αυτά τα στρατηγικά σηµεία και επιπλέον στα ανατολικά της αντιµετωπίζει τις διεργασίες σύστασης Κουρδικού κράτους.
Η ανάδυση των πρώην αυτοκρατοριών ως αναδυόµενων δυνάµεων από τη σκιά της ∆ύσης αποτελεί µια σηµαντική εξέλιξη στην παγκόσµια σκηνή. Οι αλληλένδετες τροχιές τους θα επηρεάσουν βαθιά την ευρασιατική γεωγραφία, αναδιαµορφώνοντας τις πολιτικές και οικονοµικές δυναµικές της περιοχής. Αυτή η διαδικασία µόλις ξεκινά, και η πορεία της θα καθορίσει το µέλλον της ευρύτερης ευρασιατικής περιοχής. Η Ελλάδα πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά τις εξελίξεις και να προετοιµάζεται να ξανά παίξει τον ρόλο του κυµατοθραύστη των Ανατολικών αυτοκρατοριών.

* Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονοµολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψης


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα