Το συνέδριο «Από τις Σέβρες στη Λωζάννη», που οργάνωσαν το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία και το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» (14-17 Δεκεμβρίου 2022), υπήρξε εξαρχής εγχείρημα φιλόδοξο και επιβλητικό. Το μαρτυρούν, εν πρώτοις, τα ποσοτικά στοιχεία όπως αναφέρει κι η σχετική ανακοίνωση του ιδρύματος: εξήντα ομιλητές, Έλληνες και ξένοι, τέσσερις ημέρες, δεκατέσσερις συνεδρίες. Έπειτα, το εύρος των θεμάτων τα οποία κάλυψε: από το διεθνές περιβάλλον και τους περιφερειακούς σχεδιασμούς, μέχρι τις στρατιωτικές διαστάσεις, το προσφυγικό ζήτημα και τις μειονότητες, την εσωτερική και την εξωτερική πολιτική, τις πολιτικές και ιστοριογραφικές προκλήσεις όσον αφορά την πρόσληψη και την αποτίμηση της περιόδου. Οι πλούσιες εργασίες του δικαίωσαν τον σχεδιασμό: πρωτότυπες και τεκμηριωμένες εισηγήσεις, πολύπλευρη προσέγγιση των ζητημάτων, εντυπωσιακή συμμετοχή του κοινού και πολλοί φοιτητές.
«Οι Σέβρες απέχουν από τη Λωζάννη τριάντα μόνο μήνες», είπε στον χαιρετισμό του, ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Κωνσταντίνος Αν. Τασούλας. Είναι, όπως επεσήμανε, μια «συγκλονιστική περίοδος, πυκνή σε γεγονότα, πυκνή σε λεπτές ισορροπίες, η οποία μας οδηγεί σε δύο βασικά συμπεράσματα: πως ό,τι και να συμβεί, όσο ποικίλες και πολύπλοκες κι αν είναι οι διεθνείς μας σχέσεις, η επιτυχία μας σε αυτές εξαρτάται από δύο απαράβατους όρους. Ο ένας είναι να είμαστε εμείς ισχυροί, οικονομικά και στρατιωτικά, να είμαστε εμείς οι ίδιοι που να πατάμε γερά στα πόδια μας, και ο άλλος έχει να κάνει με τις διεθνείς μας σχέσεις. Εμείς, όντας ισχυροί, οικονομικά και στρατιωτικά, να επιλέγουμε τη σωστή πλευρά της ιστορίας, ώστε τα συμφέροντά μας να μπορούν να υλοποιηθούν συμβαδίζοντας με τα συμφέροντα εκείνων οι οποίοι μπορούν ευρύτερα να τα επιβάλουν. Oι δύο παράμετροι», κατέληξε, εξακολουθούν να είναι σήμερα όροι απαράβατοι κάθε επιτυχούς ελληνικής εξωτερικής πολιτικής».
Οπως σημειώνεται, ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του συνεδρίου ήταν «η έμφαση στις διεθνείς διαστάσεις του ιστορικού φαινομένου οι οποίες διαπερνούσαν όλες τις συνεδριάσεις· το γεγονός ότι η προσέγγιση των “κλασικών” ζητημάτων, που έχουν απασχολήσει διά μακρών την ιστοριογραφία, πραγματοποιήθηκε μέσα από τη μελέτη συγκεκριμένων πτυχών και με την αξιοποίηση νέων αρχειακών πηγών· η συμμετοχή και ο δημιουργικός διάλογος παλαιότερων και νεότερων ερευνητών και ερευνητριών».
Επισημαίνεται επίσης πως το συνέδριο συνολικά «μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη υπέρβασης άγονων ερωτημάτων και διαξιφισμών που διαπερνούσαν μέχρι πρόσφατα τη δημόσια συζήτηση για κορυφαία ζητήματα όπως η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή. Μέσα από τις διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις, αναδεικνυόταν, ως κοινή μέριμνα, η τεκμηρίωση και η κατανόηση της πραγματικότητας, η ερμηνευτική της προσέγγιση, η ένταξή της σε ευρύτερα σχήματα, μέσα από την αξιοποίηση αναλυτικών και θεωρητικών εργαλείων».
Στο κλείσιμο του συνεδρίου, ο γενικός διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» Νικόλαος Παπαδάκης-Παπαδής και ο γενικός γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου εξέφρασαν τη χαρά και την ικανοποίησή τους για τις γόνιμες εργασίες, αλλά και επειδή το συνέδριο αποτελεί έναν ακόμα σταθμό στην πολύχρονη και στενή συνεργασία των δύο Ιδρυμάτων. Όπως σημειώνεται σχετικά, ο Ν. Παπαδάκης τόνισε τον καταλυτικό ρόλο του Ελευθερίου Βενιζέλου, του μεγαλύτερου Έλληνα πολιτικού, που διαμόρφωσε τον ελληνικό 20ό αιώνα. Ο Ευ. Χατζηβασιλείου, με τη σειρά του, επεσήμανε ότι το συνέδριο συνιστά δείγμα ωρίμανσης της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας, καθώς υπερβαίνει τα πάθη του Διχασμού, ενώ εκτίμησε ότι τα Πρακτικά του, που θα κυκλοφορήσουν σε έντυπη μορφή, θα αποτελέσουν έργο αναφοράς.