Ο κ. Σπύρος ζει εδώ και 4 μήνες στο Δημοτικό Κήπο των Χανίων, στα σκαλάκια εξόδου προς την οδό Ανδρέα Παπανδρέου, μεταξύ του δημοτικού σινεμά και της παιδικής βιβλιοθήκης. Του αρέσει να βρίσκεται κοντά στα βιβλία μιας και όταν ήταν νέος δούλευε για χρόνια σε βιβλιοδετείο στην Αθήνα, κάτι που θυμάται με νοσταλγία.
Γεννημένος στη Μακεδονία έχει περάσει από πολλές δουλειές σε εργοστάσια και άλλες βαριές εργασίες. Σήμερα είναι 56 χρονών και η ζωή τον έφερε μέχρι την Κρήτη, που τόσο αγάπησε μέσω του Μάνου Κατράκη ο οποίος κάποτε -όπως μας λέει- τον είχε φιλοξενήσει στο σπίτι του στο Καστέλι, καθώς ο Κρητικός ηθοποιός γνώριζε την ιστορία του παππού του κ. Σπύρου, αγωνιστή του ΕΑΜ. Λόγω του βιβλιοδετείου γνώρισε κι άλλους ηθοποιούς όπως την Τζένη Καρέζη και την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Ο κ. Σπύρος μιλάει με κρητική προφορά και όταν σου απευθύνει το λόγο σε κοιτάει με καλοσύνη ευθέως στα μάτια και μπορείς να διακρίνεις πως ο άνθρωπος αυτός διαθέτει μια έμφυτη ευγένεια.
Ένα πιάτο φαγητό βρίσκει στα συσσίτια της Μητρόπολης στο Δεσποτικό ή στα συσσίτια της Σπλάντζιας.
Θα ήθελε να έχει ένα δωμάτιο και μια δουλειά για να ζει με αξιοπρέπεια, ακόμη και ως οδοκαθαριστής στον Δήμο. Λόγω ηλικίας δεν μπορεί να βρει εύκολα δουλειά και ζει με ένα πενιχρό επίδομα.
«Με τόσο κρύο, γιατί δεν πας στο λαϊκό υπνωτήριο που λειτουργεί εδώ κοντά;» τον ρωτάω, και μου απαντά: «δημιουργούνται φασαρίες εκεί, κάποιοι είναι μεθυσμένοι. Εγώ θέλω ηρεμία» κι έτσι προτιμά να κοιμάται έξω…
«Και δεν φοβάσαι την πανδημία;» του λέω συνεχίζοντας τη συζήτηση μαζί του ενώ παρατηρώ ότι κρατάει μια μάσκα στα χέρια. «Προσέχω… Έχω κάνει και τα δύο εμβόλια. Και θα κάνω και το τρίτο» μου απαντά με βεβαιότητα.
Πες μου την ιστορία σου, του λέω και μου αφηγείται τα εξής:
«Με λένε Σπύρο Τίτο του Γρηγορίου και της Ελένης. Γεννήθηκα στις 26-3-1965 στην Μαυροθάλασσα (χωριό) του νομού Σερρών. Λόγω μακροχρόνιας ανεργίας ζω με 200 ευρώ. Δεν μπορώ να κάνω άλλες βαριές δουλειές. Εγώ θέλω να μπορώ να ζήσω στα Χανιά, να γίνω δημότης Χανίων και να μπορέσω να βρω μια δουλειά και ένα σπίτι για να έχω μια αξιοπρεπή ζωή.
Εχω περάσει και από τον Στρατό και όταν πάω 62 χρονών ίσως πάρω σύνταξη, μειωμένη.
Έχω δουλέψει πολλές δουλειές: από την χαρτοποιία Βιοχαρτική όπου εργαζόμουν 7,5 – 8 χρόνια ως αρχιεργάτης, κουβαλούσα χαρτιά και έκανα διάφορες δουλειές. Δούλεψα στη ΒΙΟΜΕΛ, βιομηχανία πλαστικών, ως συμβασιούχος στη ΔΕΗ μέσω ΑΣΕΠ για δύο χρόνια σε Αθήνα και Σαντορίνη, σε οικοδομές κ.ά.
Ως πιτσιρίκι δούλευα στη βιβλιοδεσία εγκυκλοπαιδειών στην Αθήνα, στο Αιγάλεω στην περιοχή “Μαρκόνι”. Εργαζόμουν στη σύνθεση βιβλίων, παραμύθια και παιδικά βιβλία. Όπως τώρα βλέπω τα παιδιά να διαβάζουν βιβλία εκεί (στη δημοτική βιβλιοθήκη) και χαίρομαι, για αυτό θέλω να κάθομαι εδώ (στο δημοτικό κήπο). Θυμάμαι ότι ράβαμε πρώτα στις μηχανές τα βιβλία, μετά περνούσαν από το σφυριστήριο, βάζαμε ψαρόκολλα για να κολλήσουν οι σελίδες, τα κόβαμε και έπειτα έτοιμα για τύπωμα. Εκεί στο Αιγάλεω δούλεψα για τρία, γεμάτα, χρόνια.
Έχω ζήσει σε πολλά νησιά αλλά αγαπώ πολύ την Κρήτη, έχω αδυναμία στους ανθρώπους της Κρήτης και ξέρω να μιλάω τα Κρητικά. Είχα μεγάλο μεράκι να τα μάθω τα μερακλωμένα Κρητικά, να είσαι μερακλής και όσο… κουζουλός και αν είσαι, το μυαλό σου να “κόβει”.
Το εργοστάσιο βιβλιοδεσίας βρισκόταν δίπλα στα γραφεία παραγωγής ελληνικών ταινιών που έπαιζαν η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Τζένη Καρέζη, ο Μάνος Κατράκης κι έτσι γνωριστήκαμε. Η Καρέζη με είχε φιλοξενήσει στο σπίτι της. Ο Κατράκης επίσης με φιλοξένησε στο σπίτι του στην Αθήνα και στο Καστέλι εδώ στα Χανιά. Ο Κατράκης ήξερε τον παππού μου, ο οποίος ήταν επίσης κομμουνιστής. Λεγόταν κι αυτός Τίτος Σπύρος και είχε παραδώσει το τουφέκι του με το οποίο πολεμούσε στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ. Ο Κατράκης ήταν πολύ συμπαθητικός, σοβαρός, ένας ωραίος άνθρωπος».
«Θέλω να βρω μια δουλειά, μόνο που αυτή η δουλειά δεν θέλω να προέρχεται από χέρια εθνικιστή και χρυσαυγίτη!» μου λέει ο κ. Σπύρος λίγο πριν τον αποχαιρετήσω.
Πώς μπορούμε να έρθουμε σε επάφη με τον άνθρωπο για κάθε είδους βοήθεια.?
Καλησπέρα σας,
ο κ. Σπύρος δεν έχει κινητό τηλέφωνο. Θα τον βρείτε στο σημείο που περιγράφεται μέσα στο άρθρο, πρωί και απόγευμα.
Στις κρέπες της ρωξανης κάθε πρωί η απόγευμα εκεί είναι
Ευχαριστώ
μακάρι να βρεθεί μια στέγη και μια δουλειά για τον άνθρωπο το γρηγορότερο.