2) Α. Λίτης προσφορά στου Γιώργη τη μνήμη
…τα ρεύματα οσφραίνομαι και την πρωτοπορίαν.
Η γλωσσοπλαστική των όρων ευκαμψία
Είναι απεριόριστος-ο χειρισμός, ζήτημα φαντασίας.
Όστις δεν ξέρει απ αυτά δεν ημπορεί να βλέπει.
Την ανθοδέσμη των «-ισμών» ταιριάζω σοφά
…Το βουητό των λέξεων των καλοδιαλεγμένων
Το θρόισμα της έκφρασης
Όλα μαζί συντείνουν τα ανεξήγητα να εξηγείς,
Να κάνεις πιστευτά τα απίστευτα
Είναι κι αυτό μια τέχνη…
Εξ επαγγέλματος είμαι εραστής της τέχνης
Από το ποίημα ΕΞ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ
Του Γιάννη Παππά (1)
Τι δουλειά κάνεις? Γλύπτης. Άρα εξ επαγγέλματος είσαι εραστής της τέχνης… όχι δα! Εραστής της Τέχνης γίνεσαι, όταν ακουμπήσεις στα μικρά α-προ-οπτα εκείνα που δεν φέρνουν χρήματα, τα πρακτικά «άχρηστα»(2), τα κάνεις χρήσιμα στη ζωή σου, αφού εισέλθεις εντός των και μέσα από τη «συνδυαστική δημιουργικότητα»(3) οι χειρισμοί σου καθημερινοί, απεριόριστοι, χωρίς ρουτίνα, βουητό, απόηχος από συσχετισμούς και εναγκαλισμούς θραυσμάτων αρθρώνουν λόγο με λέξεις που συντείνουν στη μαγεία του θροΐσματος της έκφρασης, από ευ-μετάβλητη να μεταβάλλεται σε «λόγο», έργο οικουμενικό.
Ναι, ο Γιώργης Λάππας «είναι» εκτός από μεγάλος καλλιτέχνης και εραστής της Τέχνης. Αυτός ο σπουδαίος καλλιτέχνης εκτίθεται στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων, λίγους μήνες μετά το Θάνατο του, προσφέροντας στο Χανιώτικο φιλότεχνο κοινό, και στους επισκέπτες της πόλης μια μαγική έκθεση με τίτλο «από εδώ έως την Αιωνιότητα» η επιλογή των έργων ενός βιωματικού φάσματος που δεν χαρακτηρίζει το «όλον» της αναδρομικής, αλλά το ποιοτικό επιμέρους πρόταγμα στο δίπολο οργανική μικροφόρμα (κυρίως) διαχρονικού (μπρούτζινου αυτοτελούς ή μέρους) με νέα χρονικά προσδιορισμένη κατασκευαστική αντιμετώπιση σύγχρονων υλικών-ύφασμα, φως,- σε ένα εκθεσιακό συνδυασμό όπου η ποιητική εικονοπλασία εγκλωβίζει τις προσλαμβάνουσες του θεατή και τις απογειώνει σε ψυχογραφικές πρωτότυπες για τον ίδιο εσω συνδυαστικές εναυσματικές περιπλανήσεις. Το οικείο ανακαλείται μέσα από αμφίδρομες ψυχολογικές ευαισθητοποιήσεις, το έργο μιλάει χωρίς να χαρακτηρίζεται από αφηγηματικές εκλαϊκεύσεις. Αυτά τα αισθητικώς ευεργετικά δεδομένα είναι λογικό να αποτελούν εγγύηση για μια έκθεση υψηλού επιπέδου σε μια Πινακοθήκη που δε βλέπει έργα της γλυπτικής μεταπρωτοπωρίας συχνά. Μια έκθεση, που επιμελήθηκαν η σύζυγος του αείμνηστου γλύπτη, επίσης σημαντική γλύπτρια, καθηγήτρια γλυπτικής στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνών, Αφροδίτη Λίτη (η έκθεση της, «αόρατα δορυφορούμενοι», εγκαινιάζεται σήμερα στο Γυαλί Τζαμισί, περισσότερα στο επόμενο κείμενο) και η σημαντική Κυρία των Τεχνών, διευθύντρια του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Ρεθύμνου, Μαρία Μαραγκού. Περιμέναμε λοιπόν μεγαλύτερη κινητικότητα στην Πινακοθήκη, από την… Πινακοθήκη (δημοσιεύματα, καταχωρήσεις, ανακοινώσεις, εθελοντική δουλειά, κλπ). Δεν είναι μόνο η υπογραφή Λάππας-ο θάνατος του χαρακτηρίστηκε σημαντική απώλεια για τη σύγχρονη Ελληνική Τέχνη-, είναι η διαπίστωση πως το έργο του πρέπει να ευαισθητοποιήσει, αισθητικά, παιδαγωγικά ως αντιδιαστολή στα τρισδιάστατα εμπορικοποιημένα προϊόντα της αγοραίας νοοτροπίας.
ΒΙΩΜΑΤΙΚΑ Η ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ
Το 1977 ήμουν στο Α΄έτος στο εργαστήριο γλυπτικής της Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνών, εκεί στο κτήριο της Πατησίων και Τοσίτσα του Ε.Μ.Π., απέναντι από το υπερμέγεθες μπρούτζινο κεφάλι του νέου (Μνημείο για την αντίσταση του Νοέμβρη του ΄73) , έργο του Μέμου Μακρή. Δάσκαλος μας ο Γιάννης Παππάς, είχα τελειώσει το προκαταρκτικό έτος και βίωνα την ακαδημαϊκή διδασκαλία μελέτης της ανθρώπινης μορφής, σπουδή σε γυμνό ανδρικό και γυναικείο μοντέλο. Και τα 4 έτη δουλεύαμε σε κυκλική ανάπτυξη γύρω από το μοντέλο. Μια από τις λίγες φοιτήτριες γλυπτικής, η Αφροδίτη Λίτη, δυο έτη μπροστά από εμένα, μεθοδική, επιμελής, αποτελεσματική. Μια μέρα , ο Γιώργος Λάππας-φοιτητής τότε του προκαταρκτικού, έφερε ένα πελώριο, βαρύ ντοσιέ με εκατοντάδες σχέδια που δεν ειχε κάνει στη σχολή, αλλά εκτός, για να τα δείξει στο δάσκαλο Παππά. Ο δάσκαλος, δημοκρατικός, μας κάλεσε γύρω του για να δούμε και να ακούσουμε τα σχόλια του. Ήταν μια αποκάλυψη. Σπουδές με μολύβι και κάρβουνο κυρίως πουλιών, άλλων ζώων και σπουδές του ανθρώπινου σώματος, αντι ακαδημαϊκές, καθηλωθήκαμε! Κι ο Παππάς, εντυπωσιάστηκε, ξέραμε πως την επόμενη σαιζόν θα είμαστε συμφοιτητές στο εργαστήρι του. Τελικά, συνυπάρξαμε ιδανικά για 3 χρόνια. Η ευγένεια, η καλλιέργεια, το χιούμορ του, η επιμέλεια του, δημιούργησε ένα πρότυπο αρμονικής συνεργασίας έξω από τα φοιτητικά στερεότυπα. Η Αφροδίτη Λίτη που την πρόλαβε δυο χρόνια στο εργαστήρι, φίλη του τότε και αργότερα αγαπημένη σύντροφος-σύζυγος, αναφέρει στον κατάλογο της έκθεσης «με το Γιώργο συναντηθήκαμε στη Σχολή το ΄77 και μας ένωσε το μεγάλο πάθος μας για το σχέδιο πάνω στο μοντέλο. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν η οικογένεια μας, μέσα από αυτούς εισερχόμασταν στα βαθιά νερά της δουλειάς μας που σήμαινε τη γνώση του ανθρώπου και της ιστορίας του…» Η διαφορά στην αντιμετώπιση μιας ακαδημαϊκής σχολής και των καθηγητών απέναντι στους φοιτητές οριοθετήθηκε επί Γιώργου Λάππα (4 ). Η δεκαετία του ΄80 αποκάλυψε στο Αθηναϊκό κοινό έναν καλλιτέχνη που εισήγαγε στοιχεία καινοτόμας διαλεκτικής μορφολογίας. Η Μαρία Μαραγκού αναφέρει στον κατάλογο : «… σε σχέση με τη δουλειά του Λάππα και είναι η καλή συνέχεια του Γιαννούλη Χαλεπά, του Γεράσιμου Σκλάβου και του Τάκι. Ως σημασία ,δηλαδή ως ποιότητα και ευρηματικότητα δίχως τέχνασμα, ως βαρύτητα, του όρου που ονομάζουμε νεώτερη Ελληνική γλυπτική αλλά και ως ευρύτερη, εκτός τοπικών συνόρων, δυναμική που ανοίγει δρόμους. Ο”ίδιος ο Λάππας λάτρεψε τον Χαλεπά, τον παρακολούθησε και τον δίδαξε στη σχολή Καλών Τεχνών όπως εξ άλλου και τον Τάκι. Ο πηλός του φτωχού βοσκού από την Τήνο και τα άπειρα πήλινα εκμαγεία του δικού μας καλλιτέχνη ίσως και να χουν μια επιπλέον σχέση μυστικής συγγένειας…»
Αυτή η μυστική συγγένεια νοιώθω-αισθάνομαι-ότι δεν μένει σ αυτό που ο Αριστοτέλης αναφέρει «ώσπερ γαρ αυλητή και αγαλματοποιώ και παντί τεχνίτη» (περισσότερα για το έργο του Λάππα και την Αριστοτελική φιλοσοφική προέκταση στο επόμενο κείμενο) ο Γιώργης δεν ήταν-δεν επεδίωξε ποτέ του την τεχνική αρτιότητα- ήθελε η δουλειά του να εμπεριέχει τη βιταλιστική διάσταση του χειροποίητου, που αναμοχλεύει τη «στατική» φόρμα δημιουργώντας κραδασμούς μικροπυκνότητας που τον συνδέουν με κολοσσούς της γλυπτικής του 20ου αιώνα όπως ο Τζιακομέτι, ο Σεζάρ, η Ρισιέ, ο Παολότσι, όμως ο Λάππας δεν έμεινε μόνο σε αυτές τις εκλεκτιστικές συγγένειες. Έδωσε στους Έλληνες τη δυνατότητα όχι μόνο να τον συνδέσουν με το λαμπρό παρελθόν αυτής της Τέχνης, αλλά και την αποκάλυψη πως, όπως αναφέρει ο Ντένης Ζαχαρόπουλος «η ποιότητα της δουλειάς του ανανέωσε την παραστατική γλυπτική στην καθεαυτό εικαστική γλώσσα. Κέρδισε άμεσα το κοινό ανοίγοντας μια μυστηριακή διάσταση ανάμεσα σε κενά ερμηνείας και μια σπάνια οικειότητα. Για τη γλυπτική του με το «ποιητικό» εσωτερικό φως που εγκλωβίζει τον εφήμερο χρόνο και τον φιλτράρει με την καθαρή απόλυτη χρωματικότητα, για τη συνύπαρξη του κόκκινου χυτευμένου κεφαλιού ως σταθερά που συνδιαλέγεται με το κόκκινο ευμετάβλητα σταθεροποιημένο ρούχου και των συμβολικών προεκτάσεων του θα επανέλθω. Ως δάσκαλος ο Λάππας ήταν καινοτόμος και αξεπέραστος , κλείνω όπως άνοιξα το κείμενο, με γραπτό του δασκάλου μας, Γιάννη Παππά (5) «…πάντοτε κάποιο αυθόρμητο, απροσδόκητο δημιούργημα της παγκόσμιας ζωτικότητας διέψευδε την παιδαριώδη και γηρασμένη γνώση μου, αξιοθρήνητη κόρη της ουτοπίας. Και παρόλο ότι μετατόπιζα και επεξέτεινα τα κριτήρια, το σύστημα μου, αργοπορημένο πάντα, έτρεχε πίσω από την πολύμορφη και ιριδίζουσα ομορφιά που μετακινείται μέσα στους αμέτρητους κυματισμούς της ζωής…»
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Από τη συλλογή του Γ. Παππά «σύμμεικτα»1967-1977 εκδ. Ίκαρος
2) Αναφορά στο βιβλίο του Νούτσιο Ορντινε “η χρησιμότητα του αχρήστου”, το μανιφέστο περι χρησιμότητας των Τεχνών σε μετάφραση Ανταίου Χρυσοστομίδη, εκδ. Άγρα
3) «Η συνδυαστική δημιουργικότητα» όπως την αναφέρει ο περίφημος αρχισέφ Ferran Adria στο “Esquire” που μόλις κυκλοφόρησε-περισσότερα για τη βιωματική μου σχέση με το θέμα σε άλλο κείμενο
4) Το 1980 πρώτευσα στο πτυχίο μεταξύ των συμφοιτητών μου στο εργαστήρι μας με βαθμό, Λίαν Καλώς. Την επόμενη χρονιά, πρώτευσε ο Γιώργος Λάππας με το απόλυτο άριστα 10, ήταν η πρώτη φορά έως τότε, που στην ιστορία της Α.Σ.Κ.Τ., έμπαινε αυτός ο βαθμός. Εκτοτε, ακολούθησαν και άλλοι.
5) Από το κείμενο «Σαρλ Μπωντλαίρ: διεθνής έκθεση 1855» του Γιάννη Παππά, συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο του «κείμενα για την Τέχνη», εκδ. Νεφέλη