Ας φανταστούμε ένα σενάριο στο οποίο ο κορωνoϊός εξαπλώνεται στην Ευρώπη με τρόπο ανεξέλεγκτο, ενώ στην αφρικανική ήπειρο, λόγω των κλιματικών συνθηκών, δεν έχει καμία επίπτωση.
Τρομοκρατημένες, οικογένειες Eυρωπαίων θα επιχειρούσαν μαζικά να δραπετεύσουν από την ασθένεια, βγαίνοντας στον δρόμο προς τα σύνορα της Αφρικής. Θα προσπαθούσαν να διασχίσουν τη θάλασσα μέσω του Στενού του Γιβραλτάρ, θα επιβιβάζονταν σε πρόχειρα σκάφη από τα ελληνικά νησιά και από τις τουρκικές ακτές. Κυνηγημένοι από την απειλή μιας νέας θανατηφόρας πανώλης, θα προσπαθούσαν να φτάσουν στην ασφάλεια, εξωθούμενοι από την ακραία ανάγκη. Αλλά όταν θα έφταναν στην ακτή της Αφρικής, οι φράκτες που οι ίδιοι έχουν υψώσει, οι βίαιοι έλεγχοι που οι ίδιοι έχουν εγκαθιδρύσει, τα σκληρά και ανελέητα σύνορα, θα αντέστρεφαν τη δύναμη ανάσχεσης.
Οι βορειοαφρικανικές δυνάμεις ασφαλείας θα πυροβολούσαν τους Ευρωπαίους δίχως έλεος και θα τους φώναζαν: γυρίστε πίσω, αφήστε μας ήσυχους, δεν θέλουμε την αρρώστια σας, τη δυστυχία σας, την απελπισία σας. Εδώ, εάν οι σεναριογράφοι ήθελαν να κορυφώσουν το δράμα, θα επέτρεπαν σε κάποιους Ευρωπαίους, με τη βοήθεια συμμοριών διακινητών, να φτάσουν σε αφρικανικούς προορισμούς, όπου οι αρχές θα τους έβαζαν σε καραντίνα, θα τους στοίβαζαν σε άθλια στρατόπεδα, όπου θα έχαναν όλα τα υπάρχοντά τους, τις σχέσεις τους και την αξιοπρέπεια τους.»
David Trueba, El País,
10 Μαρτίου 2020
Για την αντιγραφή
Γιώργος Κοκκινάκος