«Δεν είναι ότι ξαφνικά οι άνθρωποι σήμερα έγιναν περισσότερο άπληστοι σε σχέση με τις παλιότερες γενιές. Είναι ότι οι δρόμοι της απληστίας
μετετράπησαν σε λεωφόρους».
(Alan Greenspan, πρώην επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ,
σε ομιλία του στην Επιτροπή Τραπεζικών Υποθέσεων US Senate, το 2002)
ΠΟΛΛΑ τα οικονομικά σκάνδαλα που βλέπουν τελευταία το φως της δημοσιότητας. Σ’ αυτά εμπλέκονται και «λαμπρά» κομματικά στελέχη που εκμεταλλευόμενα τη διευθυντική ή άλλη ιδιότητά τους, δεν παρέλειψαν να… αξιοποιήσουν στο έπακρο την απληστία τους.
ΑΠΟ τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, λοιπόν, της ανθρώπινης συμπεριφοράς είναι η απληστία. Η λέξη παράγεται από το στερητικό α + πληστός (=πλήρης/γεμάτος), οπότε άπληστος είναι ο πλεονέκτης, ο μη ικανοποιούμενος με ό,τι κι αν του προσφερθεί. Ο «αρρωστημένα» ακόρεστος. Όπως το λέει κι ο Εκκλησιαστής (5,10): «Αυτός που είναι φιλοχρήματος δε χορταίνει με τα χρήματα, ούτε αυτός που αγαπάει τον πλούτο ξεδιψάει με τα πλούτη»
Η ΑΠΛΗΣΤΙΑ συμπεριλαμβάνεται στα «επτά θανάσιμα αμαρτήματα» (1). Είναι μάλλον το πιο «ηδονικό» και καταστροφικό αμάρτημα για τα άτομα (Τσοχατζόπουλος κ.ά.), για ομάδες ανθρώπων (Χρηματιστήρια) και για έθνη (Αυτοκρατορίες, πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις). Λέγεται ότι η απληστία είναι σύμφυτη με τον καπιταλιστικό τρόπο ζωής: αυτό τουλάχιστον δείχνουν οι «αιτίες» των σύγχρονων αμερικανικών πολέμων, αλλά και τα σενάρια πολλών ταινιών τους.
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ είναι η ρήση που θέλει «το περισσότερο (να) είναι εχθρός του πολύ»! Αυτό είναι και το πιστεύω του κάθε άπληστου, εκπρόσωπου του σύγχρονου καπιταλισμού ή φασισμού (μαύρου ή κόκκινου, αδιάφορο)… Όχι ότι η απληστία δεν προϋπήρχε των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων, αφού η γέννησή της ανάγεται κυρίως με τη θεσμοθέτηση του χρήματος ως μονάδας συναλλαγής μεταξύ των ανθρώπων. Σήμερα στις ανερμάτιστες δυτικές κοινωνίες, καταλήγει να είναι ασθένεια… μεταδοτική που οδηγεί σε πτωχεύσεις ακόμη και κρατών. Για πολλούς, η απληστία θεωρείται «δικαίωμα». Όπως «δικαίωμα» είναι και η τεμπελιά (Πωλ Λαφάργκ)!
ΣΤΙΣ λεγόμενες «προοδευμένες» δυτικού τύπου κοινωνίες, αυτή όχι μόνο καλλιεργείται ως «παραδοσιακή αρετή» στις μεγάλες επιχειρηματικές οικογένειες, όχι μόνο συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των συναντήσεων «κορυφής», αλλά αποτελεί και τη βάση δημιουργίας κλειστών παγκόσμιων οικονομικών «λεσχών» (clubs): οι G20, η λέσχη Bloomberg κ.λπ.
Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ του άπληστου αποτέλεσε για αιώνες στοιχείο διακωμώδησης και έμμεσης διαπαιδαγώγησης των κοινωνιών. Πολλοί συγγραφείς και δραματουργοί (Ντίκενς, Μολιέρος, Σαίξπηρ κ.ά.), αποτύπωσαν τύπους άπληστων. Που, υπεράνω αισθημάτων, κοινωνικών υποχρεώσεων και ανθρωπισμού θέτουν μόνο το χρήμα: Ο Σκρουτζ, ο Αρπαγκόν, ο Σάιλοκ κ.ά., πάντα θα υπάρχουν δίπλα μας να μας καταδυναστεύουν με το χρήμα και τη συμπεριφορά τους. Πάρτε τη νεότερη εκδοχή τους, με τη μορφή των δανειστών και την τρόικα τους.
ΒΛΕΠΕΤΕ, λέξεις τόσο αναγκαίες σήμερα για τη συνοχή των κοινωνιών, όπως αλληλεγγύη, ευγενής άμιλλα, υγιής ανταγωνισμός, εντιμότητα, «ντομπροσύνη», ειλικρίνεια, αγάπη προς τον πλησίον, αλληλοβοήθεια κ.λπ. είναι ακατανόητες για τους άπληστους. Ηχούν κακόηχα στ’ αυτιά τους, αν δεν ηχούν ταυτόχρονα και… κέρματα μ’ αυτές! Υπομειδιούν συγκαταβατικά αλλάζοντας κουβέντα!
Ο ΠΑΠΑΣ Φραγκίσκος της Καθολικής Εκκλησίας, ανήσυχος από την αχαλίνωτη ασυδοσία των άπληστων του κόσμου, στο πρώτο μήνυμά του για την Ημέρα της Ειρήνης των Καθολικών (1η Ιανουαρίου, 2014), κατέκρινε τις υπέρογκες αμοιβές διευθυντικών στελεχών επιχειρήσεων, αλλά και το εισοδηματικό χάσμα που υπάρχει διεθνώς. Μίλησε για «συμπτώματα μιας οικονομίας βασισμένης στην απληστία και στην ανισότητα». Κάλεσε τα έθνη να μειώσουν τις ανισότητες, τα άτομα να επιδείξουν περισσότερη «αδελφοσύνη» και τα κράτη να αναδείξουν την «αλληλεγγύη» τους. Για να ξεπεραστεί η παγκόσμια κρίση.
ΦΑΙΝΕΤΑΙ πως από γεννησιμιού μας αυτό το «κτητικό» γονίδιο μάς καταδυναστεύει. Λέγεται πως επιστήμονες προσπαθούν να τώρα να βρουν το γονίδιο της… απληστίας, μήπως και το εξοβελίσουν από το DNA μας! Μάλλον μάταιος κόπος…
ΤΗΝ ΑΠΛΗΣΤΙΑ, ως αδυναμία της ανθρώπινης φύσης, εκφράζει κι ο Γ. Σεφέρης στο παρακάτω ποιητικό απόσπασμα («Τελευταίος Σταθμός»):
«…Ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο,
άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν
σαν έρθει ο θέρος
προτιμά να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι
σαν έρθει ο Θέρος
άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό
άλλοι μπερδεύουνται μες στ’ αγαθά τους, άλλοι ρητο-
ρεύουν.
Αλλά τα ξόρκια τ’ αγαθά τις ρητορείες,
σαν είναι οι ζωντανοί μακριά, τί θα τα κάνεις;
Μήπως ο άνθρωπος είναι άλλο πράγμα;
Μην είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή;
Καιρός του σπείρειν, καιρός τού θερίζειν…» (2)
Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ απληστία πηγάζει από την υπέρβαση του αναγκαίου. Τι όμως είναι αναγκαίο; Λίγο υγιεινό φαγητό, καλή υγεία, στέγη, σταθερή δουλειά, ησυχία, να διαθέτεις τα στοιχειώδη, να έχεις τους ανθρώπους σου… Πέρα από αυτά, είναι δύσκολο να διακρίνουμε πού τελειώνει το «αναγκαίο» κι από πού αρχίζει το «περιττό».
ΣΤΗΝ εποχή μας, ας πούμε, «αναγκαία» θεωρούνται ένα αμάξι, μια τηλεόραση, ηλεκτρική κουζίνα, ένα πλυντήριο, ένα ψυγείο, η βασική μόρφωση, λίγη ψυχαγωγία, ο ελεύθερος χρόνος κ.λπ.… Όμως, είναι απληστία να θέλουμε περισσότερα αυτοκίνητα, σπίτια και κινητά, ακριβά ρούχα, παπούτσια κ.λπ.…
ΚΑΘΕ εποχή καθορίζει τα «αναγκαία» και τα «περιττά» της. Όμως πάντα υπεισέρχεται ο εγωισμός κι ο φθόνος για τον άλλο. Από εμάς εξαρτάται η μεταπήδηση από το αναγκαίο στο περιττό, από την ολιγάρκεια στην απληστία, κι από εκεί στην οικονομική κρίση και την πτώχευση… (24/1/14)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
-(1) Τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα είναι: απληστία και αλαζονεία, οργή και οκνηρία, λαιμαργία και λαγνεία, φθόνος. Αυτά «βαραίνουν» τη χριστιανική συνείδηση και έχουν εντυπωθεί, μέσω της τέχνης, στην κουλτούρα του δυτικού πολιτισμού. Τα βρίσκουμε παντού: στις αλληγορικές μορφές των βυζαντινών εικόνων, στους αναγεννησιακούς ζωγράφους, τη «Θεία Κωμωδία» του Dante, στους «Θρύλους του Καντέρμπουρι» του Chaucer, στα έργα του Σαίξπηρ, στη σάτιρα του Μπέρτολτ Μπρεχτ ∙ ή, σε κινηματογραφικές εκδοχές, όπως το περίφημο «Seven» καθώς και τις πρόσφατες αμερικανικές ταινίες -υποψήφιες για Όσκαρ.
-(2) Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, «Ο Τελευταίος Σταθμός», σελ. 212, Ίκαρος, 10η έκδοση, 1976