Κύριε διευθυντά,
πριν ελάχιστες μέρες ανακοινώθηκε στο Δημοτικό Συμβούλιο Χανίων ότι το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο προχωρά στην αποκατάσταση και επέκταση του κυματοθραύστη μπροστά στην είσοδο του Ενετικού Λιμανιού, με βασικό στόχο την «περαιτέρω προστασία των επιχειρήσεων που λειτουργούν στην περιοχή» και με αιχμές τρίτων ή και του δημάρχου ότι το έργο ίσως θα προβλέπει τοποθέτηση ογκολίθων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας τόσο στο παλαιό όσο και στο νέο τμήμα μπροστά στην είσοδο του λιμανιού.
Αν η παραπάνω εξαγγελία όντως αυτό σημαίνει, κάτι τέτοιο θα είναι εγκληματικό και θα αποτελεί την ταφόπετρα του σήματος κατατεθέντος της πόλης μας, αφού θα αλλοιώνει βάναυσα την ειδυλλιακή εικόνα της ελεύθερης οπτικά εισόδου του λιμανιού, που ήδη έχει πληγωθεί από τους εξέχοντες ογκολίθους που τοποθετήθηκαν το 1990 στο αρχικό τμήμα του αυθαίρετου έργου. Θα πρόκειται για αυτοκτονική ενέργεια, η οποία θα βλάψει όχι μόνο αυτούς που την απεργάζονται αλλά και αυτούς που πιέζουν για κάτι τέτοιο. Και απορώ ειλικρινά πώς αυτοί που έχουν την ευθύνη του λιμανιού σκέφτονται μια τέτοια κακόγουστη βλακεία χωρίς συναίσθηση των επιπτώσεων.
Υπενθυμίζομε ότι ο λεγόμενος «υπήνεμος μώλος» (στην ουσία θα πρέπει να λέγεται “πανάκριβος, αυθαίρετος και άχρηστος μώλος”) κατασκευάστηκε το 1988 χωρίς εγκεκριμένη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ακόμη δε και η επιστρατευθείσα εκ των υστέρων (1993) ατελέστατη μελέτη του κ. Μουτζούρη ουδέποτε εγκρίθηκε, άρα το εξάμβλωμα που κατασκευάστηκε πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας ήταν και παραμένει παράνομο. Προσθήκη στο παράνομο και επέκτασή του απλά επιτείνει την αυθαιρεσία, που πλέον επιρρίπτεται ολόκληρη στο ΔΛΤ Χανίων και εντεύθεν στον Δήμο, που κόπτεται για νομιμότητα όταν πρόκειται για τον απλό πολίτη.
Διερωτώμαι τι μεσολάβησε ώστε η αρνητική για ένα τέτοιο έργο θέση διαδοχικών Δημοτικών αρχών άλλαξε τώρα ξαφνικά και έγινε τόσο κοντόφθαλμη: Η πίεση των φορέων οικονομικής δραστηριότητας στο λιμάνι παραμένει ίδια, οι καιρικές συνθήκες δεν χειροτέρεψαν, η άποψη άλλων φορέων και υπηρεσιών, αρμοδιότερων μάλιστα για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς παραμένει αρνητική. Δεν είναι τυχαίο που το Νομαρχιακό Συμβούλιο Χανίων το 1995 δεν ενέκρινε την εισήγηση για το ίδιο έργο, ούτε ότι το Δ.Σ. Χανίων, το ΤΕΕ/ΤΔΚ, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων κ.ά. φορείς κατά τη δεκαετία 1990 ήταν αντίθετοι. Ανεξάρτητα από αυτό, διερωτώμαι επίσης πώς θα αιτιολογήσει το ΔΛΤΧ τη (φανερή ή κρυφή) σκοπιμότητα του εξαιρετικά πολυδάπανου έργου σε συνάρτηση με τα αναμενόμενα άκρως πενιχρά αποτελέσματα αλλά και τις δυσμενείς επιπτώσεις που ήδη είχε και θα επιτείνει εφόσον υλοποιηθεί, καθώς και πώς θα αιτιολογήσει τον βιασμό της περιβαλλοντικής νομοθεσίας (αναγκαία, υποτίθεται, προϋπόθεση για χρηματοδότηση από το πρόγραμμα ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ) όταν το έργο και στο προηγούμενο στάδιο καταπάτησε βάναυσα τη νομοθεσία αυτή.
Το παλιό λιμάνι δεν ανήκει ούτε στους φορείς οικονομικής δραστηριότητας του προλιμένα (οι περισσότεροι είναι επήλυδες) ούτε στο Λιμενικό Ταμείο αλλά ούτε καν στον Δήμο, ώστε να πιέζουν ή λαμβάνουν ερήμην των δημοτών αποφάσεις που βλάπτουν την ομορφιά και τη λειτουργικότητά του και συνιστούν παρέμβαση και αλλοίωση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το λιμάνι ανήκει σε όλους εμάς που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε με συντροφιά την ομορφιά του. Και ανήκει όπως είναι, έστω, τώρα και όχι όπως υπάρχει πρόθεση να καταντήσει.
Με λίγα λόγια: Αν στην πραγματικότητα σχεδιάζεται «αποκατάσταση και επέκταση» του κυματοθραύστη με έξαλη κατασκευή, οι απεργαζόμενοι τα σχέδια αυτά πρέπει επιτέλους να αντιληφθούν ότι κάτι τέτοιο θα βλάψει άμεσα και καίρια την αισθητική ποιότητα του στολιδιού της πόλης και σε κάτι τέτοιο θα βρουν απέναντί τους πάρα πολλούς. Είναι ανεπίτρεπτο να επιτραπεί να πληγεί η εικόνα και η ομορφιά αυτού του μνημείου που μας άφησαν οι παλιότερες γενιές με ένα τέτοιο αισθητικό και περιβαλλοντικό έγκλημα – πέραν του ότι το έργο θα είναι εμφανώς ελάχιστης ωφελιμότητας και θα έχει πολλαπλές περιβαλλοντικές παρενέργειες. Έχομε ξαναπεί ότι επί τόσους αιώνες το λιμάνι έχει πληγωθεί όχι από τις καιρικές συνθήκες, αλλά από τους ανθρώπους. Αν τώρα κινδυνέψει και από τον ίδιο τον φορέα διαχείρισής του με αστόχαστες ενέργειες δεν θα είναι απλά κρίμα, θα είναι προδοσία. Και όπως συμβαίνει σε πράξεις τέτοιας απαξίας, πάντα υπάρχουν συνέπειες.
Με εκτίμηση
Γιώργος Στυλιανάκης