«Σιδεροπορτ Ι» Καλλικράτη – 9 Απριλίου 1949
» Επειδή η ιστορία δεν πρέπει να παραχαράσεται
Γ’ Μέρος
Την επομένη πέντε άτομα από τον Πατσιανό, μ’ ένα μουλάρι και δύο σακιά άχυρα στα πλάγια φορτωμένα, πήγαν στο «Πλακούρω το Λάκκο» και φόρτωσαν τον «Γιωργάκη» και τον πήγαν στο πατρικό του σπίτι στον Πατσιανό. Εν τω μεταξύ είχε ειδοποιηθεί και είχε γυρίσει και η αδελφή του από την Ασή Γωνιά. Ο Γ. Μανουσέλης ήταν συμπαθής στο χωριό και οι πλείστοι στενοχωρήθηκαν.
Επίσης είναι γνωστό ότι κατά τις προηγούμενες ημέρες, πολύ κοντά από εκεί που καθόταν η ομάδα Μανουσέλη, πέρασε χωρίς να τους αντιληφθεί, ο περιβόητος και διάσημος πρώτος εξάδελφος του ομαδάρχη Γ. Μανουσέλη, ο οποίος κατόπιν συμμετείχε στα γεγονότα τις 9ης Απριλίου και οι αντάρτες ετοιμάστηκαν να τον πυροβολήσουν. Ο Γ. Μανουσέλης όμως δεν το επέτρεψε.
Τους άλλους σκοτωμένους αντάρτες στο «Πλακούρω το Λάκκο», βγήκαν γυναίκες και τους σκέπασαν με χώμα, όσο πιο κοντά βρήκαν, στο σημείο που είχαν σκοτωθεί. Βγήκαν η Ελένη του Πολάκη, η Νικολέτα…
Φαίνεται ότι δύο περίπου μέρες πριν, είχε προηγηθεί κι άλλο επεισόδιο, λέγεται ότι είχε δει τους αντάρτες ένα δεκάχρονο παιδί (ούτως ή άλλως αφού τους εφοδίαζε σχεδόν όλο το χωριό, δεν ήταν πλέον μυστικό) και έγινε κάποια αψιμαχία κάτω από τον Πατσιανό στη θέση «Σοχώρα». Παρ’ όλα αυτά στις 9 τ’ Απρίλη η ομάδα σχεδόν κανένα μέτρο δεν έλαβε, παρ’ όλα όσα είχαν συμβεί τις προηγούμενες μέρες, αλλά λιαζόταν στην άκρη του βατού δρόμου και σ’ ένα σημείο σπανό, ολοκάθαρο, όπου θα τους έβλεπαν από μεγάλη απόσταση και χωρίς κιάλια. Καταδιωκόμενοι, κουρασμένοι, βρεγμένοι, παγωμένοι, άυπνοι, πεινασμένοι μονίμως, γυμνοί, ξυπόλητοι, απογοητευμένοι, με το ηθικό πεσμένο για πολλούς λόγους, ήταν σαν να επιζητούσαν τον λυτρωτή θάνατο.
Περίπου το 1980 μέλη του ΚΚΕ Χανίων περισυνέλεξαν τα οστά εκ της περιοχής και τα μετέφεραν στο γραφείο στα Χανιά. Μια χειμωνιάτικη βραδιά ο Μιχάλης Φουντουλάκης με καταγωγή από τον Αποκόρωνα, αφού φόρτωσε τα οστά στο αυτοκίνητο του, πήγε στο σπίτι του Τσακιράκη Εμμανουήλ κοντά στις Μουρνιές Χανίων, τον πήρε και πήγαν στη Δρακώνα Κεραμειών, όπου ήταν επίτροπος και τοποθέτησαν τα οστά στο οστεοφυλάκιο. Όπως διηγήθηκαν τριάντα χρόνια μετά, ακόμη υπήρχε φόβος.
Τα οστά πήγαν στη Δρακώνα λόγω Αθηνάς Χανταμπάκη. Αμφιβάλω όμως αν μέσα στα οστά ήταν και αυτά της συγκεκριμένης κοπέλας, για τους εξής λόγους: κατ’ αρχήν τα οστά πέντε ατόμων δεν χωράνε σ’ ένα και μόνο κανονικό σακί, που πήγαν στη Δρακώνα, άρα έγινε συλλογή μέρους των οστών. Η Παπαγιαννάκη και δύο άνδρες φονεύθηκαν μπροστά από το βραχώδες ύψωμα και σχετικά κοντά. Άρα πιθανότατα να σκεπάστηκαν μαζί. Ο σκοπός εφονεύθη στο ύψωμα και η Χανταμπάκη αρκετά μακριά 50-60 μ. τουλάχιστον ΒΑ του υψώματος και πιθανόν τα οστά τους να μην ευρέθησαν. Στα οστά, αν υπήρχαν σήμερα, θα μπορούσε να διαβάσει κάποιος ειδικός πολλά. Ίσως και για τα μίση και τα πάθη, του εμφυλίου πολέμου, που κατ’ ορισμένους στην Κρήτη δεν έγινε!!!!
Εκείνα τα χρόνια και παλαιότερα όπου εφονεύονταν κάποιος, τον έσερναν στο πλησιέστερο σημείο όπου υπήρχε έστω και λίγο χώμα και τον σκέπαζαν. Στη συνέχεια τοποθετούνταν πέτρες πάνω από το χώμα, για να μην ξεσκεπαστεί ο νεκρός από τα ζώα και τα όρνεα. Ήταν πολύ δύσκολο να μεταφερθεί ο νεκρός και λόγω βάρους και λόγω φόβου και ειδικά αν δεν είχε συγγενείς κοντά. Τους συγκεκριμένους τους σκέπασαν γυναίκες, άρα και δυσκολότερο.
Στο Σπήλι Ρεθύμνης στον οικογενειακό τάφο των Μιαούληδων, υπάρχει και το όνομα του Γ. Μιαούλη, με σχετικά λάθος ημερομηνία θανάτου.
Μετά από 40 περίπου χρόνια κάποιος στην περιοχή Σφακίων κατείχε το όπλο της Αθηνάς Χανταμπάκη. Το όπλο είχε σκαλισμένο στο ξύλο του κοντακιού το Α.Χ., και προφανώς ο άνθρωπος γνώριζε τη προέλευσή του και αποκαλούσε το όπλο «Χανταμπίνα». Ο υιός του (Μ.Θ.) ο οποίος εργαζόταν σε κάποιο γραφείο στα Χανιά, νόμιζε ότι αυτός ο όρος, ήταν η μάρκα του όπλου.
Κάποια στιγμή το 1981, τα περί του όπλου μαθεύτηκαν και ένας συγγενής της φονευθείσας, ο Γ.Χ. ζήτησε από τον υιό να αγοράσει το όπλο. Ο υιός σαφώς και δεν γνώριζε τίποτα, όταν όμως πήγε στο χωριό και το συζήτησε με τον πατέρα του, το όπλο όμως το είχε πάρει πίσω αυτός που το είχε πουλήσει στον πατέρα του. Προφανώς από κάπου το ‘χε μάθει… Το όπλο ήταν ένα manlincher, κοντό και ελαφρύ κατάλληλο για μια γυναίκα. Απ’ ότι φαίνεται και λέγεται, τα προσωπικά είδη των φονευμένων τα κράτησαν οι 3 ντόπιοι συμμετέχοντες.
Δι’ αυτούς τους τρεις ντόπιους τώρα ούτε λόγος να γίνεται «είναι ούλοι δικοί μας αθρώποι…» και για ενδεχόμενη άμεση συμμετοχή τα στόματα δεν άνοιξαν. Τα ονόματα είναι γνωστά (Χ.Γ., Ι.Β., Ν.Μ.), απ’ ό,τι όμως φαίνεται τους πλείστους των ανταρτών τους φόνευσε το οπλοπολυβόλο «μπρεν».
Μερικά απ’ όσα ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας :
Γιώργης: «το απόσπασμα ήξερε και ήρθε…»
Μια γιαγι : «ωραιότερη γυναίκα δεν είχανε δει τα μάθιαντονε, ήντα γύρευε έκειδα η παντέρμη…» για τη Χανταμπάκη.
«τωνε πήγε δυό φορές φαητό και ο Λεντής… (Λεντάκης)».
«ο Χ. και ο Γιώργης ήτανε μαζί στα Δεκεμβριανά στην Αθήνα. Ο Χ. έβαλε το Γιώργη στην αριστερά κι ύστερα αυτός άλλαξε…».
«τονε σκοτώσανε οι πρώτοι του ξαδέρφοι…»
«πρώτα τονε σκοτώσανε κι ύστερα οι δυό απού τσοι τρεις, εκατεβήκανε και εκάτσανε στο σπίτι του σκοτωμένου…»
Ο Καλλικράτης κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ξεθεμελιώθηκε από τους Ναζί με πολλά θύματα.
ΜΙΑ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ
Το 1946 γινόταν ένα δικαστήριο στη Χώρα τω Σφακίων για διαφορές μεταξύ Καλλικρατιανών. Μια παρέα περί τους τριάντα Καλλικρατιανούς είχαν κατεβεί από τον Καλλικράτη στον Πατσιανό και μέσω Βουβά, Βρασκά, Κομητάδων κ.λπ. προχωρούσαν να πάνε στη Χώρα τω Σφακιώ.
Μεταξύ αυτών ήταν και ο Γ.Π. Μανουσέλης ο μετέπειτα ομαδάρχης των ανταρτών. Όταν περνούσανε απ’ έξω απ’ ένα καφενείο στην αυλή καθότανε ο περιβόητος πρώτος εξαδελφός του που όταν τον είδε του είπε: «πότες θα σας επικηρύξουνε να σας σε σκοτώσωμε να πάρομε την επικήρυξη;;». (πληροφορία από τον αξιότιμο κ. Κ.Γ.). Αυτό έγινε τρία χρόνια αργότερα. Επικήρυξη δεν είναι γνωστό αν κάποιοι πήρανε, και μάλλον όχι, καθ’ όσον απ’ ό,τι δείχνουν τα στοιχεία τους πλείστους εκ των ανταρτών τους φόνευσε η χωροφυλακή.
Εβδομήντα ένα χρόνια μετά και σ’ αυτήν την περίπτωση και γενικά σε όλες τις περιπτώσεις, πρέπει να γράφεται η ιστορική πλέον αλήθεια, όποια κι αν είναι αυτή, αμερόληπτα και αντικειμενικά, καθ’ όσον μόνο έτσι μπορεί να ωφεληθεί αυτός που τη διαβάζει.
Με τα κομματικό-ιδεολογικά προπαγανδιστικά παραμύθια όλων των πλευρών και τα ιστορικά μυθιστορήματα, πρέπει να τελειώνομε μια για πάντα.
Άλλωστε αυτοί που ικανοποιούνται σήμερα με το ψέμα και τη παραχάραξη της ιστορίας είναι λίγα απολιθώματα του παρελθόντος, ένθεν κακείθεν και λίγοι, νεώτεροι στην ηλικία, αυτοί των άκρων.
Από τους αναγνώστες πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ορισμένα ονόματα δεν αναγράφονται για ευνόητους λόγους, παρόλο που είναι γνωστό ότι κανείς δεν φέρει ευθύνη διά τα πεπραγμένα του οποιουδήποτε προγόνου η συγγενή του, όσο κοντινός και αν είναι αυτός, εκτός και αν επικροτεί ακραίες και παράλογες πράξεις του.
Ακόμη ούτως ή άλλως η εφημερίδα ονόματα δεν δημοσιεύει. Φωτογραφίες και ονόματα, πολλών εκ των πρωταγωνιστών του εμφυλίου πολέμου και άλλων θα δείτε στα βιβλία μου: “ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΦΟΝΙΚΑ ΒΕΝΤΕΤΕΣ” και “ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΡΙΖΙΤΙΚΑ”.
ΤΕΤΟΙΕΣ ΜΑΥΡΕΣ ΜΕΡΕΣ ΑΣ ΜΗ ΞΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΕΡΗΜΟΣ ΤΟΠΟΣ. Ένα μεγάλο ευχαριστώ σ’ όλους όσους βοήθησαν στην έρευνα και ιδιαίτερα στον αξιότιμο και αξιοπρεπή κ. Γ.Β.
Θουκυδίδης: Αθηναίος στρατηγός, ο μεγαλύτερος ιστορικός της αρχαιότητας. Ερευνούσε πολύ διά την ανεύρεση της αλήθειας χωρίς να αφήνει τον εαυτόν του να παρασύρεται από τα συναισθήματά του. Έδωσε έτσι το πρότυπο της αντικειμενικότητας, βασικού χαρακτηριστικού του ιστορικού.