Οι ήρωες των βιβλίων της γεννιούνται στις ήσυχες ώρες της δουλειάς, µέσα στο κατάστηµα που εργάζεται και µέσα στη ροή της καθηµερινότητας. Πρόσωπα φανταστικά, που συχνά δανείζονται στοιχεία από τη δεξαµενή των δικών της εµπειριών, σκέψεων και συναισθηµάτων, αλλά την ίδια στιγµή ζουν οριακές καταστάσεις που τα οδηγούν σε µια καταβύθιση στην ανθρώπινη ύπαρξη. Ο λόγος για τη συγγραφέα Αρετή Καµπίτση, που πρόσφατα κυκλοφόρησε το τρίτο της βιβλίο µε τίτλο “Όχι δάκρυα για τη Φραν” (εκδ. Γράφηµα).
Στο συγκεκριµένο βιβλίο, που παραπέµπει σε νουάρ µυθιστόρηµα, οι πρωταγωνιστές αναµετρούνται µε το παρελθόν τους, την απώλεια, την παραδοχή, την αποδοχή και τη συγχώρεση. «Θα µπορούσαµε να πούµε ότι είναι ένα ψυχογράφηµα που φέρνει αντιµέτωπους τους ήρωες µε τους πόθους, τους φόβους και τις ενοχές τους», µού λέει η Αρετή καθώς βρεθήκαµε για να µιλήσουµε για το νέο της βιβλίο.
Τι είναι όµως εκείνο που αναζητά να εκφράσει µέσα από τους µυθιστορηµατικούς πρωταγωνιστές της; «Ψάχνω µέσα από τους ήρωες να εκφράσω αυτό που λέµε “ιδανικός εαυτός”, όχι όµως για να ταυτιστεί κανείς µαζί του, αλλά για να τον αποδοµήσω. Να τον αποδοµήσω γιατί αφενός δεν υπάρχει αυτός ο ιδανικός εαυτός και αφετέρου µέσα από αυτή τη διαδικασία οι ήρωες µου µπορούν να αποδεχθούν αυτό που πραγµατικά είναι. ∆ηλαδή άνθρωποι µε τα προτερήµατα και τα ελαττώµατά τους, την καλοσύνη και την κακία τους, τη συµπόνια και τη ζήλια τους κ.λπ.».
Άλλωστε η αλήθεια είναι λυτρωτική τόσο µέσα στις σελίδες ενός βιβλίου όσο και στην πραγµατική ζωή: «Η εξιδανίκευση σε κάθε της µορφή δεν είναι τίποτε περισσότερο από αυτό που θέλουµε να δούµε στον άλλο άνθρωπο, παραβλέποντας τα όποια αρνητικά του», σηµειώνει η Αρετή, ενώ στην ερώτησή µου αν η ίδια η διαδικασία της συγγραφής λειτουργεί απελευθερωτικά για τον συγγραφέα καθώς µέσα από αυτή µπορεί να εκφράσει σκέψεις και συναισθήµατα έξω από τις συµβάσεις και τους περιορισµούς της κοινωνικής ζωής σχολιάζει: «Ναι, λειτουργεί έτσι. Μέσα από τα βιβλία µπορείς να πεις ό,τι αισθάνεσαι µέσα από το πρόσωπο του ήρωά σου. Ταυτόχρονα, η συγγραφή λειτουργεί και σαν ψυχοθεραπεία καθώς η όποια σκέψη σου δεν βρίσκει τις αντιδράσεις που θα συναντούσε στην πραγµατική ζωή. Για εµένα, σε κάθε περίπτωση, η λογοτεχνία είναι τρόπος έκφρασης. Μια έκφραση µέσα από την οποία δεν αναζητώ την επιτυχία αλλά την ευτυχία. ∆εν γράφω δηλαδή για να πετύχω ή για να φτάσω κάπου. Ούτε γράφω γιατί δεν µπορώ να κάνω αλλιώς. Γράφω γιατί αυτό µε βοηθάει».
Πώς και από τι όµως εµπνέεται τα βιβλία της; «Η έµπνευση σχετίζεται µε συναισθήµατα που έχω βιώσει. Οι πρωταγωνιστές µου βέβαια κάνουν πράγµατα που δεν έχω κάνει στη ζωή µου αλλά νιώθουν πράγµατα που έχει νιώσει κι εγώ».
Τα διηγήµατα της Αρετής Καµπίτση “Γεννήθηκα δύο φορές”, “Η πιο πιστή µου αλήθεια” και “∆ιάλυση” έχουν µεταφερθεί στη µεγάλη οθόνη µε τη µορφή ταινιών µικρού µήκους. Αναρωτιέµαι πώς βλέπει αυτή τη µεταφορά έργων της στην 7η τέχνη: «Νιώθω χαρά και πάντα έχω την περιέργεια να δω πως διάβασε ένα άλλο “µάτι” τα κείµενά µου. Αυτή είναι η οµορφιά και της τέχνης, οι διαφορετικές ερµηνείες που δίνει κάποιος. Θυµάµαι ότι είχα διαβάσει κάπου ότι ένα βιβλίο δεν είναι “ένα” βιβλίο, αλλά “πολλά” βιβλία ανάλογα µε τη στιγµή που το διαβάζει κάποιος, πώς αισθάνεται, τις εµπειρίες που έχει κ.λπ.».
Οι συγγραφείς δεν είναι µόνο άνθρωποι που γράφουν αλλά τις περισσότερες φορές διαβάζουν και πολύ. ∆ική της αγαπηµένοι συγγραφείς είναι, µεταξύ άλλων, οι Ζορζ Σιµενόν, Ναγκίµπ Μαχφούζ αλλά και ο µεγάλος Κρητικός λογοτέχνης Νίκος Καζαντζάκης, όπως µού λέει.
Καθώς ολοκληρώνουµε την κουβέντα µας ρωτάω την Αρετή αν η λογοτεχνία µπορεί να µας αλλάξει τη ζωή: «Νοµίζω πως ναι. Πιστεύω ότι και το πιο “ανάλαφρο” βιβλίο µπορεί να σου δώσει κάτι. Ακόµα και να σε ανακουφίσει απλώς. Κι αυτό όµως είναι κάτι. Από και πέρα, νοµίζω ότι είµαστε τα βιβλία που διαβάζουµε. Ειδικά τα βιβλία των µεγάλων συγγραφέων, όπως ο Καζαντζάκης για παράδειγµα που τα βιβλία του είναι σαν εγκυκλοπαίδεια ψυχολογίας, δεν γίνεται να µην σε αλλάξουν. Να σού ανοίξουν ένα µονοπάτι για να σκεφτείς κάτι άλλο».