Η ορθή ερμηνεία της περιώνυμης αυτής φράσης, που είναι και οι δυο πρώτοι στίχοι, του κατωτέρου επιγράμματος: «Όλβιος όστις της ιστορίας έσχε μάθησιν μήτε πολιτών επί πημοσύνην μήτ’ εις αδίκους πράξεις ορμών, αλλ’ αθανάτου καθορών φύσεως κόσμον αγήρων, πη τε συνέστη και όπη και όπως τοις δε τοιούτοις ουδέποτ’ αισχρών έργων μελέδημα προσίζει»1 Ο μεγάλος δραματουργός ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ προς τιμήν του μεγαλόφρονα φιλόσοφου ΑΝΑΞΑΓΟΡΑ, που αποκλήθηκε «ΝΟΥΣ». ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ «Ευτυχισμένος είν’ εκείνος που των φυσικών φαινομένων κατέχει τη γνώση μήτε για των πολιτών τη βλάβη μήτε σ’ άδικες πράξεις ορμώντας, αλλ’ εξετάζοντας της αθάνατης φύσης τον αγέραστο κόσμο, δηλαδή από πού αυτός έγινε και με ποιον τρόπο και πως λειτουργεί. Σε τέτοιου είδους θεωρήσεις (θεωρητικούς) ουδέποτε για αισχρά έργα σκέψη κακή επικαθίζει». (Η μετάφραση είναι του Ευάγγελου ΣΤΑΜΑΤΗ2) ΤΟ ΣΦΑΛΜΑ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ Στις επετειακές εκδηλώσεις, προφορικά ή με δημοσιεύματά τους, πολλοί, κατά τα άλλα εξαιρετικοί, αγορητές αναφέρουν την παραπάνω διαχρονική πια φράση και επικαλούνται το κύρος της αυθεντίας της, προκειμένου να εμπεδώσουν το λόγο τους. Και πράττουν έτσι, διότι εσφαλμένως πιστεύουν πως αυτή η επιγραμματική φράση αναφέρεται γενικά και υπονοεί πόλεμου και ειρήνης έργα και γεγονότα. Αλλ’ επειδή η αλήθεια είν’ εντελώς διαφορετική, ας ανοίξουμε κάποιες, για πολλούς, κλειστές πνευματικές αίθουσες και πόρτες.
Πάμε λοιπόν: ΟΙ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ Ο άνθρωπος εκ φύσεως είναι φιλομαθής κι’ έχει απορίες. Γι’ αυτό λοιπόν από τα πανάρχαια χρόνια θέλησε να βρει απαντήσεις και εξηγήσεις στα μεγάλα Οντολογικά ερωτήματα, δηλαδή θέλησε και προσπάθησε να μάθει αυτός ο κόσμος «ο μικρός και ο μέγας» από πού και πώς έγινε και πώς λειτουργεί κ.λπ. Όμως ο προεπιστημονικός άνθρωπος δεν είχε τις απαραίτητες επιστημονικές γνώσεις, μα μήτε και τις προϋποθέσεις για να τις αποχτήσει. Γι’ αυτό λοιπόν, έμφοβος, δεισιδαίμων και διεπόμενος από μια μαγική ψυχοτροπία στήριξε τις γνώσεις του πάνω σε μύθους τους θεογονικούς (γενεαλογία θεών) και κοσμογονικούς μύθους (Γένεση του κόσμου). Στους κοσμογονικούς μύθους κυρίαρχο στοιχείο ήταν ο ανθρωπομορφισμός, δηλαδή όλα τα κοσμικά Όντα , οι Δυνάμεις, οι Καταστάσεις και τα Φαινόμενα της φύσης είχαν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και παράγονται όπως οι άνθρωποι και τα ζώα. Κοινός παρανομαστής των μύθων αυτών ήταν τα εξής: αρχικά υπήρχε χαοτική κατάσταση, ο ουρανός και η γη αποτελούσαν ενιαίο και άμορφο σύνολο. Ο δε διαχωρισμός τους έγινε ή με πρωτοβουλία κάποιου δημιουργικού Θεού του ανώτερου στη θεογονική ιεραρχία, είτε με την επενέργεια μιας απρόσωπης Αιτίας. Η πρώτη κοσμογονική αφήγηση αποδίδεται στα πανάρχαια Ορφικά κείμενα του μυθικού ποιητή και αοιδού ΟΡΦΕΑ.
Μετά έρχεται ο ΟΜΗΡΟΣ, στου οποίου τα έπη ΙΛΙΑΔΑ και ΟΔΥΣΣΕΙΑ αναφέρονται θεογονικοί μύθοι. Όμως γνωστότερη και αναλυτικότερη είναι η ΘΕΟΓΟΝΙΑ του ποιητή ΙΣΙΟΔΟΥ (8ος π.Χ αιώνας). Εδώ όμως υπενθυμίζουμε τ’ ακόλουθα: Α) Παρόμοιες χαοτικές καταστάσεις, που ο θεός τις εξέλειψε δημιουργώντας τον κόσμο σε έξι μέρες, αναφέρει και η ΓΕΝΕΣΙΣ (Κεφ. Α΄ και Β΄) της Παλαιάς Διαθήκης, πράγμα που ο χριστιανισμός αποδέχεται ως δόγμα του με το Σύμβολο της Πίστεως («Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης ορατών τε πάντων και αοράτων…»). Β) Η σημερινή Επιστήμη θεωρεί ως δημιουργό του συμπαντικού κόσμου μιαν απρόσωπη Αιτία, τη Μεγάλη Έκρηξη (BING BANG). Και πάμε παρακάτω: ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΘΟ ΣΤΟ ΛΟΓΟ Όλα τα παραπάνω και πάμπολλα αλλά έλεγαν οι μύθοι. Αλλά, αν και «ο μύθος έχει νουν αληθείας», εν τούτοις όμως είν’ ένα οφθαλμοφανές ψεύδος, που παρουσιάζεται ως αλήθεια. Γι’ αυτό και με τα πρώτα του Λόγου επιχειρήματα, ο μύθος εξαφανίζεται ως ονείρου απατηλότερος. Κι’ έτσι σε κάποια ευλογημένα ιστορικά τέρμενα ο Λόγος έκαμε το Μύθο διωγμένο βασιλιά. Κι’ αυτό το θαυμάσιο στην ιστορία του Πνεύματος έγινε περί τα τέλη του 7ου αιώνα π. Χ, κάτω από το γαλανόλευκο ουρανό, το εύκρατο κλίμα και τη χαριτωμένη γεωλογική διαμόρφωση της Ελλάδας, πρώτιστα όμως στην αρχαία Ιωνία, της πάλαι ποτέ ελληνικότατης Μικράς Ασίας, μα τώρα χαμένη πατρίδα. Ναι εκεί πρωτοφάνηκαν, σαν θεόσταλτοι, οι Ίωνες φιλόσοφοι ή άλλως πως ονομαζόμενοι φυσικοί ή Κοσμολόγοι, αλλά και Προσωκρατικοί αποκαλούμενοι, ως πριν από το Σωκράτη υπάρξαντες.
Κι’ ας μνημονεύσουμε μερικούς από αυτούς : Αναξαγόρας, Αναξίμανδρος, Ηράκλειτος, Θαλής κ.α.π. Αλλά και σ’ άλλους ελληνικούς χώρους εμεγαλούργησαν Προσωκρατικοί φιλόσοφοι, όπως π.Χ ο Δημόκριτος, ο Πυθαγόρας, ο Εμπεδοκλής, ο Παρμενίδης, και ο Κρητικός Διογένης ο Απολλωνιάτης, από την Απολλώνια (τη σημερινή ΕΛΕΥΘΕΡΝΑ) Ρεθύμνου κ.α.π. Βέβαια καθένας απ’ αυτούς τους Προσωκρατικούς φιλόσοφους εθεώρησε και διαφορετικό πράγμα ως Αρχή ή βασικό δομικό στοιχείο του κόσμου. Έτσι, ο Αναξαγόρας εθεώρησε το ΝΟΥ, ο Δημόκριτος το ΑΤΟΜΟ, ο Ηράκλειτος το ΠΥΡ, ο Θαλής το ΝΕΡΟ κ.ο.κ. Και όλοι αυτοί, αναφερόμενοι και μη, Προσωκρατικοί είναι οι πρωτεργάτες του ορθού λόγου και οι σκαπανείς της Επιστήμης. Αλλ’ αυτό δε σημαίνει πως όλοι τους βρήκαν όλη την κοσμική αλήθεια, διότι φιλοσοφία και αλήθεια είναι δυο διαφορετικά πράγματα. Όμως καθένας τους αποκάλυψε ένα μέρος της αλήθειας, που επαληθεύτηκε πολύ αργότερα από την Επιστήμη. Αλλά εμείς για τώρα θα μείνουμε στον Αναξαγόρα. ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ Ο ΑΠΟΚΛΗΘΕΙΣ ΝΟΥΣ Ο μεγαλόφρων και υψιπέτης3 προσωκρατικός φιλόσοφος Αναξαγόρας (500-428) γεννήθηκε στις Κλαζομενές, μια παραλιακή πόλη της Μικράς Ασίας κοντά στη Σμύρνη (τα σημερινά ΒΟΥΡΛΑ, που τώρα θα έχουν τούρκικο όνομα). Παιδί πλούσιας κι’ αρχοντικής γενιάς παραχώρησε στους δικούς του την πατρική περιουσία, δηλαδή τα επίγεια, για ν’ ασχοληθεί εκείνος με τα επουράνια. Και τόσο πολύ τον γοήτευσαν τα νοήματα και τα μηνύματα του σύμπαντος κόσμου, ώστε έλεγε πως αξίζει να γεννηθεί κανείς μόνο και μόνο για να δει και ν’ απολαύσει την επουράνια τάξη και αρμονία.
Ο Αναξαγόρας, άγνωστο και ποιο λόγο, σε ηλικία 20 ετών, έφυγε από την πατρίδα του και πήγε στην Αθήνα, όπου ίδρυσε δική του Σχολή και παρέμεινε επί 30 έτη. Ας δώσουμε το λόγο στο βιογράφο των αρχαίων φιλοσόφων Διογένη Λαέρτιο, που για τον Αναξαγόρα γράφει: «Ο Αναξαγόρας… πρώτος πάνω από την ύλη ετοποθέτησε το νου αρχίζοντας έτσι το σύγγραμμα του: όλα τα πράγματα (όλος ο κόσμος) αποτελούσε ένα ενιαίο σύνολο, ύστερα ήλθε ο νους και τα ταξιθέτησε, τα τακτοποίησε, τα στόλισε, γι’ αυτό και αποκλήθηκε Νους» (Ανξαγόρας… πρώτος τη ύλη νουν επέστησεν, αρξάμενος ούτως του συγγράμματος (Περί φύσεως) πάντα χρήματα ην ομού, είτα νους επέλθων αυτά διεκοσμήσε. παρό και Νους επεκλήθη4»). Ο Αναξαγόρας επικέντρωσε τις έρευνες του στη σπουδή των φυσικών φαινομένων. Και, καθώς είπαμε, ετοποθέτησε πάνω από την ύλη το ΝΟΥ ως ρυθμιστή και ταξιθέτη των πραγμάτων, όμως δε μας προσδιόρισε αν θεωρεί το Νου και ποιητή των όλων, δηλαδή Θεό. Ο Αναξαγόρας δίδασκε πως το ποσόν της ύλης παραμένει σταθερό κα αυτό που καλούμε γένεση και φθορά δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένωση και χωρισμός στοιχείων που προϋπάρχουν. Κι αυτή η κίνηση των πραγμάτων είναι λέει έργο του Νου. Δηλαδή, ο Αναξαγόρας δέχεται κι’ αυτός το αξίωμα της αφθαρσίας της ύλης5. Ο Αναξαγόρας εδίδασκε για την κατάσταση της γης, της σελήνης, του αέρα, του νερού, για τ’ άστρα, τους κομήτες, τους διάττοντες αστέρες , τη σύνοδο πλανητών, για τις αστραπές και βροντές, που έλεγε ορθά ότι προέρχονται (όχι από το θυμό του Δία), αλλ’ από σύγκρουση και τριβή των νερών. Έκανε λόγο για το Γαλαξία, που έλεγε πως είναι αντανάκλαση φωτός αστέρων, που δεν τα φωτίζει ο ήλιος6. Στη Σχολή του ο Αναξαγόρας, μεταξύ άλλων επιφανών, είχε και μαθητές το μεγάλο πολιτικό Περικλή και τη σύντροφο του Ασπασία, καθώς και τον ένα από τους 3 μέγιστους δραματουργούς, τον Ευριπίδη, τον αποκαλούμενο και «ο από σκηνής φιλόσοφος».
Στον Αναξαγόρα οφείλει ο Περικλής τη ρητορική του δεινότητα και τις καλλιλογικές του δεξιότητες, όπως απ’ αυτόν διδάχθηκε να χρησιμοποιεί την αιτιατή ερμηνεία των πραγμάτων, έτσι ώστε αργότερα να ερμηνεύσει λογικά μιαν έκλειψη ηλίου. Ο Αναξαγόρας, έχοντας εφόδια τις αστρονομικές του γνώσεις, αντιμετώπιζε τη λαϊκή θρησκεία με κριτική διάθεση («ερεύνα και πίστευε») και για τους λόγους αυτούς δεν παραδεχότανε καμμιά ανεξήγητη επέμβαση των θεών στην αέναη λειτουργία του κόσμου, καθώς δίδασκαν οι μάντεις και οι ιερείς. Και γι’ αυτό δίδασκε πως ο ήλιος δεν είναι θεός, αλλά «μύδρος διάπυρος» (πυρακτωμένη λάβα). Αυτό όμως, ήταν η αφορμή να κατηγορηθεί για αθεΐα. Και με ψήφισμου του μάντη Διοπείθη να εισαχθεί σε δίκη και να καταδικασθεί σε θάνατο7. Όμως, με παρέμβαση του πανίσχυρου Περικλή, η θανατική ποινή, μετατράπηκε σε ισόβια εξορία. Και ο Αναξαγόρας ισοβίως εξορισμένος πήγε στη Λάμψακο, μια πόλη στον Ελλήσποντο, όπου τιμώμενος τα μέγιστα ίδρυσε πάλι Φιλοσοφική Σχολή. Αλλά σε λίγα χρόνια ο μεγαλόφρων Αναξαγόρας πέθανε. Και προς τιμή και μνήμη του αιώνια οι Λαμψακήνοι, έγραψαν πάνω στον τάφο του το παρακάτω επίγραμμα: «Ένθαδε, πλείστον αλήθειας περήσας ουρανίου κόσμου, κείται Αναξαγόρας» (Εδώ σ’ αυτό το μνήμα είναι θαμμένος ο Αναξαγόρας, που βρήκε το περισσότερο μέρος της αλήθειας, για τον ουράνιο κόσμο). Στο μεγαλόφρονα λοιπόν φιλόσοφο Αναξαγόρα, ο Ευριπίδης ο μαθητής του και ο «από σκηνής φιλόσοφος» αφιέρωσε τον επιγραμματικό λόγο «Όλβιος όστις…», που στην αρχή του κειμένου μας παραθέσαμε. Αλλά ώρα να γυρίσω στη μοναξιά και τη σιωπή μου.
Αργότερα θα επανέλθω με άλλο Προσωκρατικό Φιλόσοφο. Έρρωσθε. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Βλέπε Aug. Navck “Tragicorum Graecorum Fragmenta Euripidis fragm 910” (Ελλήνων τραγικών Αποσπάσματα Ευριπίδης, απόσπασμα 910) 2 Βλέπε Ευάγγελου Σ. ΣΤΑΜΑΤΗ «ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ» ΑΝΑΓΟΡΑΣ. Σελ 91, Αθήνα 1966. 3 Υψιπέτης, ο (ύψι= ψηλά + πέτομαι, πετώ): αυτός που πετά ψηλά, που εκφράζει υψηλές έννοιες, μεγάλο πνεύμα. Αλλά υψιπετής (ύψι + πίπτω) αυτός που πέφτει από ψηλά. 4 Βλέπε «DIOGENI LAERTII VITAE PHILOSOPHORUM (Διογένη Λαέρτιου «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ»), Τόμος Α’, ΙΙ 6, Επιμελεία Η. S. LONG, OXFORD CLASSICAL TEXTS. 5 Πρώτος ο Αναξίμανδρος (610-546 π. Χ) είχε μιλήσει για την αφθαρσία της ύλης, ενώ πολύ αργότερα, περί τα τέλη του 19ου αιώνα μ.Χ, ο Γάλλος χημικός Lavoisier είχε διατυπώσει στη φυσική επιστήμη και ειδικότερα στη χημεία το νόμο της αφθαρσίας της ύλης. 6 Η Χριστιανική λαϊκή παράδοση, λέει, πως ο Γαλαξίας είναι η αντανάκλαση του Ιορδάνη Ποταμού. Η Επιστήμη όμως αποδεδειγμένα τονίζει πως ο Γαλαξίας είναι συγκρότημα δισεκατομμυρίων αστέρων, όπου ανήκει και το δικό μας ηλιακό σύστημα. 7 Το Μεγαλοϊερατείο ενίοτε δογματικό, τυφλοφανατισμένο και μισαλλόδοξο ορμά σαν όρνεο και κατασπαράζει τους προοδευτικούς και ρηξικέλευθους ανθρώπους που, κατά την κακή του γνώση και γνώμη, είναι τάχα άθεοι, αιρετικοί και προδότες.
Έτσι καταδίκασε σε θάνατο τον πρωτοπόρο και πρωτεργάτη της επιστήμης Γαλιλαίο (1564-1642), επειδή δίδασκε πως η γη κινείται. Κι αυτός, για να μην εκτελεσθεί από την Ιερά Εξέταση, αναγκάσθηκε γονατιστός να ορκιστεί φριχτά πως η Γη δεν κινείται, ενώ ταυτόχρονα ψιθύριζε τη περίφημη φράση “Et tamen movet” («και όμως κινείται»). Παρόμοιας υφής και νοοτροπίας ήταν κι’ εκείνο το ιερατείο των Αθηνών (ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και όλη η Ιερά Σύνοδος) που στις 13 Δεκεμβρίου 1916 στο πεδίο του Άρεως Αθηνών και πραγματοποιώντας «το πανηγύρι του διαβόλου» αναθεμάτισε τον Εθνάρχη Ελευθέριο ΒΕΝΙΖΕΛΟ πετώντας λίθο αναθέματος εκείνοι και οι ομοϊδεάτες των που προσκάλεσαν, συνάμα δε κραυγάζοντας «κατάρα και ανάθεμα εις τους μεγάλους προδότες ΒΕΝΙΖΕΛΟ, ΔΑΓΚΛΗ ΚΑΙ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗ».