Έντονος προβληματισμός επικρατεί το τελευταίο διάστημα για την λειτουργία του πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο και κυρίως για την “εκροή” υπαλλήλων και υπηρεσιών προς την πανεπιστημιούπολη των Βουτών στο Ηράκλειο.
Όπως παρατηρεί η τοπική εφημερίδα “Κρητική Επιθεώρηση” , αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης είναι η υποστελέχωση των υπηρεσιών στο Ρέθυμνο παρά το γεγονός ότι βάσει καταστατικού αποτελούν τις κεντρικές υπηρεσίες του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Πληροφορίες, που δεν έχουν επιβεβαιωθεί επίσημα αλλά κυκλοφορούν ευρέως στους κόλπους των υπαλλήλων και των καθηγητών, θέλουν να υπάρχει κίνηση στο εσωτερικό του ιδρύματος από υπαλλήλους στην πανεπιστημιούπολη των Βουτών, που επιθυμούν την μεταφορά των διευθύνσεων των διοικητικών και άλλων υπηρεσιών στο Ηράκλειο. Πράγμα, που ωστόσο δεν είναι δυνατόν να γίνει βάσει του νόμου και κατά τις ίδιες πηγές αρνήθηκε το υπουργείο Παιδείας, με αποτέλεσμα να υπάρχει «στροφή» πλεύσης.
Βάσιμες πληροφορίες της “Κρητικής Επιθεώρησης” αναφέρουν ότι στην επικείμενη συνεδρίαση της Συγκλήτου, που θα γίνει μέσα στον Δεκέμβριο, είναι πιθανή η κατάθεση αιτήματος από υπαλλήλους, που υπηρετούν στο Ηράκλειο για την εξομοίωση τους με τους διευθυντές των υπηρεσιών στο Ρέθυμνο με βασικό κίνητρο την δυνατότητα λήψης του σχετικού οικονομικού επιδόματος. Αυτό σημαίνει, δηλαδή, ότι θα προταθεί επί της ουσίας να υπάρξουν δύο παράλληλες διευθύνσεις υπηρεσιών, όπως η οικονομική διεύθυνση, η τεχνική, η διεύθυνση προγραμματισμού και δικτύων. Με δεδομένο ότι οι ισορροπίες εντός της συγκλήτου είναι υπέρ της πανεπιστημιακής κοινότητας του Ηρακλείου, είναι άγνωστο τι ακριβώς θα γίνει, αν και σε κάθε περίπτωση την τελική απόφαση θα την λάβει το Υπουργείο Παιδείας.
Κατά τις ίδιες πηγές, πάντως, μία τέτοια προοπτική ανοίγει την Κερκόπορτα ουσιαστικών, αλλά και τυπικών αλλαγών στα δεδομένα του πανεπιστημίου Κρήτης, του οποίου τυπικά μεν η έδρα βρίσκεται στο Ρέθυμνο, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει σαφώς ατονήσει.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι ελάχιστες μέρες τον χρόνο βρίσκει πια κανείς στις εγκαταστάσεις του Γάλλου τον Πρύτανη, Οδυσσέα Ζώρα, ο οποίος, όπως και οι προκάτοχοι του τα τελευταία 20 χρόνια, προέρχεται από τις σχολές του Ηρακλείου – συγκεκριμένα από την ιατρική – και εύλογα εργάζεται κυρίως στον γειτονικό νομό.
Ο προβληματισμός έγκειται στο γεγονός ότι σταδιακά η λειτουργία του ιδρύματος στο Ηράκλειο γιγαντώνεται, εν αντιθέσει με τις σχολές του Ρεθύμνου, που δείχνουν να έχουν μία τάση να ακολουθούν και όχι να “κυριαρχούν”.
Όπως παρατηρεί η “Κρητική Επιθεώρηση” σε ένα βαθμό αυτό μπορεί να είναι κατανοητό, δεδομένου ότι στο Ηράκλειο οι σχολές είναι από τη φύση τους πιο “δυναμικές”, όπως η Ιατρική, το Μαθηματικό, το Φυσικό και υπάρχουν ιδρύματα όπως το ΙΤΕ με τεράστια προσφορά στην έρευνα, όμως ταυτόχρονα θα έπρεπε να αποτελεί μέλημα και της “ρεθυμνιώτικης” ακαδημαϊκής κοινότητας να ακολουθεί με την ίδια συνέπεια και δυναμική τις “συνάδελφες” σχολές του γειτονικού νομού.
Είναι εύλογο όλα τα στοιχεία και τα παραδείγματα που προαναφέραμε να έχουν προκαλέσει για μία ακόμα φορά έντονη ανησυχία στην τοπική κοινωνία που παρακολουθεί πάντα με ιδιαίτερη ευαισθησία τα ζητήματα του πανεπιστημίου. Ανησυχία, που σύμφωνα με την τοπική εφημερίδα «μετατρέπεται σε καίρια ερωτήματα τόσο προς την πανεπιστημιακή κοινότητα του Ρεθύμνου όσο και προς τους τοπικούς φορείς: Ως πότε άραγε θα αντιμετωπίζεται η συρρίκνωση και η αφαίμαξη του πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο με απάθεια, για μην πούμε και αδιαφορία, από τις αρχές του τόπου, αλλά και τους καθηγητές των σχολών μας;».