Είναι γνωστό ότι οι επόμενες εθνικές εκλογές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Για να σχηματίσει ένα κόμμα αυτοδύναμη κυβέρνηση, πρέπει να σας ψηφιστεί από το 49 % του εκλογικού σώματος. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί βέβαια και αναγκαστικά οδηγείτε η χώρα σε κυβέρνηση συνεργασίας κομμάτων, όπως εξάλλου συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Δεν μπορεί ο τόπος με τα τεράστια προβλήματα, να οδηγείται σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, μέχρι να αναδείξει μονοκομματική κυβέρνηση.
Δυστυχώς στην χώρα μας έχει καλλιεργηθεί μία κουλτούρα ότι το σύστημα της απλής αναλογικής είναι ακατάλληλο για την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα και ότι το πολιτικό σύστημα οδηγείται σε αδιέξοδο. Επικράτησε μια προπαγάνδα ότι μόνο ισχυρές μονοκομματικές κυβερνήσεις ταιριάζουν στο λαό μας, είτε γιατί δεν μπορούν να συνεννοηθούν οι Έλληνες, είτε γιατί έτσι προστατεύεται η κυβερνητική σταθερότητα και η πολιτική ομαλότητα. Οι υποστηρικτές των παραπάνω, ισχυρίζονται ότι τα καλπονοθεντικά εκλογικά συστήματα είναι «παράδεισος» και το δίκαιο σύστημα της απλής αναλογικής είναι «κόλαση». Δεν ισχύει όμως ούτε το ένα, ούτε το άλλο.
Αυτές οι θέσεις είναι αποδεκτές και διακηρύσσονται από πολιτικές δυνάμεις με σκοπιμότητα.
Θέλουν να μονοπωλούν την κυβερνητική εξουσία, σχηματίζοντας μονοκομματικές κυβερνήσεις, δια μέσον των καλπονοθεντικών συστημάτων. Τα επιχειρήματά τους ότι οι Έλληνες δεν μπορούν να συνεργαστούν ή ότι ο τόπος οδηγείται σε πολιτική ανωμαλία με τις κυβερνήσεις συνεργασίας δεν ευσταθούν. Οι Έλληνες γνωρίζουν ότι τα προβλήματα είναι τεράστια και απαιτείται η συμπόρευση περισσότερων πολιτικών δυνάμεων. Ο λαός μας, όταν δεν φανατίζεταιι από τις πολιτικές δυνάμεις, μπορεί να λειτουργήσει δημοκρατικά στο πλαίσιο της πολιτικής και να υπερισχύσει ο δημοκρατικός διάλογος και η δημοκρατική πειθώ. Όμως τις περισσότερες φορές, οι πολιτικές δυνάμεις δεν άφηναν το λαό μας να ασκήσει τα πολιτικά του δικαιώματα σε πολιτικό κλίμα ηρεμίας. Για να ‘χουν λόγο, αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, να ισχυρίζονται ότι ο ελληνικός λαός πρέπει να κυβερνάται μόνο από αυταρχικές μονοκομματικές κυβερνήσεις. Αφού «έβαζαν» τους ψηφοφόρους να φιλονικούν μεταξύ τους, μετά διακήρυσσαν ότι οι Έλληνες θέλουν δεσποτικές κυβέρνησεις. Μια προπαγάνδα για να μπορούν να κυβερνούν μόνες τους, με την άλωση του κράτους.
Ένα κράτος που μετατρέπονταν σε ιδιοκτησία τους και το μετασχημάτιζαν σε πελατειακό ρουσφετολογικό κράτος. Πάνω σε αυτό το σαθρόκράτος έκτισαν πολιτική καριέρα, πολλοί πολιτικοί, μετατρέποντας την ψήφο του πολίτη, σε μέσο πολιτικής συναλλαγής. Έτσι «μάντρωναν» τους ψηφοφόρους και τους κρατούσαν σε ομηρία. Έτσι οικοδομήθηκαν τα πανίσχυρα κομματικά κράτη για δεκαετίες, από τις μονοκομματικές κυβερνήσεις. Δεν άφηνα τον Έλληνα ψηφοφόρο να αποδείξει ότι απαραίτητο στοιχείο για την προαγωγή της Δημοκρατίας είναι η συνεννόηση μεταξύ των πολιτών για τα προβλήματα της χώρας, ακόμη κι αν έχουν διαφορετικές πολιτικές θέσεις.
Ότι το πολιτικό σύστημα πρέπει να κυριαρχείται από τον δημοκρατικό ανταγωνισμό των πολιτικών δυνάμεων και την πολιτική άμιλλα μεταξύ τους. Αντ’ αυτού δημιουργείται μια οξεία πολιτική πόλωση που εξαφάνιζε την πολιτική σκέψη και μετέτρεπε τους ψηφοφόρους σε φανατισμένους οπαδούς, ενός ψευδεπίγραφου «κομματικού πατριωτισμού».
Ένα πολιτικό σύστημα που βοηθούσε τα σχέδια της κυβερνητικής και κομματικής νομενκλατούρας να νέμεται ανενόχλητα την εξουσία και να παραμερίζει κάθε έννοια αξιοκρατίας.
Έτσι λοιπόν προέκυψαν τα χωριστά καφενεία, ο κοινωνικός διχασμός, η διάλυση της κρατικής μηχανής, η καθυπόταξη της δημόσιας διοίκησης και τα «δικά μας παιδιά».
Έτσι ανάγκαζαν τους πολίτες να πιστεύουν ότι αν δεν ακολουθήσουν αυτό το φαύλο σύστημα, δεν θα έχουν ελπίδες να προχωρήσουν στη ζωή. Και ο ανήμπορος πολίτης μετατρεπόταν από υπεύθυνος πολίτης, σε οπαδό και όμηρο του φαύλου συστήματος. Σε πολίτη με μία πολιτική βούληση υπό κηδεμονία!
Λένε επίσης ότι μόνο οι ισχυρές μονοκομματικές κυβερνήσεις μπορούν αντιμετωπίσουν τα δύσκολα προβλήματα της χώρας, και να εμπεδώσουν την κυβερνητική σταθερότητα.
Πρόκειται για μια ιστορική ανακρίβεια.
Στις εκλογές του 1946 εκλέχτηκε μια πανίσχυρη μονοκομματική κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος παίρνοντας το 70% των εδρών και κατέρρευσε σε ένα χρόνο. Είχαμε βέβαια εμφύλιο πόλεμο, αλλά το επιχείρημα ότι μόνον οι μονοκομματικές κυβερνήσεις , μπορούν ανταποκριθούν στα δύσκολα προβλήματα καταρρίπτεται. Συνέβη και με την ισχυρή μονοκομματική κυβέρνηση την Ε.Κ. το 1964 με 53%. Δεν μπόρεσε να αντισταθεί στα σχέδια της ανωμαλίας και κατέρρευσε σε ένα χρόνο και οδηγήθηκε ο τόπος στην μεγαλύτερη πολιτική ανωμαλία.
Το ίδιο συνέβη και με τις ισχυρές μονοκομματικές κυβερνήσεις Κωσταντίνου Καραμανλή του 2009 και Γεωργίου Παπανδρέου το 2011. Δεν μπόρεσαν παρά την ισχύ τους, να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά προβλήματα της χώρας. Παρόλα αυτά δεν πιστεύω ότι οι Έλληνες, αισθάνονται ευτυχισμένοι από το έργο των ισχυρών μονοκομματικών κυβερνήσεων. Αυτές είναι υπεύθυνες για την χρεοκοπία της χώρας. Η χρεοκοπία δεν ήρθε από το πουθενά και ούτε αποτελεί ένα «φυσικό φαινόμενο» αλλά είναι αποτέλεσμα του έργου αυτών των μονοκομματικών κυβερνήσεων.
Το πελατειακό ρουσφετολογικό κράτος, που οικοδομήθηκε, τα οικονομικά σκάνδαλα, η κομματικοποίηση της Οικονομίας, η κουλτούρα της ατομικής ιδιοκτησίας του κράτους από τα κόμματα, ο ξέφρενος λαϊκισμός για την παραπλάνηση των μαζών, η επικράτηση των προνομίων της οικογενειοκρατίας, η διαφθορά που έγινε «θεσμός», η μετατροπή των κομμάτων συστήματα διαπλοκής με τα οικονομικά συμφέροντα, η νομή και διατήρηση της εξουσίας αδιαφορώντας για το πολιτικό ήθος που εξέπεμψαν, ήσαν οι βασικές αιτίες που οδήγησαν την χώρα στην οικονομική καταστροφή και τον πολιτικό μαρασμό. Εκεί μας οδήγησαν οι «εθνοσωτήριες» μονοκομματικές κυβερνήσεις.
Προοδευτική διακυβέρνηση
Φαίνεται ότι με την εκλογή της νέας ηγεσίας στο ΚΙ.ΝΑΛ. θα ανοίξει μια συζήτηση για την μελλοντική διακυβέρνηση της χώρας. Η εκλογική διαδικασία στο ΚΙ.ΝΑΛ. έχει μεγαλύτερη πολιτική βαρύτητα από αυτή, που δίνει το μικρό εκλογικό του ποσοστό.
Η συζήτηση επιβάλλεται να ξεκινήσει για να γνωρίζει ο λαός ποια ιδεολογική κατεύθυνση θα έχει η μελλοντική κυβέρνηση, εξαιτίας του συστήματος της απλής αναλογικής.
Θα είναι συντηρητικής κατεύθυνσης συνεργασίας ή θα είναι προοδευτική κατεύθυνση συνεργασίας. Είναι γεγονός ότι σ’ όλες τις κοινοβουλευτικές Δημοκρατίες, υπάρχουν οι συντηρητικές και οι προοδευτικές κυβερνήσεις. Οι νεοφιλελεύθερες δεξιές κυβερνήσεις και οι κεντροαριστερές σόσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Οι συντηρητικοί πολιτικοί και οι προοδευτικοί πολιτικοί. Γεγονός που παραδέχτηκε και ο σημερινός Πρωθυπουργός όταν υπέδειξε στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την κ. Σακελλαρόπουλου, λέγοντας ότι δεν ανήκει στο δικό του πολιτικό χώρο, αλλά στον προοδευτικό χώρο.
Στην Ευρώπη οι περισσότερες χώρες κυβερνώνται από κυβέρνηση συνεργασίας. Τον τελευταίο καιρό σχηματίζονται κυβερνήσεις συμμαχικές σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης. Ένα παρήγορο μήνυμα για να δείξει η Ευρώπη το κοινωνικό της πρόσωπο. Τέτοιες κυβερνήσεις έχουν σχηματιστεί στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και τώρα τελευταία στην Γερμανία. Ένα γεγονός που μας θυμίζει την επικράτηση των σοσιαλιστικών κομμάτων, τη δεκαετία του 1980.
Στην χώρα μας τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης κάνουν λόγο για μια προοδευτική διακυβέρνηση συνεργασίας αλλά όχι με ξεκάθαρες θέσεις. Άλλοι την θέλουν πραγματικά, άλλοι υποκρίνονται ότι την θέλουν κι άλλοι δεν μας προσδιορίζουν ποιες πολιτικές δυνάμεις θα συμμετέχουν. Και το παράδοξο είναι ότι υπάρχουν κόμματα που διακηρύσσουν την ανάγκη μίας τέτοιας κυβέρνησης χωρίς όμως τον ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ γνωρίζουν ότι χωρίς το ΣΥΡΙΖΑ σαν βασικό κορμό, δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια κυβέρνηση. Συμπεριφέρονται σαν να μην γνωρίζουν ποιες πολιτικές δυνάμεις διακηρύσσουν ότι ανήκουν στο προοδευτικό χώρο. Ένας πολιτικός χώρος που είχε προσδιοριστεί ιδιαίτερα από τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου.
Ήταν αυτός που καθιέρωσε το πολιτικό όρο «δημοκρατικές και προοδευτικές» δυνάμεις. Και μάλιστα διαμαρτύρονταν το κόμμα της Ν.Δ. γιατί εντάσσει σε αυτή την ομάδα του Κ.Κ.Ε. που δεν πιστεύει στην αστική Δημοκρατία και αυτή μένει απέξω! Είχε λοιπόν χωρίσει ο Α.Παπανδρέου τις πολιτικές δυνάμεις σε δύο «αντιμαχόμενα στρατόπεδα». Από τη μία μεριά η «επάρατη» Δεξιά και από την άλλη οι δημοκρατικές δυνάμεις. Από τη μία μεριά, η συντήρηση και από την άλλη η πρόοδος. Αυτό το ιδεολογικό και πολιτικό δόγμα βοήθησε τον Α.Παπανδρέου όταν παραδείγματος χάριν, ήθελε να κερδίσει τις Δημοτικές εκλογές ή όταν ήθελε να ελέγχει τα εργατικά συνδικάτα ή όταν ήθελε να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Και τις περισσότερες φορές, γινόταν η συμπόρευση. Έτσι λοιπόν γαλουχήθηκε η εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ για δεκαετίες, με αντιδεξιά συνθήματα και φίλοαριστερά αισθήματα. Σήμερα στον τόπο μας διαγράφονται νέες πολιτικές συνθήκες και πρέπει να κοιτάξουμε το παρόν και το μέλλον της χώρας και να μην μας κρατά σε αμηχανία το παρελθόν. Ο τόπος έχει τεράστια προβλήματα και δεν μπορεί να περιμένει. Οι ερχόμενες εθνικές εκλογές θα φέρουν ανακατατάξεις στο πολιτικό σύστημα.
Η χώρα δεν μπορεί να οδηγείται σε συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, για να ικανοποιήσει τις πολιτικές φιλοδοξίες των υποστηρικτών των μονοκομματικών κυβερνήσεων.
Το παράδοξο είναι ότι αυτοί που διακηρύσσουν ότι είμαστε στην Ευρώπη κάνουν ακριβώς το αντίθετο από τις χώρες της, όσον αφορά τη θέση τους στην διακυβέρνηση της χώρας.
Απορρίπτουν κάθε σχέδιο για το σχηματισμό μιας συμμαχικής κυβέρνησης, είτε συντηρητικής, είτε προοδευτικής κατεύθυνσης. Τόσο πεισματικά στηρίζουν τέτοιες αναχρονιστικές θέσεις που δεν θα είναι απίθανο να γίνονται εκλογές μέχρι να εκλεγεί μονοκομματική κυβέρνηση!
Σήμερα τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, εκτός του ΚΚΕ που κυριαρχείται από την ιδεολογική του ακαμψία, μιλούν για την ανάγκη προοδευτικής διακυβέρνησης.
Αυτά τα κόμματα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙ.ΝΑΛ και το ΜΕΡΑ 25. Είναι επιβεβλημένο να μάθει ο λαός μας ποιο κόμμα το πιστεύει και ποιο κόμμα δημαγωγεί. Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ διακηρύσσει ξεκάθαρα για μια προοδευτική κυβέρνηση. Σχεδόν καθημερινά ο αρχηγός του Αλέξης Τσίπρας αναφέρεται στο σχηματισμό μιας τέτοιας «κυβέρνησης» και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Γιατί χωρίς τη δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ του 32 %, καμιά προοδευτική κυβέρνηση δεν μπορεί να σχηματιστεί. Αποτελεί το βασικό κορμό μιας προοδευτικής κυβέρνησης.
Το κόμμα του ΚΙ.ΝΑΛ. μιλάει για μια προοδευτική κυβέρνηση, αλλά δεν δείχνει τουλάχιστον μέχρι σήμερα, να το συγκεκριμενοποιεί. Δεν έχει ξεκαθαρίσει ποιες πολιτικές δυνάμεις θα την αποτελέσουν. Λες και οι προοδευτικές δυνάμεις είναι κρυμμένες και ψάχνει να τις βρει.
Οι προοδευτικές δυνάμεις είναι παρούσες και μάλιστα της έχει προσδιορίσει ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο συμβαίνει περίπου και με το ΜΕΡΑ 25.
Είναι γνωστό ότι πήρες στις εκλογές 3,5 % , ζητά προοδευτική διακυβέρνηση, αλλά χωρίς το 32% του ΣΥΡΙΖΑ! Αν είναι δυνατόν!
Τα κόμματα πρέπει να ακολουθούν θέσεις όχι ενάντια στην λογική. Όχι απόψεις μεγαλομανίας και μεγαλοϊδεατισμού.Πρέπει να υπάρχει σοβαρότητα και ρεαλισμός. Παρόλα αυτά το πρόβλημα της προοδευτικής διακυβέρνησης, φαίνεται ότι μπορεί να μπει σε μία πορεία συζήτησεις και επεξεργασίας εξαιτίας των εκλογών στο ΚΙ.ΝΑΛ. Ήδη έχει αρχίσει, να ξεχωρίζουν δύο τάσεις σε αυτό το κόμμμα σχετικά με την πολιτική και ιδεολογική κατεύθυνση του.
Η μία τάση μιλά ξεκάθαρα για μια προοδευτική κυβέρνηση απέναντι στην συντήρηση. Αυτή η προοδευτική τάση εκπροσωπείται από τον πρώην πρωθυπουργό κ. Γ. Παπανδρέου. Η άλλη τάση καταγγέλλει τον Γ. Παπανδρέου ότι περίπου ετοιμάζει «πραξικόπημα» συνεργαζόμενου με το ΣΥΡΙΖΑ σε μία προοδευτική συγκυβέρνηση. Δηλαδή παρουσιάζει σαν «κίνδυνο-θάνατο» μια πολιτική δύναμη που στις τελευταίες εκλογές έλαβε το 75 % της εκλογικής βάσης της κεντροαριστεράς. Λες και αυτό το τεράστιο ποσοστό των 2 εκατομμυρίων ψηφοφόρων, είναι αποδιοπομπαίο και «στιγματισμένο». Μας θυμίζει μια τέτοια θέση την προδικτατορική δεξιά που κατηγορούσε τον Ανδρέα Παπανδρέου για συνοδοιπόρο της αριστεράς και που το είχαν κάνει «σημαία» τους οι μετέπειτα δικτάτορες. Αυτή η τάση εκφράζεται από τον Ανδρέα Λοβέρδο και δεν έχει καμία ιδεολογική συγγένεια με την ιστορία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και σε αυτά που πίστευε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ότι δηλαδή οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις είναι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τα κόμματα της αριστεράς. Η εκλογή λοιπόν της νέας ηγεσίας στο ΚΙ.ΝΑΛ θα επηρεάσει την ιδεολογική κατεύθυνση της νέας κυβέρνησης συνεργασίας. Αν δηλαδή θα’ ναι συντηρητικής ή προοδευτικής κατεύθυνσης. Αυτή όμως, η σημαντική εκλογή θα έπρεπε να καθοριστεί μόνο από τα μέλη του ΚΙ.ΝΑΛ. Το να ψηφίζει όποιος θέλει αντί 3 €, νοθεύει την βούληση των μελών του κόμματος και μηδενίζει την δημοκρατική οργάνωση του. Και το σημαντικότερο, κανένας δεν μπορεί να αποκλείσει ένα αντίπαλο κόμμα να δώσει εντολή στα οργανωμένα μέλη του να ψηφίσουν ένα υποψήφιο της προτίμησης του αντιπάλου κόμματος!