Πέμπτη, 16 Ιανουαρίου, 2025

Αρετή Καμπίτση: «Καταφύγια τα βιβλία»

«Καταφύγια» που χαρίζουν απίστευτες αναγνώσεις, µελέτες, σκέψεις και διεξόδους χαρακτηρίζει τα βιβλία η συγγραφέας Αρετή Καµπίτση, που πρόσφατα εξέδωσε το τέταρτο βιβλίο της (νουβέλα) µε τον τίτλο  «Λευκές µνήµες» από τις εκδόσεις “Φιλιππότη”.

Γεννηµένη στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας η Αρετή Καµπίτση πάνω από τη µισή της ζωή ζει στα Χανιά, «µια πόλη που αγάπησα από την πρώτη στιγµή που την αντίκρισα», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει µιλώντας στα «Χανιώτικα Νέα».

«Από µικρό παιδί ήµουν µπλεγµένη ανάµεσα στα βιβλία και στην πραγµατικότητα. ∆ιαχωρίζω αυτά τα δύο γιατί δεν πρόκειται για το ίδιο πράγµα, τουλάχιστον για µένα. Πολλές φορές, σχεδόν πάντα, καταφεύγω στα βιβλία για να ξεφύγω από την πραγµατικότητα. Αυτό άλλοτε βοηθάει κι άλλοτε όχι…

Το καταφύγιό µου αυτό µου χάρισε απίστευτες αναγνώσεις, µελέτες, σκέψεις και διεξόδους και φυσικά τέσσερα βιβλία που φέρουν την υπογραφή µου, κάτι που θεωρώ µεγάλο δώρο της ζωής προς εµένα. Όλα σχεδόν τα βιβλία µου περιστρέφονται γύρω από την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων. Άνθρωποι µισοί που ψάχνουν το ολόκληρο. Άνθρωποι διαλυµένοι που ψάχνουν να ενωθούν, που άλλοτε τα καταφέρνουν κι άλλοτε όχι, όπως συµβαίνει και στην πραγµατική ζωή», επισηµαίνει η κα Καµπίτση.

Σε ερώτηση «τι την ώθησε να πιάσει το µολύβι για πρώτη φορά και να ξεκινήσει αυτή η διαδροµή της συγγραφής» απαντά:

«Η γραφή, µε την γενικότερη έννοια, ήταν κάτι που µε απασχολούσε από µικρή ηλικία. Συνήθως κατέγραφα ιστορίες στο µυαλό µου, φανταζόµουν ανθρώπους και τους τοποθετούσα σε διάφορες καταστάσεις. Αργότερα, οι ιστορίες αυτές, τροποποιηµένες από τις εµπειρίες και τα βιώµατά µου, απέκτησαν λέξεις, γράφτηκαν σε χαρτί ή πληκτρολογήθηκαν σε µια ηλεκτρονική οθόνη. Η πρώτη µου µικρή ιστορία δηµοσιεύθηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Fractal. Ήταν ένα πρωτόγνωρο και εντυπωσιακό συναίσθηµα. Έκτοτε ήθελα κι άλλο κι ύστερα κάτι περισσότερο από µια δηµοσίευση. Κάπως έτσι έφτασα στην έκδοση του πρώτου βιβλίου µου πριν από εφτά χρόνια και σήµερα µετράω τέσσερα προσωπικά βιβλία και δύο συλλογικά».

Στην ερώτηση «αν υπάρχει κάποιο θέµα που την εµπνέει» η συγγραφέας δίνει έµφαση στον  ψυχισµό των ανθρώπων:

«Ο ψυχισµός των ανθρώπων µου κινούσε πάντοτε την περιέργεια. Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό µου στα πράσα να παρατηρεί τη συµπεριφορά ή την κίνηση του σώµατος κάποιου. Αναρωτιέµαι, ψάχνω, απαντώ σε αυτό το άγνωστο που έχω µπροστά µου. Στα έργα µου, η πλοκή της ιστορίας είναι ίση µε το συναίσθηµα των ηρώων µου. Μια λέξη, µια κίνηση, ένα νεύµα, µια τυχαία σκηνή, µπορεί να γίνει η αφορµή για την αρχή ενός καινούργιου βιβλίου», τονίζει χαρακτηριστικά.

Η νουβέλα «Λευκές µνήµες», είναι το τέταρτο κατά σειρά βιβλίο της συγγραφέως.  Και όπως υπογραµµίζει µιλώντας στα «Χανιώτικα Νέα», «οι Λευκές µνήµες» είναι ένα βιβλίο που αγαπώ ιδιαίτερα. Είναι το µοναδικό από όλα τα βιβλία µου, που παρά το στενάχωρο περιεχόµενό του, γράφοντάς το, αισθανόµουν µια σταδιακή ανακούφιση, και κάθε φορά ερχόµουν όλο και πιο κοντά σε µένα. Κατέληξε, χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή µου, να γίνει το πιο αληθινό και βιωµατικό βιβλίο µου, χρωµατισµένο φυσικά από µυθοπλαστικά στοιχεία.

Οι µνήµες λοιπόν, ένα κοµµάτι έντονο, δυνατό και συνήθως βαρύ για τους περισσότερους από εµάς, ένα παρελθόν που πολλοί θα θέλαµε να µην είχαµε αλλά και που ακόµα κι έτσι, ποθούµε διακαώς να αφήσουµε πίσω, να το λεηλατήσουµε µέσα από τις φλόγες και από τις στάχτες µας να αναγεννηθούµε από την αρχή. Η ηρωίδα µου παλεύει µε αυτό. Ζει ανάµεσα στο παρελθόν και το παρόν. Αναρωτήθηκα πολλές φορές µέσα από τις σκέψεις και τις πράξεις της, πόσο τα βιώµατά µας επηρεάζουν την µετέπειτα πορεία της ζωής µας. Η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: είµαστε το παρελθόν µας, κι όπως έχουν πει οι ψυχολόγοι, είµαστε τα παιδικά µας χρόνια. ∆εν αρκεί να ξεχάσουµε, να αφορίσουµε και να αναθεµατίσουµε ένα παρελθόν που περικλείει ανθρώπους και καταστάσεις. Χρειάζεται αυτό το παρελθόν, µε το βάρος που κουβαλάει, να το αθωώσουµε και να το αφήσουµε να µας αφήσει. Ίσως για αυτό ονόµασα τις µνήµες, που η ηρωίδα µου σκαλίζει µπροστά από την απέραντη Μεσόγειο θάλασσα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, “λευκές”. Επειδή µέσα από την αγάπη και τον θυµό, την θλίψη και τον φόβο, τις αθώωσε, τις έντυσε µε το λευκό χρώµα της αθωότητας, χωρίς να χρειάζεται πια να φεύγει και να ξεφεύγει από κανένα παρελθόν. Χρειάζεται οι άνθρωποι να µάθουµε να αφήνουµε, να σβήνουµε, άλλωστε το πιο γενναίο είναι να αφαιρούµε κι όχι να προσθέτουµε.

Αξίζει να σηµειωθεί ότι τρία διηγήµατα της κας Καµπίτση έχουν γίνει ταινίες µικρού µήκους. Και όπως µας λέει «είναι πάντοτε µεγάλη χαρά να βλέπω τις ιστορίες µου να παίρνουν σάρκα και οστά και πάντοτε κοιτώ µε περιέργεια το πώς αυτές µεταφέρονται σε µια σκηνή, έξω από το χαρτί, στην πραγµατική φωνή και στην κίνηση.

Θυµάµαι πως αυτή την τύχη είχε το πρώτο µου διήγηµα που έγραψα και δηµοσιεύθηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Fractal, όπως ανέφερα πιο πάνω. Έπειτα ακολούθησαν άλλα δύο. Ήταν κάτι απίστευτα ενθουσιώδες και καταπληκτικό για µένα».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα