Ειλικρινά βαρέθηκα να γράφω κάθε τόσο
στιχάκια για τροϊκανούς, που μας ταλαιπωρούνε,
μα ‘γω το κάνω μοναχά, την ώρα να σκοτώσω
σαν λείπουν τα εγγόνια μου και να ‘ρθουνε αργούνε.
Τούτες τις ώρες μου ‘ρχονται εις το μυαλό ιδέες
που σπιρουνίζουνε το νου, θέλοντας να τσι γράψω,
άλλες φορές μοσχοβολούν όπως τις ορχιδέες
κι άλλες προβληματίζουνε και μου ‘ρχεται να κλάψω.
Να κλάψω για τη χώρα μας, την όμορφη Ελλάδα
που σήμερα την έχουνε στου κανονιού την μπούκα,
ούλ’ οι μεγάλοι του ντουνιά και προκαλούν ζαλάδα
σε κείνη που τους άφησε πολιτισμό για προύκα.
Όμως ο ύψιστος Θεός απ’ τ’ ουρανού τα πλάτη
βλέπει τα πάντα και μπορεί πολύ να περιμένει,
συγγνώμη και συγχώρεση και με καθάριο μάτι
να κρίνει τον καθένα μας, την ώρα την ταμένη.