Προ ημερών γίναμε αυτόπτες μάρτυρες ενός προδιαγεγραμμένου από χρόνια εγκλήματος με την πυρπόληση ενός Ιστορικού και Διατηρητέου κτηρίου, των Ιταλικών Στρατώνων. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί ήταν προδιαγεγραμμένο από πολλές δεκαετίες, αφού από την αρχή -όπως και για πολλά άλλα θέματα- έγιναν λάθος χειρισμοί και γιατί δεν πρέπει να γίνουν άλλοι και όχι μόνο γι’ αυτό το κτήριο.
Kαταρχήν συμφωνώ με το αίτημα του dημάρχου για παραχώρηση του μνημείου στο Δήμο, προκειμένου να στεγάσει το Δημαρχείο της πόλης. Αυτό βέβαια θα πρέπει να συνοδεύεται και από την απόκτηση της (κατά τα λεγόμενα κατεδαφιστέας) πρώην κλινικής του ΙΚΑ, ώστε να αποκτηθούν επαρκείς υποδομές για τη λειτουργία του Δήμου, σε συνδυασμό και με το παρακείμενο κτήριο, που θα φιλοξενήσει τη Βιβλιοθήκη και άλλες δραστηριότητες. Νομίζω πως κανείς δεν συζητά το να μείνει στην ιδιοκτησία και τη «φροντίδα» του ΥΠΕΘΑ μετά τα όσα προηγήθηκαν.
Το πρώτο λάθος ξεκίνησε γύρω στα 1980, όταν μετά από επίμονο αίτημα των φορέων της πόλης παραχωρήθηκε στο Δήμο ο ελεύθερος χώρος του Στρατοπέδου Τζομπανάκη, η ήδη υποβαθμισμένη λειτουργία του οποίου μεταφέρθηκε αλλού. Στην ιδιοκτησία του ΥΠΕΘΑ-για ακατανόητους λόγους-παρέμεινε το μνημείο, το οποίο μάλιστα χωρίστηκε με τοίχο από τον υπόλοιπο χώρο. Απόψεις που είχαν διατυπωθεί τότε από διάφορους για τη διατήρηση της ενότητας του χώρου, την επίμονη διεκδίκηση και των Στρατώνων, ώστε να λειτουργήσει ενιαία με νέες χρήσεις (μεταξύ των οποίων και Δημαρχείο, αν θυμούμαι καλά) και ενοποίηση με το Δημοτικό Κήπο, δεν είχαν συνέχεια. Συνέχεια δεν είχε και η πρόταση για τη δημιουργία υπόγειου πάρκινγκ. Κατασκευάστηκε ένα αναγκαίο μεν για την πόλη πάρκο, με πολλά ωστόσο προβλήματα μορφής και λειτουργίας (είναι ακατάλληλο για μικρά παιδιά), τα οποία αναδείχτηκαν στο χρόνο με την απαξίωσή του από τους πολίτες. Έτσι η «διορθωτική» πρόσφατη εξαγγελία του Δημάρχου για «ανάπλαση» (ελπίζω με ενοποίηση με τον Κήπο και ίσως μια σκέψη για υπόγειο πάρκινγκ) είναι στη σωστή κατεύθυνση.
Όσον αφορά στο ίδιο το κτήριο των Ιταλικών Στρατώνων, εξαιτίας της λανθασμένης νοοτροπίας του ιδιοκτήτη ΥΠΕΘΑ, έμεινε ουσιαστικά «στην τύχη του», χωρίς να είναι χρήσιμο σε κανένα. Επίσημοι φορείς, όπως ο Δήμος και το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης το διεκδίκησαν, χωρίς όμως οι προτάσεις αυτές να έχουν γενικότερη στήριξη και επίμονη διεκδίκηση από όλους τους φορείς, όπως γίνεται σε ανάλογες περιπτώσεις σε άλλες πόλεις της Κρήτης. Δυστυχώς η νοοτροπία του «δεν είναι δικό μου θέμα, δεν είναι καθόλου θέμα» ισχύει σε μεγάλο βαθμό στην πόλη μας, όπου η συνεργασία και η μαζική διεκδίκηση, είναι άγνωστη διαδικασία με ελάχιστες εξαιρέσεις (λ.χ «Εθνικό Ίδρυμα Ελευθέριος Βενιζέλος»). Έτσι το θέμα έμενε σε διαρκή εκκρεμότητα. Αν είχε παραχωρηθεί στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, εδώ και μερικά χρόνια θα είχε αποκατασταθεί το κτήριο (η Αντιπεριφέρεια είχε ζητήσει την παραχώρηση και είχε αναλάβει δέσμευση για την αποκατάστασή του), θα είχε λυθεί το πρόβλημα της στέγασης του ΙΑΚ, το οποίο δυστυχώς οι αρμόδιοι των Χανιών και οι άλλοι το αντιμετωπίζουν σαν «αποπαίδι», χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την αξία του και τη σημασία του για την Κρήτη. Ταυτόχρονα θα είχε δημιουργηθεί στο ισόγειο ένα μεγάλο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο από τις μοναδικές Συλλογές του ΙΑΚ, σε ένα ιδιαίτερα κατάλληλο και εξαιρετικά επισκέψιμο χώρο. Η ύπαρξη ενός κρατικού Μουσείου, που θα κάλυπτε την ιδιαίτερα σημαντική Νεότερη Ιστορία και Πολιτισμό (Λαϊκό και Αστικό) με έμφαση στην περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, όταν τα Χανιά ήταν πρωτεύουσα, είναι κάτι που λείπει και που δε μπορεί να καλυφθεί από επιμέρους πρωτοβουλίες, όσο συμπαθείς και να είναι αυτές. Το κυριότερο είναι ότι αν αυτό, ή κάτι άλλο σοβαρό είχε υλοποιηθεί, δεν θα είχαμε την τραγική κατάληξη, για την οποία σήμερα θρηνούμε, ούτε θα χρειαζόταν αυτή η σοβαρή δαπάνη που εξαγγέλθηκε και μάλιστα σε περίοδο κρίσης. Με δεδομένα, την ύπαρξη ενός αξιόλογου Αρχαιολογικού Μουσείου, της Βυζαντινής Συλλογής (δεν θα σχολιάσω εδώ γιατί χάρη στη μη στήριξη της προσπάθειας από τους φορείς της πόλης, περιορίστηκε στο σχετικά μικρό ναό του San Salvatore και όχι στο επίσης «άτυχο» κτήριο της Μεραρχίας), του Ναυτικού Μουσείου, του Μουσείου στο Σπίτι του Ελευθερίου Βενιζέλου, όπως και του Μουσείου Τυπογραφίας (έργου της ιδιωτικής πρωτοβουλίας), η πόλη των Χανιών θα διέθετε από χρόνια μια πλήρη επάρκεια σε μουσειακές υποδομές, αντάξιες της αξίας της. Το θέμα της μουσειακής πολιτικής ενός τόπου είναι πολύ σοβαρό να το αφήνουμε στα χέρια του κάθε καλοπροαίρετου, αλλά άσχετου με το θέμα παράγοντα.
Αντί λοιπόν για τη δημιουργία μιας σοβαρής κρατικής δομής, με εξασφαλισμένη τη συντήρηση και λειτουργία της στο κτήριο του Ιταλικού Στρατώνα, προτιμήθηκε με την παρέμβαση πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων του ΥΠΕΘΑ η στέγαση μιας μικρής Συλλογής, που ονομάστηκε «Πολεμικό Μουσείο». Την ίδια εποχή και με παρόμοια λογική ιδρύθηκε στο χωριό Χρωμοναστήρι (χωριό καταγωγής του τότε αρχηγού ΓΕΕΘΑ) στο Ρέθυμνο ένα πλήρες Πολεμικό Μουσείο, στη μεγάλη βενετσιάνικη έπαυλη Claudio, που αναστηλώθηκε. Στα Χανιά με πρωτοβουλία και επιμονή του δραστήριου και με σημαντική προσφορά παραδοσιακού Συλλόγου «Οι Κρητικές Μαδάρες» και προσωπικά του Γιάννη Μάντακα ιδρύθηκε ένα παράρτημα του Πολεμικού Μουσείου Αθηνών, που στεγάστηκε σε ένα μέρος του ισογείου των Ιταλικών Στρατώνων. Να τονίσω πως τιμώ την προσπάθεια της συλλογής του σχετικού υλικού, τις «Κρητικές Μαδάρες» και το Γιάννη Μάντακα, θεωρώ θετικό στοιχείο την ενίσχυσή του από το κεντρικό Πολεμικό Μουσείο, όμως το υλικό αυτό δεν ήταν αρκετό για τη δημιουργία Μουσείου. Δεν «κομματιάζεις» εξάλλου την Ιστορία ενός τόπου, ούτε προβάλεις μια μόνο διάσταση, αλλά την εντάσσεις σε μια μεγαλύτερη δομή ως επιμέρους ενότητα. Ούτε χωρούν δυο Πολεμικά Μουσεία σε τόσο κοντινή απόσταση, ούτε εξάλλου είχε την επισκεψιμότητα και τη δυνατότητα λειτουργίας, που θα το αιτιολογούσε, ή θα το συντηρούσε. Κρατήθηκε χάρη στις εθελοντικές προσπάθειες συγκεκριμένων ανθρώπων.
Το κομμάτι του μνημείου που αξιοποιήθηκε, αποκαταστάθηκε αρκετά πρόχειρα για το σκοπό που προοριζόταν, ενώ θα έπρεπε να γίνει πρώτα μια γενναία παρέμβαση στο σύνολο του, που δεν ήταν και στην καλύτερη κατάσταση. Έτσι με τον πρώτο σεισμό το κτήριο στο σύνολό του κρίθηκε ακατάλληλο και στην ουσία εγκαταλείφθηκε. Κάποια στιγμή-ευτυχώς-τα εκθέματα μεταφέρθηκαν για λόγους προστασίας στην Αθήνα. Έτσι δεν είχαν την τύχη που είχε το μνημείο προχθές. Το κτήριο-φάντασμα έμεινε με την κατάστασή του να επιδεινώνεται καθημερινά. Ακόμη και κάποιες δαπανηρές επεμβάσεις στο τμήμα του Μουσείου αχρηστεύτηκαν σύντομα, όπως λένε, εξαιτίας των υπόλοιπων προβλημάτων του κτηρίου. Έτσι φτάσαμε στο αδιανόητο και απαράδεκτο σημείο να μπαινοβγαίνουν σε ένα κτήριο ιδιοκτησίας του ΥΠΕΘΑ «περιθωριακοί τύποι», στους οποίους κάποιοι αποδίδουν και το έγκλημα (εκούσιο, ή ακούσιο), που είδαμε να διαπράττεται μπροστά στα μάτια μας. Να θεωρήσουμε θετική την άμεση αντίδραση του Χανιώτη Υπουργού Ανάπτυξης να χρηματοδοτήσει την αποκατάσταση του μνημείου με το ποσό των 6 εκ. Ευρώ, όμως οι δαπάνες θα ήταν πολύ μικρότερες και χρησιμότερες, αν είχαν ακολουθηθεί οι κανονικές διαδικασίες όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Μετά από τα παραπάνω, θα καταλήξω σε κάποιες προτάσεις, ώστε να επαναφέρουμε την υπόθεση στις σωστές και χρήσιμες διαστάσεις της:
Καταρχήν, όπως είπαμε από την αρχή η πρόταση του Δήμου με συνολική παρέμβαση στην περιοχή, είναι μια σωστή σκέψη, που θα πρέπει να συνδυαστεί με άμεση παραχώρησή του μνημείου στο Δήμο, ο οποίος και θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί.
Ως εναλλακτική πρόταση, αν δεν γίνει δεκτή για οποιοδήποτε λόγο η πρώτη, είναι η μεταστέγαση εδώ του Ιστορικού Αρχείου Κρήτης και των Συλλογών του, ώστε να δημιουργηθεί ένα μεγάλο και βιώσιμο κρατικό Μουσείο σε ένα χώρο ιδιαίτερα κατάλληλο. Ως χωριστή ενότητα-στη λογική ότι η Ιστορία δεν τεμαχίζεται-να περιληφθεί και η συλλογή του παραρτήματος του Πολεμικού Μουσείου, που θα καλύψει το συγκεκριμένο αντικείμενο ενταγμένο σε μια σοβαρή μουσειολογική μελέτη και τονίζοντας την προέλευση των εκθεμάτων. Έτσι θα υπάρξει και συνδυασμός πιστώσεων για ένα πρόβλημα, που «σέρνεται» για πολλά χρόνια.
Στην περίπτωση που θα γίνει δεκτή η πρόταση του Δήμου και για να μην έχει την ίδια τύχη ένα άλλο σημαντικό μνημείο, τη Μεραρχία, που είναι σήμερα υπό κατάληψη, ή να υλοποιηθεί η προσβλητική για το μνημείο και την πόλη λύση που αποφασίστηκε από το Πολυτεχνείο Κρήτης, επανέρχομαι-χωρίς να επαναλαμβάνω το «πως» και το «γιατί»-στην πρόταση για στέγαση εκεί του ΙΑΚ και των Συλλογών του.
Θα πρέπει τέλος να γίνει καταγραφή των σε αχρηστία διατηρητέων και μη δημόσιων και δημοτικών κτηρίων (Παλιό Ψυγείο, παλιές Φυλακές, παλιό Ψυχιατρείο, παλιά κλινική ΙΚΑ, Βίλα Σβαρτς, Βίλα Πωλογιώργη, Μεραρχία, παλιές Οθωμανικές Φυλακές και Στρατώνες, Γαλλική Σχολή, κτήριο Πωλογιώργη, καθώς και «Παλάτι του Πρίγκηπα») και να υπάρξουν προτάσεις για χρήση με αξιοποίηση χώρων, συνδυασμό πιστώσεων, με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα και προτεραιότητα. Δε μπορεί να συνεχίζεται άλλο η απαξίωση τέτοιων υποδομών εξαιτίας μιας στενής «ιδιοκτησιακής» νοοτροπίας δημόσιων φορέων. Και η πρόταση θα πρέπει να έχει καθολική και επίμονη στήριξη.
Νομίζω πως είναι καιρός να μας διδάξουν τα λάθη του παρελθόντος και να σοβαρευτούμε για το καλό της πόλης. Ας συνεργαστούν επιτέλους για το καλό της όλοι οι πολιτικοί και άλλοι παράγοντες, που έχουν λόγο. Ερασιτεχνισμοί και μικροπολιτική σε τέτοια θέματα, δεν χωρούν.
Υπηρέτησα στην 2108 ΕΑ (Στρατώνες) το 1962/63 σαν εφ. Ανθ/γός, υπασπιστής του Συντ/χη αείμνηστου Βασιλ. Τζοτζολάκη, συμπολεμιστής στην Αλβανία με τον αείμνηστο πατέρα μου. Το “γεγονός” με πλήγωσε….. σαν να ήταν το πατρικό μου σπίτι. Γ ι α τ ί ????????????