Παρά τα όσα λένε τα δελτία ειδήσεων στις τηλεοράσεις για τις πτήσεις Ελλήνων απ’ το εξωτερικό, σε εμάς δεν έγινε κάποιος ιατρικός έλεγχος στο αεροδρόμιο, όπως μέτρηση της θερμοκρασίας, και προφανώς ούτε λόγος για τα τεστ για τον ιό, τα οποία ούτως ή άλλως σπανίζουν» λέει στα “Χ.Ν.” η Μαρία, μια νέα Χανιώτισσα που εργαζόταν στη Μ. Βρετανία και επέστρεψε αυτές τις ημέρες στον τόπο καταγωγής της.
Eίναι δεκάδες οι Χανιώτες που επέστρεψαν αυτές τις ημέρες πριν απαγορευτούν οι αεροπορικές πτήσεις. Ωστόσο ούτε τεστ για ιό τους έγινε, ούτε κάποιος ιατρικός έλεγχος.
Πλέον, είναι υποχρεωμένοι να αναλογιστούν την ευθύνη που έχουν απέναντι στην τοπική κοινωνία και να μείνουν σε καραντίνα για τουλάχιστον 14 ημέρες μακριά ακόμα και από τους δικούς τους ανθρώπους.
Η Μαρία εργάζονταν εδώ και ένα χρόνο για το εθνικό σύστημα υγείας της Μ. Βρετανίας (NHS). «To NHS ιδρύθηκε στην μεταπολεμική Αγγλία το 1948 και είναι ο πιο κοινωνικά αποδεκτός θεσμός στην βρετανική κοινωνία ακόμα και σήμερα. Παρά τις συνεχείς μειώσεις στον προϋπολογισμό και την συστηματική υποβάθμιση του τα τελευταία χρόνια, ο βρετανικός λαός προσπαθεί να προστατεύσει το ΝHS από νέες περικοπές και από τις βλέψεις των Συντηρητικών για ιδιωτικοποίησή του. Και ο θεσμός αυτός καλείται τώρα να δώσει την μεγαλύτερη μάχη που έχει κληθεί ποτέ να δώσει, να αντιμετωπίσει μία γοργά εξαπλούμενη πανδημία. Η ανακοίνωση της βρετανικής κυβέρνησης πριν δύο βδομάδες, περί μη ανάγκης έκτακτων μέτρων, καθώς και η θεωρία της ‘’ανοσίας αγέλης’’ έκαναν σίγουρα αίσθηση σε παγκόσμιο επίπεδο, την στιγμή που σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες ανήγγειλαν δραστικά μέτρα (lock down) για να μειώσουν την ταχύτητα εξάπλωσης του ιού» λέει η συνομιλήτρια μας, που για ευνόητους λόγους διατηρούμε την ανωνυμία της.
Πώς είδαν οι Βρετανοί τις πρακτικές αυτές ρωτάμε τη Μαρία. « Πολλοί είπαν ότι οι Βρετανοί είναι ένας περίεργος λαός, που ήθελε πάντα και θέλει ακόμη να διαφοροποιείται από την υπόλοιπη Ευρώπη με κάθε δυνατό τρόπο. Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω: εδώ δεν μιλάμε για μια διαφοροποίηση του λαού, που αδυνατεί να καταλάβει την κρισιμότητα της κατάστασης και να συμμορφωθεί στα αυστηρά μέτρα, αλλά για την αδιαφορία της ίδιας της κυβέρνησης να λάβει εγκαίρως μέτρα για τον περιορισμό των κρουσμάτων. Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση των Συντηρητικών δεν δίστασε να βάλει μπροστά την παραγωγικότητα και την οικονομία της χώρας, και όχι την δημόσια υγεία, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη ζωή των ίδιων της των πολιτών. Με αρκετές δόσεις κυνισμού στις αρχικές του ανακοινώσεις, ο πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Τζόνσον ανακοίνωσε ότι στόχος τους ήταν να έρθει το 60% του πληθυσμού σε επαφή με τον ιό, και άρα να νοσήσει, έτσι ώστε σε πιθανή επανεμφάνιση του ιού από Σεπτέμβρη, ο βρετανικός λαός να έχει ήδη ανοσία. Τα διαγγέλματα βέβαια έκαναν κάθε φορά λόγο για παράπλευρες απώλειες, παίρνοντας ως δεδομένο ότι ο ιός αυτός προκαλεί θνησιμότητα, και, άρα ναι, κάποιοι συμπολίτες μας αναμένεται να πεθάνουν. Ο στόχος της κυβέρνησης ήταν λοιπόν ξεκάθαρος: να μην ανασταλεί η οικονομική δραστηριότητα της χώρας. Το μοναδικό μέτρο που είχε επίσημα ανακοινωθεί την πρώτη εβδομάδα ήταν ο περιορισμός μετακινήσεων των ηλικιωμένων, και η έκκληση, στους πολίτες που δεν αισθάνονται καλά ή και έχουν τα συμπτώματα, σε ολιγοήμερο κατ’ οίκον περιορισμό. Η εκθετική αύξηση των κρουσμάτων μέσα σε μία μόλις εβδομάδα, και οι εκκλήσεις των ειδικών για να παρθούν, έστω και αργοπορημένα, αυστηρά μέτρα, έκαναν την κυβέρνηση να αναθεωρήσει. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τα στατιστικά μοντέλα εξάπλωσης του ιού, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να εξαγγείλει δραστικότερα μέτρα και κατ’ οίκον περιορισμό. Τα σχολεία και κάποιοι χώροι εργασίας έκλεισαν, το ίδιο και οι χώροι εστίασης και αναψυχής, και οι εργαζόμενοι που έχουν τη δυνατότητα, δουλεύουν πλέον από το σπίτι. Παρατηρούμε όμως ότι στην Αγγλία συμβαίνει αυτό ακριβώς που συμβαίνει και στην Ελλάδα, αλλά και στην Ιταλία, και άλλες χώρες της Δύσης: μαζικοί χώροι εργασίας, όπως εργοστάσια και εταιρείες τηλεπικοινωνιών παραμένουν ανοιχτοί, και οι εργαζόμενοι καλούνται να δουλέψουν κανονικά στην βάρδια τους, χωρίς να τηρείται η αναγκαία απόσταση των 2 μέτρων, αλλά και χωρίς τα στοιχειώδη μέσα προστασίας. Οι άνθρωποι αυτοί ζουν κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου σημειώνονται κατά κανόνα τα περισσότερα κρούσματα, χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, και μετά τη λήξη της βάρδιας γυρνούν κανονικά στα σπίτια και στις οικογένειες τους. Αντιλαμβανόμαστε άραγε τον παραλογισμό αυτής της κατάστασης; Το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι είναι πιο ‘’αναλώσιμοι’’ από κάποιους άλλους, στο βωμό του κέρδους, είναι τρομακτικό. Και ας χάνονται εκατοντάδες ζωές κάθε μέρα στην Ιταλία. Και ας βλέπουμε ότι τα ίδια έρχονται και εδώ…»
Μέσα σε όλες αυτές τις συνθήκες η Μαρία αποφάσισε να γυρίσει πίσω «όχι γιατί νιώθω εδώ πιο ασφαλής: φοβάμαι αλήθεια μην αρρωστήσω, γιατί οι ΜΕΘ στη χώρα μας είναι απειροελάχιστες, τα νοσοκομεία υποστελεχωμένα και με ελλείψεις σε βασικό εξοπλισμό. Αποφάσισα όμως να γυρίσω για να είμαι κοντά στην οικογένεια μου και τους ανθρώπους που αγαπώ, και για να συμπαρασταθούμε ο ένας στον άλλον στις δύσκολες αυτές εβδομάδες που διανύουμε. Στα αεροδρόμια αυτές τις μέρες γίνονται αυστηροί έλεγχοι, και δεν επιτρέπεται να ταξιδέψει κανείς στην Ελλάδα εάν δεν έχει ελληνικό διαβατήριο ή ταυτότητα. Αντίστοιχα μέτρα έχουν παρθεί σε πολλές άλλες χώρες στον κόσμο. Οι Έλληνες που επέστρεψαν απ’ την Μ. Βρετανία κλήθηκαν σε αυστηρό κατ’ οίκον περιορισμό, μέτρο απαραίτητο για την αποφυγή μετάδοσης του ιού. Πάντως παρά τα δελτία ειδήσεων στις τηλεοράσεις για τις πτήσεις Ελλήνων απ’ το εξωτερικό, σε εμάς δεν έγινε κάποιος ιατρικός έλεγχος στο αεροδρόμιο, όπως μέτρηση της θερμοκρασίας, και προφανώς ούτε λόγος για τα τεστ για τον ιό, τα οποία ούτως ή άλλως σπανίζουν.»
Πλέον κάθεται απομονωμένη σε ένα χώρο μακριά από την οικογένεια της μέχρις ότου περάσουν οι 14 ημέρες. «Οι μέρες της καραντίνας μπορεί να φαντάζουν δύσκολες, εγώ όμως δεν το βλέπω έτσι. Τα μέτρα είναι αυστηρά και πρέπει όλοι και όλες να προσπαθήσουμε να περιορίσουμε τις μετακινήσεις μας, για το κοινό καλό. Ο ρυθμός μετάδοσης του ιού πρέπει να μειωθεί, και ιδανικά να ανασταλεί, και πρέπει όλοι να συμβάλλουμε σε αυτό. Ο αυστηρός κατ’ οίκον περιορισμός από μόνος του όμως δεν αρκεί. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει κάνει σαφές ότι απαιτείται χαρτογράφηση των κρουσμάτων, για να μπορέσουμε να ξέρουμε ποιοι και πόσοι νοσούν κάθε δεδομένη χρονική στιγμή. Χρειάζονται δηλαδή δεκάδες χιλιάδες τεστ για τον ιό στον γενικό πληθυσμό, όπως έκανε ήδη η Κίνα και η Νότια Κορέα, που κατάφεραν και αντιμετώπισαν την μετάδοση του ιού και τώρα επιστρέφουν στην κανονικότητα. Χρειάζεται και ένα ισχυρό σύστημα Υγείας, με επαρκή εξοπλισμό και μαζικές προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Μπορεί να απέχουμε πολύ από το ιδανικό σύστημα υγείας, όμως ακόμη και τώρα δεν είναι αργά. Στην Κίνα είδαμε ότι έχτισαν ολόκληρο νοσοκομείο μέσα σε 10 μέρες. Χρειάζονται και εδώ άμεσα μέτρα για την ενίσχυση της δημόσιας υγείας από το κράτος. Πρέπει να καταλάβουμε ότι στο σήμερα, διαθέτουμε τα μέσα για να αντιμετωπίσουμε τον κορονοϊό. Το ζήτημα είναι εάν θα γίνουν δαπάνες για την υγεία. Είναι καιρός, τέλος, να καταλάβουμε ότι η υγεία είναι δικαίωμα όλων μας, και να το απαιτήσουμε εδώ και τώρα!»
Από τη μια μεριά σκέφτομαι ότι καλά κάνουν όλοι αυτοί και γυρνάνε στον τόπο τους, όχι μόνο από Βρετανία αλλά και από της άλλες χώρες. Αλλά μήπως όμως αν είναι λάθος ο τρόπος υποδοχής τους και αν δεν γίνουν οι απαιτούμενοι έλεγχοι και αν δεν σεβαστούν από μόνοι τους το μόνιμο πληθυσμό της γενέτειράς τους, με το να μείνουν αυτοβούλως και οικοιοθελώς στην 14ήμερη καραντίνα διασπείρουν τον ιό σε τέτοια κλίμακα, που θα είναι ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΟΣ συνδιασμός “ανεπάρκειας συστηματος και ατομικής ανευθυνότητας”; Προς Θεού, ΠΡΟΣΟΧΗ, μην σκορπίσετε το ΘΑΝΑΤΙΚΟ στον τόπο σας. ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΣΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΒΟΛΤΕΣ. ΑΥΤΟΠΕΡΙΟΡΙΣΤΕΙΤΑΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΣΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΛΑΙΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ.