Τρίτη, 8 Οκτωβρίου, 2024

Από τη ζωή και τσι σηνήθειες τη φθινοπωρινή περίοδο µια φορά

Είδε κι απόειδε επιτέλους και συµµορφώθηκε ο φετινός Σετέµπρης. Κι αντίκοψε τη φούρια απούχανε οι καύσωνες, τούτονε τον καιρό, κι εδροσάνιασε.

Το µόνο απού δεν τα κατάφερε είναι απού δεν εξεσήκωνε τα φθινοπωρινά συννεφάκια, για να περιορίσουνε την κυριαρχία του Ήλιου, και να φέρουνε τσοι πρώτες φθινοπωρινές βροχές, για να δροσερέψουνε και την κατακαηµένη γη και τα καταταλαιπωρηµένα δέντρα και να ξυπνήσουνε τσοι πάσης φύσεως σπόρους, απού ΄ναι σε αναµονή, για να φυτρώσουνε και να πρασινίσουνε την ύπαιθρο. Και να ζωηρέψουνε τα ξεπνεµένα από τσοι ζέστες κλαδιά. Μα όπως φαίνεται, δεν βιαζόταν. Και µ’ ιδιαίτερη χαρά συνεχίζουνε και απολαβάνουνε τα µπάνια ντωνε και δροσερεύουνε στη δροσερή αγκαλιά τση θάλασσας όσοι τση ΄χουνε αδυναµία και οι υποχρεώσεις τωνε των επιτρέπουνε. Κι ούλοι οι γι άλλοι, απού καλλιεργούνε τη γη, κι από τούτηνα τη δουλειά, προσπορίζονται τα προς το ζην, κι ούλα τ’ άλλα, δέντρα και ζώα, να µένουνε µε την ελπίδα. Και να γροικούνε τα δελτία καιρού, καθ’ αργά από τα ΜΜΕ, για να στραφαίνουνε το φεγγάρι αν έχει νερό, και τ’ άλλα σηµάδια του ορίζοντα, για να ελπίζουνε όπως εκάνουνε και µια φορά κι έναν καιρό, απού τσ’ αργαδινές εδιαβάζανε το καζαµία, κοντά στο φωτιστικό κείνουνα του καιρού το λυχναράκι.

Και µιας εδά και ο Σετέµπρης παρέπεσε και ξέπνευσε, ο νους µου µε ταξιδεύει στα περασµένα. Απού οι αθρώποι εξιούσανε σ’ τσ’ αθρώπους. Με απόλυτη υπακοή στσοι φυσικούς νόµους και στη παραδοσιακή ζωή. Κι αναστορούµαι τσ’ αεικίνητες νοικοκεράδες, τσοι τρανές οικοδέσποινες κείνουνα του καιρού απού σε τούτονε το καιρό ανεβάζανε τα κοπελάκια στα δώµατα γη στα κεραµίδια, για να µαζώξουνε τσοι σταφίδες και τη µουσταλευρέ που τα ΄χανε εκειά, για να τα ξεράνει ο ήλιος και να τση σταφιδιάσει. Για να τα ετοιµάσουνε και να τ’ αποθηκέψουνε στα ντολάπια ντωνε. Γιατί, µαζί µε τσοι συκοπιταρίδες ήτανε τα ξελιξίδια κείνουνα του καιρού. Και µε τούτανα εφιλεύανε τα κοπελάκια, σα τα µπέµπανε για θελήµατα, τ’ ανταµοίβανε µε µια χουφτέ από τούτανα τα ξελιξίδια, γη µε κιανένα λαδοκούλουρο, ανέ φουρνίζανε. Και µε τουτανά ακόµη εκερνούσανε τη τσικουδιά στσ’ αποσπερίδες τσοι µουσαφήρισες των.

Εν τω µεταξύ οι κρασοπαραγωγοί είχανε αρχινίξει ν’ αφρουκάζονται τα βαρέλια ντων, ανέ τσιρίζει ο µούστος κι οι λιγόψυχοι εδοκιµάζανε κιόλας. Γι’ αυτό και τσ’ αργαδινές επαέ στον καφενέ, σαν είχε κιανείς πολλά λόγια, τον εσουρεύανε πως είχε ξηλώσει τσοι κουνούπους. Ότι δηλαδή είχε παραπιεί µε τσοι δοκιµές του φετινού κρασιού. Κι ετσά φυσικά επέρνα η γι ώρα ουλονώ, σ’ εύθυµο κλίµα. Μα όσο επερνούσανε οι γι ηµέρες κι επλησίαζε ο Οκτώβρης αρχινούσανε να ξηζητούνε και να ταιριάζουνε σε συντροφιές για το µεγάλο πανηγύρι, µε την παγκρήτια απήχηση. Του Αγίου Ιωάννου του Ερηµίτη στο Γουβερνέτο.  Γιατί οι γι αθρώποι κείνουνα του καιρού εκατέχανε να ξεχωρίζουνε τσοι σκόλες από τσοι καµατερές. Γι’ αυτό και δεν είχανε κάθε µέρα λαµπρή. Πάρα όντε έπρεπε κι όπως έπρεπε. Τον εορτάζανε το βιόντωνε κι ετσά δεν έµενε ανεόρταστος. Για κείνο κι η παράδοση τσοι καθοδήγα στα πανηγύρια τα µικιά και µεγάλα, απού εκειά “εκλέφτανε τη µια του χάρου” και ταχιά και πάλι το δύσκολο αγώνα τση ζωής.

Γιατί σε τούτανα τα πανηγύρια εξεδούνε οι γι αθρώποι από τσοι δυσκολίες και τα βάσανα τση καθηµερινότητας. Κι εγλεντούσανε τη ζωή ντωνε όπως έπρεπε. Γιατί η ζωή είναι και κείνη θεϊκό δώρο και δε µας την έδωσε ο Θεός να τη κρατούµε ανενεργή, όπως τον πονηρό δούλο το τάλαντο. Μουδέ να τη χαραµίζοµε άσκοπα µε τσοι χίλιες δύο υπερβολές κι ασωτίες. Παρά εκειά στα πανηγύρια βρίσκοµε τον εαυτό µας και ξαλαφρώνουµε τα σώψυχα µαας από τσοι στενοχώριες και τσοι κακοτοπιές τση ζωή. Μα κι εκειά εξυπνούσανε και τα ερωτικά µας αιστήµατα, γιατί κι ο έρωτας σαν αίστηµα που είναι και κείνος θεϊκό δώρο είναι. Γι’ αυτό κι αναζητούσανε σε τούτουσας τσοι τόπους οι νιοι κι οι νιες το ταίρι ντωνε για να ζευγαρώσουνε σαν τα πουλιά χαρούµενα εις την εδική ντωνε φωλιά. Κι ετσά εχαιρούντανε τη ζωή ντωνε και παράλληλα αναπέµπανε προσευχές και δεήσεις µε το σπρνό κι αξηµέρωτα µε τον όρθρο και τη Θεία λειτουργία. Με τσοι πρεσβείες του Αγίου η Θεία Πρόνοια του Θεού να τσοι προστατεύει από τσοι καλοστραθιές και τα παραστρατήµατα και να τσοι καθοδηγά στο σωστό δρόµο τση ζωής.

Σε τούτεσας τσοι σκέψεις µ’ οδήγησε ο ερχοµός του φετινού Οκτώβρη. Σε µια άλλη εποχή, τη παλιά εποχή απού οι γι αθρώποι είχανε σκοπό και προορισµό στη ζωή ντωνε γι’ αυτό και στρώνανε από νωρίς το κρεβάτι απού θα εκοιµούντανε. Και µε την ευκαιρία τούτηνε, τα ταπεινά µου λόγια αυτά τ’ αφιερώνω σαν ετήσιο µνηµόσυνο στους ιεροµόναχους, ιεροδιάκονους και µοναχούς τσ’

Ιεράς Μονής Γουβερνέτο. Κι ούλους τσ’ άλλους συγγενείς, φίλους και χωριανούς απού συµπορπατούσαµε τότε σας. Και των εύχοµαι την αιώνια ανάπαψη.

Θέε µου, φύλαε το νου µας και καθοδήγα µας για την καλή ντου χρήση.

Πολλά τα έτη σας Αναγνώστριες κι Αναγνώστες µου κι αναζήτηχτοι.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα