Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Από το 1922 στο 2022 

» κι από τον Γιακουμή στον Κυριάκο
» Χρονογραφώντας την πικρή αλήθεια

 

Κύριε διευθυντά,
ο νέος χρόνος κατά περίεργο τρόπο επανέφερε στο προσκήνιο τη Μικρασιατική Καταστροφή και τα τραγικά γεγονότα της Σμύρνης, όχι πως κάθε Σεπτέμβριο δεν μνημονεύονται, αλλά το 2022 αποκτούν μια επιπλέον σημασία αφού συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη μεγαλύτερη τραγωδία του ελληνικού έθνους. Και επειδή ακριβώς αυτή η συγκεκριμένη επέτειος «ενοχλεί» καλό είναι να υποβαθμιστεί το γεγονός από την επίσημη πολιτεία και να μετατεθουν οι  ευθύνες για την διοργάνωση κάποιων επετειακών εκδηλώσεων στους ώμους των συλλογικών φορέων των προσφύγων ή της τοπικής αυτοδιοίκησης. Γιατί άραγε;
1922-2022. Εκατό χρόνια λοιπόν από την Μικρασιατική Καταστροφή και η ελληνική κυβέρνηση ανακήρυξε το 2022 όχι «Έτος Μνήμης Μικρασιατικού Ελληνισμού», όπως όφειλε να κάνει, αλλά «Έτος Ιάκωβου Καμπανέλλη», ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1921 στη Νάξο και η εκατονταετηρίδα του θα έπρεπε να γιορταστεί το 2021. Έλα μου που το 2021 συμπληρώνονταν τα 200 χρόνια κι από την επανάσταση του 1821. Άσε τον γιορτάζουμε του χρόνου τον Γιακουμή πρότεινε ο Μητσάρας με τα υστερολατινικά που τα μιλά απταίστως. Τι να κάνει και η Στελλίτσα θέλοντας και μη συμφώνησε. Μετά τον σάλο, την αναταραχή και τις διαμαρτυρίες των προσφυγικών σωματείων το υπουργείο Πολιτισμού, για να τα μπαλώσει έβγαλε ανακοίνωση ότι το 2022 ανακηρύσσεται λογοτεχνικό έτος Καμπανέλλη. Μα τι λέτε μαντάμ και γιατί δεν ανακηρύξατε λογοτεχνικό έτος Καμπανέλλη το 2021 να είστε και μέσα στη σωστή χρονολογία και μεταθέσατε τη γιορτούλα του καημένου του Γιακουμή το 2022; Λογοτεχνικό έτος Καμπανέλλη το 2021 και ιστορικό έτος πάλι το 2021 για εθνικούς λόγους.
Ο Καμπανέλλης αγανακτεί με τα καμώματα αυτά των κυβερνητικών παραγόντων του «Μεγάλου μας Τσίρκου» στη «Γειτονιά των Αγγέλων» που βρίσκεται, συντροφιά με την «Ασπασία» και τον «Οδυσσέα». Παρατηρεί με απορία τα όσα ευτράπελα γίνονται από τους «Εχθρούς του Λαού», δηλαδή του επίσημου κράτους σε βάρος της «Αποικίας των τιμωρημένων» της ιστορίας, των Μικρασιατών, των Ποντίων, των Καππαδοκών και των Θρακών. Κοιτάζει από ψηλά την «Ηλικία της Νύχτας» του πολιτισμού μας, κατάπληκτος κι ο ίδιος από τα αποτελέσματα της εθνικής μας τύφλωσης και της συνεχιζόμενης εθελοδουλείας μας. Αυτός που αγωνίστηκε με το έργο του γι’ αυτόν τον λαό ποτέ δεν θα δεχόταν, αν ζούσε, να εκμεταλλευτούν το όνομά του για να απαξιώσουν με τον τρόπο αυτό το δραματικά γεγονότα του 1922.
Προσωπικά δεν ήταν κάτι που δεν το περίμενα. Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις στα ίδια χνάρια βαδίζουν. Εδώ τόλμησε Έλληνας πρωθυπουργός και μάλιστα «εθνάρχης» να εισηγηθεί στη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών να δώσει το Νόμπελ Ειρήνης στον Μουσταφά Κεμάλ παρακαλώ, γιατί λέει ο καλός μας φίλος, ο Μουσταφάς, αγωνίστηκε για την ειρήνη και τη φιλία των δύο λαών. Πότε έγινε αυτό και δεν το πήραμε χαμπάρι; Τότε που ο Κεμάλ κατέσφαζε τους Πόντιους και τους Μικρασιάτες; Αφού και ημέρες Μνήμης καθιερώσαμε για να μη ξεχάσουμε τη Γενοκτονία των Ποντίων    (19 Μαίου) και τη Γενοκτονία των Μικρασιατών (14 Σεπτεμβρίου). Τι τις θέλουμε τις γιορτές μνήμης και τα πανηγύρια κάθε χρόνο και δώστου στεφάνια στα κενοτάφια της μνήμης και μεις δεν ξεχνάμε. Τι δεν ξεχνάμε και κουραφέξαλα! Στεναχωριέται κι ο καημένος ο Κεμάλ, ο κολλητός μας, μ’ αυτά που βλέπει.
Και τώρα για να σοβαρευτούμε προφανώς και ο  Μουσταφά Κεμάλ πασάς έκαψε την Σμύρνη και με δικές τους εντολές έγινε ότι έγινε σε βάρος των χριστιανών κατοίκων της πόλης. Ποιος απ’ τους συνεργάτες του Κεμάλ θα τολμούσε να παρακούσει τις διαταγές του; Ο Νουρεντίν πασάς ο οποίος άλλο που δεν ήθελε από το να εκδικηθεί τους γκιαούρηδες για ότι κάνανε στη μικρασιατική ενδοχώρα κατά την υποχώρησή τους;
Αν λοιπόν αυτός ο διορατικός πολιτικός, ο οποίος μάλιστα καυχιόταν ότι έβλεπε «διά της τεθλασμένης οδού», δηλαδή έβλεπε καλύτερα και μακρύτερα από τους άλλους, έκανε δέκα μοιραία λάθη οι διάδοχοί του, που δεν έβλεπαν ούτε την τύφλα τους, έκαναν πολλά περισσότερα ή όπως λέει χαρακτηριστικά η Διδώ Σωτηρίου προσθέσανε τα μηδενικά στα αρνητικά αριθμητικά δεδομένα εκείνου. Και τα δέκα λάθη του μεγάλου έγιναν εκατό από τους διαδόχους του οι οποίοι μάλιστα υποχρεώθηκαν να συνεχίσουν την επεκτατική πολιτική στη Μικρά Ασία, στην οποία ωστόσο δεν πίστευαν. Παγιδευμένοι στη Μικρασιατική πολιτική του έκαναν το ένα λάθος μετά το άλλο. Εάν απέσυραν το στρατό, όπως είχαν υποσχεθεί προεκλογικά, θα τους θεωρούσαν ως εθνικούς μειοδότες αν παρέμεινε ο στρατός στη Μικρά Ασία θα έπρεπε να επιβάλουν διά των όπλων τους όρους της συνθήκης των Σεβρών στους κεμαλικούς. Εύκολο ήταν; Δεν ήταν!  Όχι μόνο γιατί πέσανε πάνω στον Κεμάλ, Μπολσεβίκοι και «σύμμαχοι» (κυρίως Ιταλοί, Γάλλοι και Αμερικάνοι, οι Άγγλοι κάναν ως συνήθως την πάπια), για να τον ενισχύσουν αλλά και γιατί δεν διέθεταν οι φιλομοναρχικοί τις διπλωματικές ικανότητες του Βενιζέλου. Και σαν να μην έφτανε αυτό είχαν αλλάξει και οι διεθνείς συγκυρίες, είχε οξυνθεί και ο ανταγωνισμός των Αγγλογάλλων, είχε, είχε και τι δεν είχε….
Και τώρα, εν έτει 2022, να μην έχουμε το θάρρος, με σύμβουλο τον πικρό καρπό της πείρας, να αναγνωρίσουμε τα αυτονόητα. Να πούμε τον Μουσταφά, Μουσταφά και τον Κυριάκο, Κυριάκο που  λέγεται και στον Ορθόδοξο Συναξαριστή και «αναχωρητής» μα δεν βλέπω τον δικό μας να αναχωρεί για την έρημο, δηλαδή το σπίτι του ή έστω την Γαλλία όπως έκαναν οι τρεις προηγούμενοι «εθνάρχες» (Χαρ. Τρικούπης, Ελ. Βενιζέλος, Κων. Καραμανλής). Εντάξει με τον Βενιζέλο έκανε τα λαθάκια του έκανε όμως και αρκετά καλά, προσπαθήσανε τουλάχιστον οι διάδοχοί του στην εξουσία να επαναλάβουν τα καλά του και να αποφύγουν τα λάθη του;
Αμ δε! Δεν πρόλαβε να δημοσιεύσει ο Χρήστος Σπανομανώλης στον τύπο της εποχής, το 1932  στην εφημερίδα «Έθνος», τις αναμνήσεις του από τα «τάγματα εργασίας» των Ελλήνων αιχμαλώτων του 1922, στρατιωτών και πολιτών, και πέσανε επάνω του να τον φάνε. Είχε διαμαρτυρηθεί, για να λέμε και την πάσα αλήθεια, και η τουρκική πρεσβεία, για χάρη της ελληνοτουρκικής φιλίας που εγκαινίασε ο μεγάλος, χαρίζοντας τις περιουσίες των προσφύγων στο τουρκικό κράτος, το 1930, εγκαταλείποντας και την ιδέα της επιστροφής τους  στις προγονικές τους εστίες της Ανατολής, ήταν και το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης που τελικά δεν το πήρε ο δικός τους και οι κολλητοί του στη χώρα μας τα βάλανε με το φουκαρά τον Σπανομανώλη.
-Ρε συ τι ‘ναι αυτά που γράφεις για τους γείτονες; Δεν ντρέπεσαι να προσβάλλεις τους φίλους μας;
Τάχασε ο Σπανομανώλης. Αυτός θάπρεπε να ντρέπεται ή αυτοί με τα αίσχη που κάνανε; Δεν ήταν αυτός και τα δυο του αδέλφια, ο Κωνσταντίνος και ο Δημήτρης στα αμελέ ταμπουρού; Δεν γνώριζαν από πρώτο χέρι με ποιους τρόπους αποδεκάτισαν τους 60.000 Έλληνες αιχμαλώτους οι Τούρκοι; Το «Έθνος» σταμάτησε μετά τις διαμαρτυρίες των Τούρκων και των συνοδοιπόρων τους στην Ελλάδα τη δημοσίευση των αναμνήσεων του Χρήστου, όμως μετά τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου του 1955, τα αποκαλούμενα και «Σεπτεμβριανά», η καλή εφημερίδα συνέχισε και συμπλήρωσε τη δημοσίευση των αναμνήσεων του Σπανομανώλη.
Και επειδή μετά το 1930 επικρατούσε κλίμα αδελφικής φιλίας μεταξύ των μπατζανάκηδων του Αιγαίου, οι αναμνήσεις του Χρήστου Σπανομανώλη κυκλοφόρησαν σε βιβλίο μόλις το 1956. Έχουμε λοιπόν και λέμε: ένα, υποψήφιος για βραβείο Νόμπελ Ειρήνης ο Μουσταφά Κεμάλ, δύο, απαγόρευση δημοσίευσης αναμνήσεων ενός αιχμάλωτου των Τούρκων και τρία, απαγόρευση προβολής της κινηματογραφικής ταινίας «1922» του Νίκου Κούνδουρου από την ελληνική κυβέρνηση μετά από διαμαρτυρίες των μπατζανάκηδων.
Θυμάμαι τον Νίκο Κούνδουρο να μου αφηγείται τις περιπέπειες της ταινίας του για την Μικρασιατικη Καταστροφή, όταν συναντηθήκαμε στον Άγιο Νικόλαο Λασηθίου, το καλοκαίρι του 1995 για το αφιέρωμα του περιοδικού Έρεισμα σ’ αυτόν και με προσκάλεσε να με ξεναγήσει στην αρχαία πόλη Λατώ και εκεί να συζητήσουμε για την περιπετειώδη ζωή του. «Με την ταινία μου αυτή» είπε, «ήθελα να καταθέσω ένα ειλητάριο στην μνήμη της Μικρασιατικής οδύνης, όπως εγώ την έζησα μέσα από μια κοπελιά που είχε μαζέψει η μάνα μου από τις Χαμένες Πατρίδες. Δανείσθηκα το βιβλίο του Βενέζη, το «Νούμερο 31328» και έφτιαξα το δικό μου νούμερο το «1922». Η ταινία χρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι ο δρόμος προς τις κινηματογραφικές αίθουσες θα ήταν χωρίς εμπόδια. Αν και η ταινία γυρίστηκε το 1978 έμεινε στο ντολάπι (όπως λένε οι Πέρσες το έπιπλο που φυλάνε διάφορα πράγματα), για τρία χρόνια μετά από ανεπίσημες απαγορεύσεις, με αφορμή ένα δημοσίευμα της εφημερίδας «Χουριέτ» που κατάγγειλε την ελληνική κυβέρνηση ότι ενθαρρύνει  αντιτουρκικές εκδηλώσεις.
-Γιατί το έλεγε αυτό η καλή μας φιλενάδα;
Επειδή ο Νίκος Κούνδουρος σε συνέντευξή του καταλόγιζε στους Νεότουρκους ευθύνες για την οργανωμένη σφαγή των χριστιανικών κοινοτήτων Ελλήνων και Αρμενίων της Μικράς Ασίας. Αυτό φυσικά παρουσίαζε και στην ταινία του, αυτή όμως είναι και η αλήθεια. Τι το ήθελε ο χριστιανός να το πει και να το δείξει! Το υπουργείο Εξωτερικών ζήτησε από το υπουργείο Προεδρίας μας να «εξαφανίσει» την ανιστόρητη, κατά την κρίση τους ταινία.
Δεν μας έφταναν οι Νεότουρκοι για ότι μας έκαναν ήρθαν και οι Νεοέλληνες να αποτελειώσουν τη μνήμη των επιζώντων και των απογόνων τους. Αρχίζει ο αγώνας της μνήμης εναντίον της λήθης. Της γνώσης εναντίον της άγνοιας. Ξεσηκώθηκαν οι διανοούμενοι κι άρχισαν ανοιχτά να υποστηρίζουν τον Κούνδουρο και να απαιτούν τα αυτονόητα. Ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Μπέης, ο δικαστής Ζούβελος, ο δημοσιογράφος και λογοτέχνης Μάριος Πλωρίτης κ.άλ. Με τα πολλά η ταινία επιτράπηκε να προβληθεί με εξαίρεση την ελληνική Θράκη, κυρίως την Κομοτηνή και την Ξάνθη, εκεί δηλαδή που υπάρχουν μουσουλμανικές μειονότητες. Έτσι αποφάσισε το υπουργείο Προεδρίας της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβύτερου του αποκαλούμενου και «παγοκόφτη» γιατί πετσόκοβε με τον κόφτη τις κινηματογραφικές ταινίες που δεν γούσταρε όπως έκανε, το 1961, και με την δραματική ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη «Συνοικία το Όνειρο», σε σενάριο του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη και του λογοτέχνη Κώστα Κοτζιά.
Εκεί πρωτακούστηκε και το τραγούδι «Μικρά κι ανήλιαγα στενά και σπίτια χαμηλά μου. Βρέχει στη φτωχογειτονιά, βρέχει και στην καρδιά μου» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση στην ερμηνεία του, γιατί πράγματι «έβρεχε» στη φτωχογειτονιά που ζούσαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες (στον Ασύρματο), έβρεχε δάκρυα, πόνο και θλίψη. Έβρεχε και ξύλο από τους μπάτσους και τους τραμπούκους της δεξιάς γιατί το σενάριο της ταινίας χάλαγε την «καλή» εικόνα της Ελλάδας του Κ. Καραμανλή στο εξωτερικό. Εννοείται ότι γι’ αυτή την ταινίαεκδόθηκε αυστηρή διαταγή απαγόρευσης με αποτέλεσμα να μην προβληθεί σε επαρχιακές πόλεις ειδικά στις «εθνικά ευαίσθητες περιοχές».
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι εκείνη την περίοδο που ο «εθνάρχης» απαγόρευσε την προβολή της ταινίας του Κούνδουρου σε εθνικά ευαίσθητες περιοχές, παιζόταν στις κινηματογραφικές αίθουσες η «αντιτουρκική» ταινία «Το Εξπρές του Μεσονυκτίου». Η ταινία του Νίκου Κούνδουρου «1922» είχε την ίδια τύχη και με τις κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, αφού το 1982, όπως γράφει ο κριτικός κινηματογράφου Γιώργος Πισσαλίδης, το έργο επρόκειτο να προβληθεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βουδαπέστης. Όμως λίγο πριν την προβολή επενέβη το Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας, το οποίο με εντολή από την Αθήνα κατάσχεσε την ταινία. Η ταινία τελικά αποδόθηκε στον Κούνδουρο μόνο μετά από την παρέμβαση του τότε υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Καψή (Μικρασιατικής καταγωγής).
Ο Ιωάννης Μεταξάς με αφορμή το θάνατο του Τούρκου ηγέτη, το 1938, μετονόμασε την οδό Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη σε οδό Κεμάλ Ατατούρκ. Με απόφαση του εθνικού κυβερνήτη Μεταξά το ελληνικό κράτος αγόρασε από τον ιδιοκτήτη το ακίνητο στο οποίο υποτίθεται ότι γεννήθηκε ο Μουσταφάς και το δώρισε στο τουρκικό κράτος..Ήταν λοιπόν δυνατόν οι «εθνικοί» κυβερνήτες της Ελλάδας να μην ακολουθούν με συνέπεια την ίδια «εθνική» φιλοτουρκική πολιτική; Δεν ήταν. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως διάδοχος, τρόπος του λέγειν, στην εξουσία του μακρυνού του μπάρμπα ήταν δυνατόν να κάνει του κεφαλιού του; Δεν ήταν.
Μάλλον τελικά είναι αλήθεια ότι η ελληνική διπλωματία ποτέ δεν μπορεσε να αντιμετωπίσει την τουρκική διπλωματία. Μετά το 1930 εγκαινιάστηκε επίσημα η πολιτική της άψογης στάσης μας προς την «αδελφή» της Ελλάδας, την Τουρκία. Αυτό λοιπόν που δεν τόλμησαν οι μεγάλοι «εθνάρχες» μας ζητάτε να το τολμήσει ο Κυριάκος; Είσαστε σοβαροί; Δεν οφείλεται λοιπόν στην εθνική αμνησία ή στην εθνική αναπηρία η σημερινή πολιτική της κυβέρνησης στο Μικρασιατικό ζήτημα, όπως κάποιοι βιάστηκαν να καταγγείλουν και η  άρνησή της, να ανακηρύξει επίσημα το 2022 «Έτος Μνήμης Μικρασιατικού Ελληνισμού», μόνο τυχαία δεν είναι. Οφείλεται κυρίως στον πολιτικό ρεαλισμό που διαποτίζει το είναι των επαγγελματιών του πολιτικού ιδεώδους. Ποιος Ανδρέας είπε ότι η Ελευθερία θέλει τόλμη και αρετή! Πολιτικό ρεαλισμό θέλει, σύνεση, νηφαλιότητα και λάδι! Λάδι για όσους ακόμα πονάνε για την Καταστροφή και επιμένουν να συντηρούν τη φλόγα της αγάπης για τις αλησμόνητες πατρίδες της Ανατολής στο καντήλι της μνήμης. Λάδι και για εκείνους που θα περιμένουν τους μπατζανάκηδες να «ξεφαντώσουν» μαζί τους στις αγκαλίτσες και στα φιλάκια και να ρίξουν τις ζεϊμπεκιές τους στα ματωμένα λιθόστρωτα της Μικρασιατικής οδύνης.
Ινς Αλλάχ! (με το θέλημα του Θεού!).
Χρήστος Μαχαιρίδης

Υ.Γ. Το Δημοτικό Συμβούλιο Χανίων μήπως πρέπει να ανακηρύξει κι αυτό το 2022 Έτος Μνήμης Μικρασιατικού Ελληνισμού; Οι δήμοι Νέας Ιωνίας, Νέας Φιλαδέλφειας, Νέας Χαλκηδόνας, Ηρακλείου Αττικής, Βύρωνα, Καλαμαριάς, Κοζάνης, Λέρου, Καλαμάτας κ.άλ. ήδη με ομόφωνες αποφάσεις των Δ.Σ. το έχουν κάνει. Εδώ τι περιμένουμε;


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα