Μέρα απεργίας, όχι αργίας. Πρώτη Μαΐου, ημέρα ορόσημο για τους αγώνες των εργατών όπου στην πραγματικότητα αποτελεί μέρα τιμής – μέρα εργατικής εορτής σε ανάμνηση της μεγάλης εργατικής απεργίας που κηρύχτηκε την 1η Μαΐου 1886 στο Σικάγο των Η.Π.Α.
H αρχή έλαβε χώρα δύο έτη νωρίτερα, το έτος 1884, όταν και στο συνέδριο της νεοσύστατης τότε Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας αποφασίσθηκε από κοινού, ότι η 1η Μάη του 1886 θα αποτελέσει ημέρα ενός εκτεταμένου απεργιακού αγώνα των εργατών, με σκοπό την καθιέρωση του εργασιακού οχτάωρου. Την απόφαση τούτη, την πήρε στη συνέχεια στα χέρια της η ίδια η εργατική τάξη των Ηνωμένων Πολιτειών και την έκανε πράξη. Όσο, όμως πλησίαζε η εν λόγω ημερομηνία, τόσο περισσότερο ζούσαν οι Αμερικανοί εργάτες τον πυρετό της μάχης. Να σημειωθεί ότι το αίτημα της οχτάωρης εργασία είχε διατυπωθεί για πρώτη φορά ήδη από το 1829 τόσο στην Αγγλία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το 1866 το αίτημα του εργασιακού οχταώρου έγινε αποδεχτό από την Διεθνή Ένωση Εργατών.
Την Πρωτομαγιά του 1866 λοιπόν περισσότεροι από μισό εκατομμύριο άνθρωποι έλαβαν μέρος στις ειρηνικές απεργιακές κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε όλη την χώρα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ενώ περίπου ενενήντα χιλιάδες συγκεντρώθηκαν στην πόλη του Σικάγο. Το αίτημα – διεκδίκηση των απεργών ήταν ένα «8 ώρες δουλεία, 8 ώρες ανάπαυση, 8 ώρες ύπνος».
Την ίδια ημέρα στη γύρω περιοχή είχαν συγκεντρωθεί αστυνομικές δυνάμεις οπλισμένες με οπλοπολυβόλα και περίστροφα. Το πρώτο αίμα χύθηκε δύο μέρες αργότερα όταν και ο επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων διέταξε τη διάλυση της συγκέντρωσης. Η αστυνομία επενέβη δυναμικά, σκοτώνοντας τέσσερις απεργούς, και τραυματίζοντας αρκετούς άλλους, προκαλώντας τον αναβρασμό των υπολοίπων μελών της εργατικής τάξης. Την επομένη (4 Μαΐου), οργανώθηκε ειρηνικό συλλαλητήριο της εργατικής τάξης του Σικάγου στην πλατείας Χέιμαρκετ (Haymarket), με στόχο την καταδίκη της αστυνομικής βίας. Όταν όμως οι αστυνομικές δυνάμεις έλαβαν την εντολή διάλυσης της διαδήλωσης, μέσα από το πλήθος των απεργών ρίφθηκε μια χειροβομβίδα, σκοτώνοντας έναν αστυνομικό και τραυματίζοντας δεκάδες. Οι αστυνομικές δυνάμεις άνοιξαν πυρ κατά βούληση προς τους απεργούς, προκαλώντας πλήθος τραυματιών και τουλάχιστον έναν νεκρό. Οκτώ συνδικαλιστές καταδικάστηκαν σε απαγχονισμό για τη βομβιστική επίθεση που προκάλεσε το θάνατο του αστυνομικού. Μοναδικό επιχείρημα του εισαγγελέα, Τζούλιους Γκρίνελ, εναντίον τους ήταν η ενθάρρυνση του άγνωστου βομβιστή από τους λόγους που εκφώνησαν. Ως εκ τούτου, κρίθηκαν ένοχοι για συνωμοσία και θανατώθηκαν. (eea.gr)
Στις 20 Ιουλίου 1889 το ιδρυτικό συνέδριο της Δευτέρας Διεθνούς στο Παρίσι, καθιέρωσε την 1η Μαΐου ως την Παγκόσμια Ημέρα των Εργατών, σε ανάμνηση του Μακελειού του Σικάγου. Στη χώρα μας, η πρώτη κινητοποίηση πραγματοποιήθηκε το έτος 1893 από τον Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Σταύρου Καλλέργη, όπου δύο χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο χώρο του Παναθηναϊκού Σταδίου και διαδήλωσαν με κύρια αιτήματα την οχτάωρη εργασία, την καθιέρωση της Κυριακής ως αργίας και την κρατική ασφάλιση για τα θύματα εργατικών ατυχημάτων. Περίπου ένα έτος αργότερα πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση με τα ίδια αιτήματα στην οποία συνελήφθησαν δέκα άτομα ενώ λίγο καιρό αργότερα ακολούθησε και η σύλληψη του Σταύρου Καλλέργη. Τον Φεβρουάριο του 1936 οι διαδηλώσεις κορυφώθηκαν από τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι έπειτα από απόρριψη των αιτημάτων τους, κατέλαβαν ένα εργοστάσιο έχοντας τη μέγιστη συμπαράσταση αρκετών καπνεργατών λοιπών εργοστασίων. Δεν υπήρχε κεντρική συγκέντρωση, αλλά μικρές ειρηνικές συγκεντρώσεις με ομιλητές σε διάφορα μέρη της πόλης. Τον Μάιο του ίδιου έτους η μεγάλη απεργία πνίγηκε στο αίμα από τη δικτατορική κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά, με συνολικά δώδεκα νεκρούς και περίπου τριακόσιους τραυματίες. (Οι δολοφονίες των εργατών αποτέλεσαν την έμπνευση του Ρίτσου για τον «Επιτάφιος»).
Ως γιορτή αφιερωμένη στους αγώνες των εργατών λοιπόν, η Πρωτομαγιά αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές διεκδίκησης των εργαζόμενων τάξεων αλλά και μια μεγάλης σημασίας επίσημη, εργατική αλλά και κοινωνική εορτή παγκοσμίως.