Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Απού τσι παλιές αποσπερίδες

Οντέν ήμουνε μιτσό κοπελάκι ήσανιε ούλες οι φαμελιές πολύτεκνες. Ετότες οι γυναίκες εγεννούσανε “ώστε να θέλει ο Θεός”.

Μα και μεγάλες ήσανιε οι φαμελιές, μα και δεμένα ήσανιε ούλα ντωνε τα άτομα μεταξύ ντωνε. Μαζί εκαθίζανε για φαϊτό, μαζωμένοι επηγαίνανε για ύπνο, μαζί επηγαίνανε στην εκκλησία. Μα μαζί επχαίνανε και στην αποσπερίδα. Μα η κάθε φαμελιά ήτονε λίγο πλια πάνω, γή λίγο πλιά κάτω από δέκα άτομα. Επχαινε μια μεγάλη φαμελιά κι αποσπέριζενε, σε μιαν άλλη μεγάλη φαμελιά, κι αν είχαν τύχει να αποσπερίζει και τρίτη μεγάλη φαμελιά, εμπόριενε να γινούνε γύρω στστοι 20 νομάτοι. Ειδικά στην κατοχή τα κεράσματα δεν ήσανιε σαν τα σημερινά. Εμπόριε ο φιλόξενος νοικοκύρης να φέρει σε ένα κόσκινο χαρούπια γή σε ένα γαζοντενεκέ, και σε μια πετροχρειγιά παστολιές, γή τσακιστολιές, και σε ένα αλουμινιένιο πιάτο εβάνανε τσοι χαρουπόσπορους και τσοι λιοπυρίνες. Το ψιμοκαίρι εμαζώνανε αγγριαγιάχλαδα και απής εκουναλιάζανε ελιγόστευεν η στυφάδα ντωνε. Ευλογημένοι και τρις ευλογημένοι οι μήνες του καλοκαιριού. Αυτούς τσοι μήνες είχαμενε τα δράβιλα. Καλάθια τα σταφύλια, καλάθια τα απίδια, καλάθια τα τζάνερα και δεν αφήναμενε κενό μουδε καντουνάκι απού το στομάχι μας, γιατί ούλα τα κενά απού επομείνανε μετά το δείπνο εγεμίζανε απού τα δράβιλα. Γι’ αυτό ελέγαμενε “Αγουστε καλέ μου μήνα. Να ‘σουν δυο βολές το χρόνο” Ακόμη τσοι πρώτους μήνες του χειμώνα αποκρατούσαμενε σταφίδες και ξερά σύκα, και μουστόπιτα. Ακόμης και τα απίδια τα κάναμενε φελιά και τα βάναμενε στον ήλιο και εστραγκίζανε καλά, εφυλάγαμέντα για τσοι κακούς μήνες. Ετσα απού ήσανιε δυο – τρεις μήνες του καλοκαιριού ευλογημένοι, αντίστοιχα δυο τρεις μήνες του χειμώνα, ήσανιε καταραμένοι. Η κουμπάνια απού είχαμενε απού τα καλοκαιρινά, ήτονε αποκαμωμένη, τσι πολλές μέρες δε μας άφηνε η βροχή να πάμε στον κάμπο γή στο βουνό να γυρεύομε κιανένα χοχλιό γή κιανένα χόρταράκι. Για κείνοδα ελέγασι: «Για το Γενάρη στέρεψε άχερα τω Βουγιώ σου, κι αγκριγιοξυλοκέρατα να δίδεις τω μ-παιδιώ σου». Οσο εσιμώναμε στην άνοιξη αρχινούσανε τα κηπαράκια μας. Λίγο σπανάκι, λίγο συνάπι, λίγο σαλατικό. Αρχίζανε μπλιο τα λουβιά απού τσι ψαρές, τσι φάβες και τσι φακές. Τα στάχια από το στάρι τα βάναμενε στη φλόγα να καούνε τα άγκανα, όντεν ήσανιε μεστωμένα, μα όϊ ξεράμενα, και τα κάναμενε τσιστροκόλυβα. Αρχιζενε μπλιό ο καινούριος χρόνος και “ως την άλλη ο Θεός έχει”.

ΓΛΩΣΣΑΡΙ
Οντεν = όταν
Μιτσό = μικρό
Φαμελιά = οικογένεια
Πετροχρειγιά = πήλινη λεκάνη
Ψιμοκαίρι = φθινόπωρο
Κουμπάνια = προμήθεια
Στερεύω = φυλάω
Αγγριγιοξυλοκέρατα = χαρούπια
Απής = μετά (είναι σύνθετη λέξη από την πρόθεση από και την αντωνυμία ης)
Απού = Τη λέξη “απού” δεν την έχει το λεξικό μας, όμως το κρητικό ιδίωμα την έχει ως αντωνυμία (απού τρώει ας καθαρίζει) ως πρόθεση (απού το πρωί σε περιμένω) μα και σαν σύνδεσμος (αυτός απού είδες)
Λουβί = το περικάρπιο στα όσπρια, όταν είναι χλωρά, μαζί με τον καρπό.
Αποσπερίδα = βεγγέρα
Δράβιλα = φρούτα
Αποκρατώ = διατηρώ ακόμα (είχα κουράδι οζά, μα αποκρατώ ακόμη μια δεκαρέ)
Κιανείς = κάποιες φορές στο κρητικό ιδίωμα βάζομε ένα ιώτα πριν από το αλφά Αθηνιά, φωνιάζω κ.α. (Ο Β. Κορνάρος στον “Ερωτόκριτο”, όταν παρουσιάζει την Αρετούσα, να φωνάζει στον ύπνο της γράφει «…κι εφώνιαζε στον ύπνο τζη κιανίς να τη βουηθήξει…»
Κιαπόης = Είναι τρισύνθετη λέξη. Ο σύνδεσμος κι, η πρόθεση από και η αντωνυμία ης.
Κουνάλι = πολυγινομένο φρούτο
Μπλιό = πλεόν
Απόκαμε = ετελείωσε (Σαν αποκάμουν οι ελιές θ’ αρχίξει το ροδίκιο. Θα παίρνω το καλάθι μου να ‘ρχομαι να σε βρίστω).
Μούδε = μήτε
Φελί = Μικρά κομμάτια κάναμε τα αχλάδια και τα βάζαμε στον ήλιο και στραγγίζανε καλά και τα φυλάγαμε για τους χειμωνιάτικους μήνες.
Αυτά ήτανε φελιά.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα