Τετάρτη, 6 Νοεμβρίου, 2024

Από τύχη ζούμε…

Ο γέρο-ψαράς σταυροκοπήθηκε. Στράφηκε κατά την Ανατολή, έγειρε την κορμοστασιά.  Τρεμουλιαστό βγήκε μουρμουρητό από τα χείλη του, που τάραξε την πρωινή τη σιγαλιά:
– Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που ξύπνησα και σήμερα…Σ’ ευχαριστώ π’ επίτρεψες στου κύρη τη σπορά να’ μαι εγώ, και τούτη τη στιγμή βλέπουν τα μάτια μου τα έργα Σου…Μέγας είσαι Κύριε…Κίνησε και τούτη η μέρα…
– Τι μουρμουρίζεις πάλι καπετάνιε; Τον ρώτησε ο παραγιός, που βάλθηκε από ώρα ν’αναμπαλώνει και να συμμαζεύει το δίχτυ του γέρο-ψαρά.
– Δεν μουρμουρίζω γιε μου, και δεν παραπονιέμαι, καθώς, εξύπνησα και σήμερα. Είπα “ευχαριστώ” στον Κύριο που’μαι και σήμερα ζωντανός, ύστερα από το χθεσινό μπουρίνι. Γέλασε ο νεαρός.  Τούτη η μανία που’ χε ο γέρος να παίζει το κρυφτούλι με τον Χάροντα, τον διασκέδαζε. Επιασε το συλλογισμό του νιου, ο γέρο-ψαράς:
-Για έλα εδώ άμυαλε νεαρέ, του φώναξε.
Σίμωσε ο νεαρός, κάθισε πλάι του. Άρχισε ο γέρος να μιλεί:
– Το ξέρεις νεαρέ, πως από τύχη ζούμε; Θα στ’ αποδείξω εγώ με λίγα λόγια, καθώς το νιούτσικο μυαλό σου πρέπει πολλά να πάθει για να μάθει, αν το προφτάσει και τα μάθει…Έλεγα το λοιπόν πως ζούμε από τύχη καθαρή εσύ κι εγώ, καθώς:
– Φτάσαμε στο λιμάνι σώοι απ’ το χθεσινοβράδυνο μπουρίνι που μας βρήκε μεσοπέλαγα…
Κι ακόμη:
– Δεν βρεθήκαμε στον κατακλυσμό στη Μάντρα της Αττικής, πριν ένα χρόνο,   μήτε στη λαίλαπα της πυρκαγιάς στο Μάτι της Αττικής και πάλι, πριν λίγους  μήνες…
Δεν βρεθήκαμε σε κάποιο από τα σαπιοκάραβα των δύστυχων εκείνων των προσφύγων, στο προχθεσινό ναυάγιο…
Δεν είμαστε έρμαια σε κείνους τους κυκλώνες εις τα μέρη μας, μα και στους χθεσινούς σε κάποια άλλη άκρη της ίδιας Γης…
Δεν είμαστε στους άτυχους των γιορτινών τριήμερων στη χώρα μας…
Δεν χάλασε το σπίτι μας από σεισμό…
Δεν είμαστε στο χτεσινό τροχαίο…
Δε μπήκαμε στο στόχαστρο τ’ αδίσταχτου ληστή…
Δεν μας επρόδωσε ακόμη η καρδιά μας, κι ακούραστα χτυπάει ως τα τώρα…
Δεν μας τη χτύπησε την πόρτα η “επάρατος”, μα και οι άλλες συμφορές που αποδεκατίζουν καθημερινά το ανθρωπίσιο γένος και μείς αναρωτιόμαστε πώς έγινε και πέθανε ο νέος τόσο πρόωρα, ο γέρος αναπάντεχα, και ο μεσήλικας στα ξαφνικά…
Δεν είμαστε πολίτες στο Ιράκ, στη Συρία, στο Αφγανιστάν καθώς, τρέχουν πολλοί για να τους “σώσουν”, έτσι για να τους αφανίσουν εις την υστεριά εκείνοι, μ’ όποιο τρόπο…
Σιώπησε ο γέρος. Δεν γέλασε μαζί του ο μικρός.  Μέσα στο νιούτσικο μυαλό του είχε φωλιάσει η έγνοια…
Μίλησε και πάλι ο γερο-ψαράς:
– Πολλοί από δαύτους που φιγουράρουνε εις τα μνημόσυνα της Κυριακής, είχαν την τύχη να συναντηθούνε εις το διάβα τους, με τη σκιά της ατυχίας…Δεν βλέπεις τις ειδήσεις;  Αν βγάλουν από δαύτες τους σκοτωμούς, τα δυστυχήματα, τα ατυχήματα, τους βιασμούς και τις ληστείες, τί θα μείνει;  Σκέψου και πες…Και πίσω από κάθε γεγονός, κάποιος συνάνθρωπος φεύγει για πάντα. Ετσι στα γρήγορα, στα ξαφνικά, κι ας έκανε μέχρι προ ολίγου όνειρα να αποκτήσει…να κατακτήσει –τάχατες- τον κόσμο…Εσύ κι εγώ έως τα τώρα που μιλάμε, ξεφεύγουμε, είμαστε ζωντανοί, είμαστε’ δώ και συζητάμε…Δεν ξέρω ως τα πότε, μα, έως τότε, μπορώ και εξυμνώ το σήμερα…
Κι ευθύς ο γέροντας σηκώθηκε. Στράφηκε κατά την Ανατολή…Σταυροκοπήθηκε ξανά…Τον μιμήθηκε κι ο νεαρός ο παραγιός του. Τα λόγια του γέρου είχαν πιάσει τόπο στο νιούτσικο μυαλό του…
Έπεσε σιωπή…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα