Μεγάλη απειλή για τους αμπελώνες της Κρήτης αποτελούν οι ασθένειες του ξύλου του αμπελιού.
Για τον λόγο αυτό, το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών και Φυτοϋγειονομμικού Ελέγχου Ηρακλείου, εξέδωσε Τεχνικό Δελτίο με συμβουλές σε αμπελουργούς.
Συγκεκριμένα, επισημαίνει ότι «οι ασθένειες του ξύλου (ίσκα, ευτυπίωση) συμπεριλαμβάνονται στα σοβαρά προβλήματα φυτοπροστασίας του αμπελώνα της Κρήτης (επισήμανση 41% των αμπελουργών από σύνολο 500 συμμετεχόντων σε ερωτηματολόγιο της υπηρεσίας το 2018).
Η δράση τους είναι μακροχρόνια και προκαλεί νέκρωση στα αγγεία του ξύλου με αποτέλεσμα να διακόπτεται η ροή του νερού και των θρεπτικών στοιχείων μέσα στο φυτό. Σταδιακά ή και απότομα τμήματα του φυτού ακόμα και ολόκληρα πρέμνα ξεραίνονται. Η παραγωγή μειώνεται συνεχώς όπως και η παραγωγική ζωή του αμπελώνα»
Οσο για τα συμπτώματα κατά το κλάδεμα επισημαίνει ότι «την περίοδο αυτή, σε τομές του κλαδέματος, εμφανίζονται μη φυσιολογικοί μεταχρωματισμοί του ξύλου».
Για την αντιμετώπιση υπογραμμίζει ότι «δεν υπάρχουν θεραπευτικά μέτρα. Αντιμετωπίζονται κυρίως με προληπτικά και καλλιεργητικά μέτρα τα οποία θα πρέπει να εφαρμόζονται διαρκώς τόσο στις μητρικές φυτείες και στα φυτώρια όσο και στους παραγωγικούς αμπελώνες».
Τα προληπτικά – καλλιεργητικά μέτρα «στοχεύουν στην μείωση των μολυσμάτων και στην προληπτική προστασία των τομών του κλαδέματος από τους μύκητες που προκαλούν ασθένειες του ξύλου» αναφέρει και εξηγεί:
•Χρήση υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού: Το πολλαπλασιαστικό υλικό πρέπει να είναι απαλλαγμένο από παθογόνα.
•Διπλό κλάδεμα (το 1ο μέσα στο χειμώνα και το 2ο αρχές της άνοιξης). Εφαρμογή προκλαδέματος το χειμώνα: oι κληματίδες αφαιρούνται μέχρι ένα μήκος τους (όχι το τελικό) ενώ ταυτόχρονα λύνονται και απομακρύνονται από τα σύρματα. Αυτό επιτρέπει την γρήγορη και εύκολη διαμόρφωση των πρέμνων με το δεύτερο και τελικό κλάδεμα που ακολουθεί τέλη του χειμώνα – αρχές της άνοιξης. Εφαρμόζεται σε ποικιλίες που δέχονται βραχύ κλάδεμα και συνιστάται σε αμπελουργούς με μεγάλη έκταση εκμετάλλευσης.
•Όψιμο κλάδεμα και με ξερό καιρό (τέλος χειμώνα – αρχές άνοιξης). Θεωρείται από τα πιο αποτελεσματικά μέτρα.
Το τελικό κλάδεμα (είτε μονό είτε διπλό) συνιστάται να γίνεται αργά, από τέλη του χειμώνα. Την εποχή εκείνη: οι πληγές επουλώνονται συντομότερα (λόγω αύξησης της θερμοκρασίας), τα αερομεταφερόμενα μολύσματα σταδιακά μειώνονται όπως και οι πιθανότητες μόλυνσης (λόγω μείωσης των βροχοπτώσεων και της σχετικής υγρασίας) ενώ επιπρόσθετα η δακρύρροια εμποδίζει την εγκατάσταση σπορίων των μυκήτων.
•Δημιουργία «τακουνιού» κατά το κλάδεμα: Η φυσιολογική αντίδραση του αμπελιού στην κλαδοτομή είναι ο σχηματισμός κώνου ξήρανσης, ο οποίος ανάλογα με το μέγεθος της τομής και το σημείο που γίνεται, μπορεί να καταστρέψει τα αγγεία μεταφοράς νερού – θρεπτικών και να συμβάλλει στην εκδήλωση της ίσκας. Συνιστάται να μην γίνονται σύρριζα οι κοπές αλλά να αφήνεται “τακούνι” (δηλαδή 2-3 εκ. από τη βάση του ξύλου που κλαδεύεται), το οποίο αφαιρείται τον επόμενο χειμώνα.
•Προστασία των κλαδοτομών: Οι μολύνσεις ευνοούνται στις πρόσφατες και μεγάλες κλαδοτομές και είναι ιδιαίτερα σοβαρές όταν γίνονται σε τομές που βρίσκονται κοντά στον κορμό. Οι τομές πρέπει να προστατεύονται προληπτικά, το συντομότερο δυνατό.
•Τα προσβεβλημένα ή ύποπτα πρέμνα κλαδεύονται τελευταία και τα εργαλεία απολυμαίνονται τακτικά. Αποφεύγεται η μετάδοση του μολύσματος με τα εργαλεία. Η σήμανση των ύποπτων πρέμνων γίνεται με ταινίες ή σπρέι βαφής, την άνοιξη για την ευτυπίωση και το καλοκαίρι για την ίσκα.
•Απομάκρυνση των υπολειμμάτων του κλαδέματος: Τα μολυσμένα υπολείμματα του κλαδέματος πρέπει να απομακρύνονται και να καταστρέφονται.
•Ανασύσταση–εξυγίανσηπρέμνων: Επιχειρείται με αφαίρεση και απομάκρυνση των προσβεβλημένων βραχιόνων μαζί με 10 – 20 εκ. τμήμα υγιούς ιστού, εφόσον όμως η ασθένεια δεν έχει επεκταθεί στον κορμό, διαφορετικά πρέπει να γίνεται εκρίζωση και καταστροφή ολόκληρου του πρέμνου.
Οι παραπάνω πρακτικές είναι πιο αποτελεσματικές όταν εφαρμόζονται συνδυαστικά και από όλους τους αμπελουργούς της περιοχής.
ΦΟΜΟΨΗ
Μια ακόμη ασθένεια του ξύλου είναι η φόμοψη. Σύμφωνα με το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών και Φυτοϋγειονομμικού Ελέγχου Ηρακλείου, μετά από τρεις ευνοϊκές χρονιές για τον μύκητα (2019 – 2021), το 2022 οι κλιματικές συνθήκες που επικράτησαν κατά την έκπτυξη της βλάστησης δεν ευνόησαν τη φόμοψη.
Τα Συμπτώματα κατά το κλάδεμα είναι:
Οι προσβεβλημένες κληματίδες έχουν γκριζόλευκη όψη με σχισίματα συνήθως προς τη βάση τους και φέρουν πολλά μικρά μαύρα στίγματα (πυκνίδια). Από τα πυκνίδια βγαίνουν σπόρια που με τις ανοιξιάτικες βροχοπτώσεις μεταφέρονται σε κοντινές αποστάσεις και μολύνουν νεοεκπτυσσόμενους βλαστούς, οι οποίοι στη συνέχεια και μέχρι το χειμώνα εξελίσσονται σε γκριζόλευκες, ξερές (κούφιες) κληματίδες.
Για την αντιμετώπιση σημειώνεται ότι «ο συνδυασμός εφαρμογής καλλιεργητικών μέτρων κατά το κλάδεμα και 1-2 ψεκασμών την άνοιξη με την έκπτυξη της βλάστησης εφόσον ελέγχουν ικανοποιητικά την ασθένεια. Την περίοδο αυτή, συνιστώνται μόνο καλλιεργητικά μέτρα δηλαδή να αφαιρούνται οι προσβεβλημένες κληματίδες (γκριζόλευκες, κούφιες)».
Μετεωρολογικά στοιχεία
Στο ίδιο τεχνικό δελτίο παρατίθενται και μετεωρολογικά στοιχεία και επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι στο νέο υδρολογικό έτος (από την 1η Σεπτεμβρίου 2022 και μέχρι σήμερα), καταγράφονται βροχοπτώσεις που το συνολικό ύψος τους σε σχέση με τον μέσο όρο είναι χαμηλότερο. Αξιοσημείωτες ήταν οι πολύ ισχυρές τοπικές βροχοπτώσεις μεγάλου ύψους και έντασης που σημειώθηκαν τον Οκτώβριο και έδωσαν πλημμυρικά φαινόμενα (όπως στη Σητεία Λασιθίου).