Έχει περάσει ένας αιώνας από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εγκατάσταση των προσφύγων στις φτωχογειτονιές της Κάτω Σούδας και στα Μετόχια των Τσικαλαριών και όµως οι µνήµες παραµένουν ακόµα νωπές στη θύµηση των ανθρώπων. Φαίνεται ότι ο χρόνος δεν σβήνει στο διάβα του τέτοιου είδους πληγές ολοκληρωτικά. Μπορεί να τις επουλώνει, αλλά ο πόνος του ξεριζωµού που µετεξελίχτηκε µε τον καιρό σε αγώνα για την επιβίωση και την ενσωµάτωση στη νέα πατρίδα, πάντα αφήνει σηµάδια. Η Μικρασιατική παράδοση καλά κρατεί στην περιοχή και οι άνθρωποι, αν και πρόσφυγες δεύτερης και τρίτης γενιάς, δεν ξεχνούν. Αντλούν µνήµες από το βαθύ πηγάδι των αναµνήσεων τους και εκεί στο σµίξιµο των δύο γενιών, των µεγαλύτερων µε τους µικρότερους, το ταξίδι στο παρελθόν αρχίζει.
ΜΕ ΞΕΝΑΓΟΥΣ ΠΑΠΠΟΥ∆ΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑΓΙΑ∆ΕΣ…
Ένα ταξίδι µε ιδιαίτερο νόηµα, καθώς οι αφηγητές, είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες των µαθητών του Γυµνασίου Σούδας, σε ρόλο ξεναγού για τις ανάγκες του ντοκιµαντέρ µε τίτλο «Από ξένο τόπο» που δηµιούργησαν τα παιδιά µε τη βοήθεια των εκπαιδευτικών τους στο πλαίσιο του 11ου φεστιβάλ Κινηµατογράφου Χανίων.
Ένα ντοκιµαντέρ γεµάτο αλήθειες της προφορικής βιωµατικής µαρτυρίας των αφηγητών που µε πολύ συναίσθηµα, ανείπωτη νοσταλγία και δακρυσµένες θύµισες αναδεικνύουν το ισχυρό αποτύπωµα που άφησαν οι Μικρασιάτες Πρόσφυγες στην τοπική ιστορία και την ανάπτυξη της περιοχής. Οι πολύτιµοι στη ζωή των παιδιών αφηγητές, εντυπωσιάζουν µε τις ιδιαίτερες φυσιογνωµίες τους και καταφέρνουν σαν σε συγκοινωνούντα δοχεία να µεταδώσουν στα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς τη συγκίνηση που βιώνουν στο ταξίδι αυτό στο παρελθόν. Εκείνοι πάλι µε τη σειρά τους την αποτυπώνουν στο ντοκιµαντέρ και από εκεί διοχετεύεται αβίαστα στην ψυχή του θεατή.
Ένα ντοκιµαντέρ αυθεντικό λοιπόν, άµεσο και αξιόπιστο, που εστιάζει κυρίως στον τρόπο ζωής των προσφύγων και λιγότερο στο ιστορικό πλαίσιο, για το οποίο δικαίως οι δηµιουργοί µαθητές και εκπαιδευτικοί, απέσπασαν το Σάββατο 28 Οκτωβρίου τα θερµά χειροκροτήµατα των παρευρισκοµένων στην τελετή λήξης του πολύτιµου για την πόλη µας και τη µαθητική κοινότητα, εδώ και έντεκα χρόνια, Φεστιβάλ Κινηµατογράφου Χανίων.
ΟΙ ΜΝΗΜΕΣ
Και είναι να θαυµάζει κανείς πως τα παιδιά µε τη βοήθεια του οπτικοακουστικού λόγου και της τεχνολογίας κατόρθωσαν στη διάρκεια του ενός τετάρτου που εκτυλίσσεται η ροή του ντοκιµαντέρ να ζωντανεύσουν σφαιρικά, ολόκληρο τον πολιτισµό και την παράδοση της περιοχής, µέσα από τα λόγια µιας γιαγιάς, ενός παππού που σκοτεινιάζουν και βουρκώνουν από τις µνήµες.
Μνήµες που αναφέρονται στις µεγάλες δυσκολίες που αντιµετώπισαν στην προσπάθεια τους να επιβιώσουν και να ενσωµατωθούν µε τους ντόπιους, αλλά και στις µεγάλες και µικρές χαρές της ζωής που κράτησαν τους ανθρώπους αυτούς όρθιους εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Μνήµες που εστιάζουν στην εργατικότητα των προσφύγων, στην άσβεστη ελπίδα του γυρισµού, στη θέση της γυναίκας και στις προκαταλήψεις και το ρατσισµό που βίωσαν, ειδικότερα τα πρώτα χρόνια της άφιξής τους. Μνήµες από τα πρώτα χρόνια της αλιείας στη Σούδα και από τις τεχνικές ψαρέµατος που έφεραν οι Μικρασιάτες στην περιοχή. Μνήµες που ξαναστήνουν στη θύµηση τις οικογενειακές συνευρέσεις στις αυλές, καθώς και κάθε στιγµή µιας µοναδικής καθηµερινότητας της οικογένειας σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, όπου η αγάπη µεταξύ των ανθρώπων και η πηγαία αλληλεγγύη ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της.
Η ΤΑΥΤΙΣΗ
Και είναι τέτοια η ταύτιση του θεατή µε τους αφηγητές που οσφραίνεται και εκείνος την ώρα της αφήγησης τις µυρωδάτες µπουγάδες στις πέτρινες γούρνες στο Πολύ νερό στα Τσικαλαριά, καθώς και τις µοναδικές µυρωδιές της Μικρασιάτικης κουζίνας που του σπάνε τα ρουθούνια… Ραγίζει ακόµα η καρδιά του, όταν ακούει το νανούρισµα από τα χείλη της πονεµένης Μικρασιάτισσας µάνας, που λαχταρά να µεγαλώσει το παιδί της, εκείνα τα πέτρινα χρόνια, που η παιδική θνησιµότητα εξαιτίας της αθρεψίας και των µεταδοτικών ασθενειών θέριζε τον τόπο. Αλλά και οι παθιασµένοι αµανέδες που βγαίνουν αυθόρµητα από τα λαρύγγια των αφηγητών, κρύβουν µεγάλο καηµό και παράπονο για τη δύσκολη από τότε µέχρι σήµερα καθηµερινότητα των ανθρώπων της περιοχής.
Ο ΚΑΗΜΟΣ
Και είναι βαθύς και ανείπωτος ο καηµός του ανθρώπου «από ξένο τόπο» που έρχεται να στεριώσει µε πολλές δυσκολίες και να ενσωµατωθεί σε ένα νέο, όσα χρόνια και αν περάσουν.
Από ξένο τόπο και από αλαργινό, όπως λέει και το παραδοσιακό τραγούδι στην ελληνική εκδοχή που έδωσε τον τίτλο στο ντοκιµαντέρ. Ένα παραδοσιακό τραγούδι της αγάπης και της προσφυγιάς, την πατρότητα του οποίου διεκδικούν πολλές χώρες του κόσµου, αφού η προσφυγιά δεν έχει σύνορα. Σε αυτό µάλιστα τον εύστοχο τίτλο του ντοκιµαντέρ που διευρύνει το νόηµα της προσφυγιάς και αναφέρεται διαχρονικά στις ιστορίες περιπλανώµενων και ξεριζωµένων ανθρώπων, αλλά και στη µουσική περιπλάνηση του ίδιου του τραγουδιού αναφέρθηκε και ο Κώστας Φέρρης.
ΤΟ ΜΠΡΑΒΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΦΕΡΡΗ
Βρέθηκε στα Χανιά για τις ανάγκες του φεστιβάλ και επισκέφτηκε το σχολείο, στο πλαίσιο µιας ακόµη δράσης «εκτός των τειχών» του φεστιβάλ. Ωστόσο δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην ποιότητα του ντοκιµαντέρ που, όπως δήλωσε µε εµφανή συγκίνηση ο πολυπράγµων κινηµατογραφικός δηµιουργός, δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από ανάλογες επαγγελµατικές δουλειές. Αυτός ήταν και ο λόγος που επαίνεσε τα παιδιά και τους υπεύθυνους εκπαιδευτικούς µε εγκάρδια και ενθουσιώδη λόγια επιβράβευσης που έχουν ιδιάιτερο νόηµα, όταν προέρχονται από ένα τόσο σπουδαίο δηµιουργό. Μια κοπιώδης προσπάθεια που αξίζει να επαινεθεί από όλους µας, γιατί τα παιδιά µε την καθοδήγηση των εµπνευσµένων εκπαιδευτικών τους, Ευφροσύνης Εµµανουηλίδου και Βασιλείας Μουζουράκη συµµετείχαν ενεργά σε όλα τα στάδια της δηµιουργίας του ντοκιµαντέρ. Ενηµερώθηκαν και µελέτησαν το ιστορικό πλαίσιο, έµαθαν τα µυστικά της κινηµατογραφικής γλώσσας, ασκήθηκαν στη χρήση των ψηφιακών µέσων, εξοικειώθηκαν µε τον τεχνολογικό εξοπλισµό που απαιτείται για την παραγωγή µιας ταινίας, καλλιέργησαν δεξιότητες, εκτέθηκαν σε ποικίλα ερεθίσµατα και βίωσαν στο πετσί τους µια σπουδαία αισθητική και κοινωνική εµπειρία.
*Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος,
εκπαιδεύτρια ενηλίκων, πρώην λυκειάρχης.