■ Β’ Μέρος
Η Τουρκία παρά την αδιαµφισβήτητη νίκη της στη Συρία, κινείται σε τεντωµένο σχοινί. Η στάση και οι µεθοδεύσεις που ακολούθησε κατά την εξέλιξη των τελευταίων γεγονότων, την έχουν φέρει αντιµέτωπη εκτός από τη Ρωσία και το Ιράν και µε τις επιλογές των ΗΠΑ.
Συγκεκριµένα, παρά το γεγονός ότι ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Τράµπ, κάλεσε τις ΗΠΑ και εµµέσως τους συµµάχους της να µην εµπλακούν στις επιχειρήσεις των τελευταίων ηµερών στη Συρία, η Τουρκία είχε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασµό µε την αντίθεση της Τουρκίας στη στήριξη των ΗΠΑ και του Ισραήλ προς τους Κούρδους της Συρίας,
και τις Συριακές ∆ηµοκρατικές ∆υνάµεις (SDF), στις οποίες κυριαρχούν οι YPG (Μονάδες Προστασίας του Λαού) και η ένοπλη πτέρυγα του PYD (Κόµµα ∆ηµοκρατικής Ένωσης), διότι θεωρεί πως είναι τροµοκράτες και συνδέονται µε το PKK, αναδεικνύει το βαθµό αποστασιοποίησης της Τουρκίας από τις επιλογές των ΗΠΑ και τους κινδύνους που ελλοχεύουν γι’ αυτήν, στο µέλλον.
Συγκεκριµένα, η Τουρκία προσπαθεί να εκµεταλλευτεί την νεκρή περίοδο µέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του κ. Τράµπ και να δηµιουργήσει τετελεσµένα στην περιοχή, ώστε να διαπραγµατευτεί ως µεσολαβητής της περιοχής την επόµενη ηµέρα µε τις ΗΠΑ από θέση ισχύος και να εξασφαλίσει όσα περισσότερα οφέλη µπορεί στη Συρία.
Η εξέλιξη αυτή, αποτελεί µια στρατηγική ευκαιρία για την Ελλάδα, όπου θα πρέπει να αξιοποιηθεί στο έπακρο. Ειδικότερα, λαµβάνοντας υπόψη, ότι στην τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία του νέου Προέδρου των ΗΠΑ µε τον Έλληνα Πρωθυπουργό, ο κ. Τράµπ είπε στον κ. Μητσοτάκη, ότι «σε θεωρώ στρατηγικό µου σύµµαχο και επιθυµώ να συνεχίσουµε περαιτέρω τη στρατηγική σχέση των δύο χωρών µας», θεωρώ ότι η συγκυρία είναι πολύ ευνοϊκή για την ανάδειξη του στρατηγικού ρόλου της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή.
Αν ληφθεί επίσης υπόψη και η πιθανότητα δηµιουργίας Κουρδικού Κράτους στην περιοχή (µε πρόσβαση στη Μεσόγειο), η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να αποκτήσει έναν ακόµη (µετά το Ισραήλ) σηµαντικό σύµµαχο στην περιοχή, ο οποίος θα λειτουργεί ως µηχανισµός ανάσχεσης στους επεκτατικούς στρατηγικούς σχεδιασµούς της Τουρκίας.
Υπό το ίδιο πρίσµα, αν η Ρωσική Ναυτική Βάση στην Ταρτούς περάσει στον έλεγχο των ΗΠΑ, θα αυξηθεί το αποτύπωµά τους στην Ανατολική Μεσόγειο και σε συνδυασµό µε την παρουσία τους στη Σούδα και την Αλεξανδρούπολη θα ελέγχουν περισσότερο την Τουρκία, αποτρέποντας τους επεκτατικούς σχεδιασµούς της και τον αποσταθεροποιητικό της ρόλο στην περιοχή. Η προοπτική αυτή, αποτελεί µια θετική εξέλιξη για την Ελλάδα και δηµιουργεί µια ακόµη δικλείδα ασφαλείας απέναντι στην Τουρκία.
Τέλος, το ενδεχόµενο επίσης να καταλήξουν σε συµφωνία οι ΗΠΑ µε την Ρωσία για την επόµενη ηµέρα στη Συρία, µέσω ανταλλαγµάτων για τη Ρωσία στο µέτωπο της Ουκρανίας, καθιστά ακόµη µια αρνητική εξέλιξη για την Τουρκία και µια ευκαιρία για την Ελλάδα, διότι είναι πολύ πιθανό η Τουρκία να µην περιλαµβάνετε στους σχεδιασµούς αυτής της συµφωνίας.
Επιπλέον, η ενεργός συµµετοχή της Τουρκίας στην ανατροπή του καθεστώτος του Άσαντ µέσω της υποστήριξης των Τζιχαντιστών, αποδοµεί το έως τώρα αφήγηµα του κ. Ερντογάν για την εµπλοκή της Τουρκίας στη Συριακή κρίση, ακυρώνοντας παράλληλα, τους στόχους της στρατηγικής επικοινωνίας του για την απόκτηση διεθνούς νοµιµοποίησης για την παρουσία και το ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή.
Για να γίνει κατανοητή η ανωτέρω επισήµανση, παραθέτω ένα προϊόν Στρατηγικής Επικοινωνίας της Τουρκίας, όπου δικαιολογεί τις ενέργειές της στην επικράτεια της Συρίας, προκειµένου να διασφαλίσει τα σύνορά της.
Αναλύοντας την ανωτέρω προπαγανδιστική αφίσα της Τουρκίας που παράχθηκε για να δικαιολογήσει τη διεξαγωγή της «Επιχείρησης Κλάδος Ελαίας», µπορούν να επισηµανθούν τα εξής:
• Η Τουρκία έχει διεξάγει πολλές φορές στρατιωτικές εισβολές στη Συριακή επικράτεια, αλλά τις αποκαλεί Ειρηνευτικές Επιχειρήσεις (Ασπίδα του Ευφράτη, Κλάδος Ελαίας, Πηγή της Ειρήνης, Εαρινή Ασπίδα). Από τα τελευταία γεγονότα στη Συρία αποδεικνύεται, ότι οι Επιχειρήσεις αυτές δεν είχαν στόχο να προστατεύσουν τα σύνορά της από τους τροµοκράτες και να συµβάλουν στην επίλυση της κρίσης (όπως ανέφερε), αλλά να καταλάβει εδάφη εντός της Συρίας και να εδραιώσει το ρόλος της ως µεσολαβητή και να ελέγξει την διάδοχη κατάσταση εξουσίας στη Συρία.
• Η Τουρκία επικαλούνταν ότι διεξήγαγε τις εν λόγω Επιχειρήσεις για να εκδιώξει τους Τζιχαντιστές και τις τροµοκρατικές οργανώσεις ΡΚΚ, KCK, PYD, YPG, από την περιοχή του Αφρίν συµβάλλοντας παράλληλα, και στην πάταξη της παγκόσµιας τροµοκρατίας. Για την εξυπηρέτηση του αφηγήµατός της µάλιστα, είχε πλαισιώσει τους πάντες ως τροµοκράτες (π.χ. οι Κούρδοι του PKK, ενώ τα προηγούµενα χρόνια είχαν ενεργό συµµετοχή στην Παγκόσµια Εκστρατεία κατά του ISIS, από την Τουρκία, αποκαλούνταν τροµοκράτες και µέλη του ISIS). Τα τελευταία γεγονότα έδειξαν, ότι η Τουρκία όχι µόνο δεν εκδίωκε τους τροµοκράτες και τους Τζιχαντιστές, αλλά συνεργάζονταν µαζί τους και τους χρησιµοποίησε ως αντιπροσώπους της (proxy), για να ανατρέψει τον Άσαντ.
• Τέλος, η Τουρκία διεξήγαγε τις εν λόγω Επιχειρήσεις επικαλούµενη το νόµιµο δικαίωµά της από το ∆ιεθνές ∆ίκαιο για αυτοάµυνα. Τα τελευταία γεγονότα, απέδειξαν ότι η Τουρκία εδώ και χρόνια διεξήγαγε επιχειρήσεις υβριδικού πολέµου στη Συρία καταπατώντας το ∆ιεθνές ∆ίκαιο και µε µοναδικό της στόχο, την αποσταθεροποίηση του Συριακού καθεστώτος και την ανατροπή του Άσαντ.
Τα δεδοµένα αυτά πρέπει να αξιοποιηθούν από την Ελληνική ∆ιπλωµατία και να φτιαχτεί ένα αφήγηµα όπου θα αποδοµεί την έως τώρα ρητορική της Τουρκίας και θα αναδεικνύει την αναθεωρητική πολιτική της.
Μια πολιτική όπου µέσω της αξιοποίησης τακτικών υβριδικού πολέµου, η Τουρκία διεξήγαγε επιχειρήσεις για να αποσταθεροποιήσει και αποδυναµώσει τους αντιπάλους της και τέλος, να τους θέσει υπό τη σφαίρα επιρροής της, όπως συνέβη στο Ναγκόρνο Καραµπάχ, τη Λιβύη και τώρα στη Συρία.
Υπό το πλαίσιο αυτό, πρέπει να αξιοποιηθεί η επιχειρηµατολογία αυτού του αφηγήµατος από την Ελλάδα σε όλα τα διεθνή φόρα, ώστε οι σύµµαχοί µας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ να κατανοήσουν τις αντίστοιχες τακτικές που χρησιµοποιεί η Τουρκία για να συντηρεί την Ελληνο-Τουρκική κρίση και την ένταση στο Αιγαίο, να εκβιάζει την Ευρώπη για το µεταναστευτικό ζήτηµα και να αντιληφθούν τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την σταθερότητα και ασφάλεια στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και την Ευρώπη γενικότερα.
Τέλος, η ισχυροποίηση του Ισραήλ που αποτελεί στρατηγικό σύµµαχο της Ελλάδας σε συνδυασµό µε την αποδυνάµωση της Χαµάς και της Χεζµπολάχ αποτελούν θετική εξέλιξη για την Ελλάδα τόσο από διπλωµατικής πλευράς όσο και από την πλευρά της ασφάλειας, αφού πατάσσεται η διεθνής τροµοκρατία.
Στον αντίποδα, απειλή για την Ελλάδα µπορεί να αποτελέσει η επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής δεδοµένης της υπάρχουσας κυβερνητικής ρευστότητας, του κινδύνου κυβερνητικής αστάθειας και διαιώνισης των εχθροπραξιών και του χάους στη Συρία, σε συνδυασµό µε τις επιδιώξεις του Ισραήλ και της Τουρκίας για δηµιουργία ασφαλούς ουδέτερης ζώνης (buffer zone), αλλά και της εµπλοκής άλλων δυνάµεων (ΗΠΑ, Ρωσία, Ιράν, Αραβικά κράτη κ.λπ.) που θα επιδιώξουν να ικανοποιήσουν τα συµφέροντά τους, στην περιοχή.
Μια τέτοια κλιµάκωση επίσης, µπορεί να απειλήσει την ύπαρξη των Ελλήνων, αλλά και των Αραβόφωνων Ελλήνων που ζουν στη Συρία, µε αποτέλεσµα την άµεση εµπλοκή της Ελλάδας για την προστασία ή την αποµάκρυνσή τους από την περιοχή.
Επιπλέον, παρά τις επιστροφές χιλιάδων Σύριων πολιτών από το Λίβανο και την Τουρκία στη Συρία, η συνέχιση της έντασης στη Συρία πιθανό να αυξήσει τις µεταναστευτικές ροές, προς τις γειτονικές χώρες, γεγονός που αποτελεί σηµαντική απειλή για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Ταυτόχρονα, η συνέχιση της έντασης σε συνδυασµό µε την επικράτηση των Τζιχαντιστών στη Συρία, είναι πιθανό να οδηγήσει στην έξαρση της διεθνούς τροµοκρατίας µε άµεσες επιπτώσεις για την Ελλάδα. Ειδικότερα, η είδηση ότι πολλοί Σύριοι αξιωµατούχοι του καθεστώτος Άσαντ έχουν ήδη φτάσει στην Ελλάδα, µπορεί να προκαλέσει τροµοκρατικά επεισόδια από στελέχη Τζιχαντιστών της Συρίας, όπου θα επιδιώξουν ξεκαθάρισµα λογαριασµών εντός της ελληνικής επικράτειας ή σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επίσης, δεν αποκλείεται η εκδήλωση τροµοκρατικών επιθέσεων σε ισραηλινούς στόχους στην Ελλάδα.
Επιπρόσθετα, η αύξηση του γεωπολιτικού αποτυπώµατος της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική γενικότερα σε συνδυασµό µε την αδιαµφισβήτητη νίκη της στη Συρία, πιθανό να οδηγήσει στην αλλαγή της Τουρκικής τακτικής σε σχέση µε την Ελλάδα. Συγκεκριµένα, η Τουρκία είναι πιθανό να θέσει βέτο και να απειλήσει ευθέως την Ελλάδα σε περίπτωση που εξοπλιστεί ακόµη περισσότερο και επιδιώξει να αποκτήσει τον πολυδιαφηµισµένο αντιαεροπορικό θόλο στο Αιγαίο. Επίσης, είναι πολύ πιθανό να δούµε και αλλαγή στο Τουρκικό modus operandi (στο επιχειρησιακό επίπεδο) στο θέατρο επιχειρήσεων της Ελληνικής επικράτειας (Έβρο, νησιά Ανατολικού Αιγαίου) µέσω της αξιοποίησης τοπικών ή περιφερειακών αντιπροσώπων (proxies). Τέλος, δεν αποκλείεται να αυξηθούν οι υβριδικού χαρακτήρα επιχειρήσεις στο Αιγαίο, ώστε να δηµιουργηθεί εκ νέου ένταση ανάµεσα στις δύο χώρες, ακόµη και θερµό επεισόδιο. Συνεπώς, για την αντιµετώπιση των εν λόγω κινδύνων απαιτείται νέος επιχειρησιακός σχεδιασµός και εκπαίδευση για την αντιµετώπιση υβριδικού πολέµου. Επίσης, η Ελλάδα απαιτείται να καλύψει άµεσα τις εθνικές της τρωτότητες (π.χ. έλλειψη εθνικής συναίνεσης µεταξύ των πολιτικών ελίτ για θέµατα εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, κοινωνική πόλωση και αµφισβήτηση των εθνικών επιλογών, έλλειψη ανθεκτικότητας στις εκστρατείες παραπληροφόρησης των αντιπάλων κ.λπ), και να ενισχύσει την εθνική της ανθεκτικότητα.
Το ενδεχόµενο επίσης, παύσης της στήριξης της Ουκρανίας από τις ΗΠΑ µε κλιµάκωση των Ρωσικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία (έπειτα από την ήττα της στη Συρία), πιθανό να αναγκάσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ να κληθούν να αναλάβουν ενεργότερη εµπλοκή στην Ουκρανία µε αποτέλεσµα να απαιτηθεί και πιθανή έµµεση εµπλοκή της Ελλάδας.
Επιπλέον, η πιθανότητα πολεµικής σύρραξης µεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας θα φέρει σε δύσκολη θέση την Ελλάδα σε περίπτωση που η Τουρκία ζητήσει την υποστήριξη του ΝΑΤΟ µέσω της ενεργοποίησης του άρθρου 5 της Συµµαχίας (το άρθρο 5 αναφέρει ότι η επίθεση σε ένα κράτος – µέλος του ΝΑΤΟ θεωρείται επίθεση σε όλα τα κράτη – µέλη της Συµµαχίας). Στην περίπτωση αυτή, η Ελλάδα θα κληθεί να πάρει θέση ανάµεσα στο Ισραήλ (που αποτελεί στρατηγικό της σύµµαχο) και την Τουρκία που αποτελεί συµµαχική χώρα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Τέλος, η συνέχιση του εµφυλίου πολέµου στη Συρία µε γενικότερη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, θα έχει σηµαντικές επιπτώσεις στην παγκόσµια οικονοµία και πιθανές έµµεσες επιδράσεις στην οικονοµία της Ελλάδας.
Συνοψίζοντας την ανωτέρω ανάλυση θα πρέπει να επισηµανθεί, ότι για την Ελλάδα δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας από τα νέα δεδοµένα στη Συρία. Οι έως τώρα στρατηγικές της επιλογές στην περιοχή την δικαιώνουν, αλλά θα πρέπει να παραµείνει σε εγρήγορση και να αξιοποιήσει τις στρατηγικές ευκαιρίες που θα προκύψουν.
*Ο δρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωµένοςείναι πολιτικός επιστήµονας – διεθνολόγοςμ πρώην γενικός διευθυντής – Γενικής ∆ιεύθυνσης Πολιτικής Εθνικής Άµυνας και ∆ιεθνών Σχέσεων (Γ∆ΠΕΑ∆Σ) Υπουργείου Εθνικής Άµυνας (ΥΠΕΘΑ)