Κύριε διευθυντά,
τράβηξα κάποιες φωτογραφίες του ό,τι έχει μείνει από το Αγαλμα της Ελευθερίας κατά την επίσκεψή μου στον προφήτη Ηλία.
Ως παιδί υπήρξα τυχερός. Το πρόλαβα όρθιο και έγραψε μέσα μου. Έκανε αυτό που κάνει το κάθε Ελληνικό “άγαλμα” (εκ του ρήματος ‘ἀγαλλιῶ’ = νοιώθω μεγάλη ευχαρίστηση): χαράχθηκε βαθειά μέσα μου η ατάραχή του όψη, το μεταφυσικό του βλέμμα που διαπερνούσε κάθε τυραννία της στιγμής, κάθε γήινη ατέλεια και πρόκληση.
Είχα, καίπερ μικρός, την ψυχοσύνθεση να εκτιμήσω και την τύχη να προλάβω αρκετά που πλέον δεν βρίσκονται όρθια σήμερον. Η ψυχή μου εμπλουτίστηκε με την διάχυτη ελληνικότητα εκείνης της εποχής σε όλη της την διαχρονικότητα – από τους αγέρωχους, σοφούς βρακοφόρους γέροντες στα χωριά μας έως και την ελληνικότητα διάσπαρτη στα βιβλία του Δημοτικού, την κατατομή της Αθηνάς στην δραχμή, τον Μικρό Ήρωα Γιώργο Θαλάσση, το άκουσμα της καθαρευούσης στο ραδιόφωνο, τα αμόλυντα από ξενισμούς μπλουζάκια και πουκάμισα και το Άγαλμα της Ελευθερίας Αθηνάς με το μεταφυσικό της βλέμμα και το πολλά υποσχόμενο αρχαϊκό μηδίαμα που δέσποζε στο Ακρωτήρι μπροστά από τους τάφους των Βενιζέλων.
Ως νέος υπήρξα τυχερός. Όχι μόνο πρόλαβα την θηλυκότητα του ωραίου φύλου, βιώνοντας την αντίστοιχη αρρενωπότητα, αλλά και τον διάσπαρτο Ελληνικό ερωτισμό στα ακούσματα του Χατζηδάκη και του Πουλόπουλου με τόσες “Μυρσίνες που τα άσπρα έβαζαν” σε γειτονιές γεμάτες από νέους, νέες και παιδιά… πολλά παιδιά.
Σήμερον, εκείνη η εποχή και η επική της αύρα έχει πλέον εκτοπισθεί από την μαλλιαρότητα του αμάσητου προοδευτισμού. Η ομογενοποίηση των λαών προς την επίτευξη ενός ευκόλως χειραγωγήσιμου νεο-ανθρώπινου είδους του “ό,τι νά ‘ναι” έχει επιτευχθεί δια της επιβαλλόμενης “μνημοκτονίας”.
Μαζί με την απολεσθείσα μνήμη, πέθανε και ο Ελληνικός ερωτισμός, η κινητήριος δύναμη του Ελληνικού οράματος, που κάποτε κίνησε την ίδια την Αναγέννηση στην Δύση.
Κατά συνέπεια, η δική μου γενιά γερνάει αλλόκοτα, όχι μόνον επειδή σκότωσε την εθνική της μνήμη διά της ξενολαγνείας της, αλλά και επειδή τα μέλη ενός γηράσκοντος πληθυσμού γεροροκάδων, γεροντισκόβιων και γερομπλουζάδων πολύ λίγα παιδιά γέννησαν. Πολύ λίγα για να στηρίξουν όχι μόνο τις συντάξεις των πρώτων, αλλά και τον περιρρέοντα πολιτισμό που βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση… καθώς, ελείψει οράματος πέραν κάποιας βόλεψης στο εξωτερικό εγκαταλείπουν την χώρα. Στην Ελλάδα του σήμερα, όπου και να κοιτάξει κανείς οι γέροι πλειοψηφούν έναντι των νέων.
Αλλά και πάλι, ποίων “νέων”; Εφόσον οι βιολογικώς “νέοι,” αποκτηνωμένοι πλέον από άναρχα εξ Εσπερίας ακούσματα και εικονικές πραγματικότητες τερατόκοσμων και κάλπικων προτύπων της οθόνης, ουδέποτε βιώνουν την ανθρωποκεντρική μνήμη που κάποτε φώτιζε τον δρόμο προς την αξιοπρέπεια και ανάταση για τα νιάτα της χώρας μας.
Και τι ειρωνεία! Μακαρίζουμε το μεγαλείο των προγόνων σε σχέση με την κατάντιά μας ως έθνος, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψιν ότι εκείνοι έκτισαν ό,τι έκτισαν με ακρογωνιαίο λίθο την μνήμη που είχαν θεοποιήσει στο πρόσωπο της Τιτανίδας Μνημοσύνης – μητέρα των εννέα Μουσών.
Πώς αλλιώς μεγαλουργεί κανείς; Τι άλλο ορίζει τον ποιόν τινός, την ποιότητα ενός ανθρώπου, ενός λαού, εκτός από την Μνήμη, εφόσον μόνον διά της μνήμης αποκτά κάποιος την ικανότητα να διακρίνει την ποιότητα, λέγοντας όχι στην ασχήμια; Αντί τούτου, σήμερα τείνουμε να σπιλώνουμε οποιαδήποτε ποιοτική διάκριση ως “ρατσιστική,” “σεξιστική” και “φασιστική,” και όποιοδήποτε “αριστείον” ως κατάπτυστα “ελιτιστικό”….
Βλέποντας το διαπεραστικό βλέμμα της θεάς Αθηνάς ανάμεσα στα ατάκτως ερριμμένα μάρμαρα, σκέφτηκα ότι αυτό ήταν το γονιδίωμα με το οποίο θα μπορούσε να μπολιαστεί για να αναβιώσει ο θνήσκων Ελληνισμός.
Προσφάτως έμαθα ότι στο πρώτο Δημοτικό Συμβούλιο επί δημάρχου Βάμβουκα, ο τότε δημοτικός Σύμβουλος κύριος Γιώργος Σγουρός έθεσε πρόταση αναστηλώσεως του αγάλματος, αλλά έλαβε την εξής απάντηση: «Εδώ δεν έχει ο κόσμος να φάει, και αγάλματα θα κάνουμε;».
Και εγώ ανταπαντώ “ερωτορητορικώς”…: Τι πραγματικότης ήθελε υπάρξη σήμερον άνευ φαντασίας, άνευ οραμάτων; Πόσα ξυπόλυτα παιδάκια διέπρεψαν ως ενήλικοι επειδή φαντάστηκαν και επιδίωξαν κάτι ανώτερο από την κατάστασή τους;
Μόνο μικρόψυχα ανθρωπάκια και κακομοίρικοι λαοί παραιτούνται οραμάτων αεί μεμψιμοιρούντες γύρω από τη μιζέρια των.
Οταν, και εάν…, κάποτε αναστηλωθεί η Ελευθερία Αθηνά των Ελλήνων και δημιουργηθούν και άλλα τέτοια αγάλματα που θα δείχνουν τον δρόμο μακρυά από τον τερατισμό των καιρών μας, θα σημάνει ότι ορθοποδήσαμε ως έθνος, ως Έλληνες, ως άνθρωποι…
O TEMPORA, O MORES…!
(Ω ήθη, ω καιροί! –Κικέρων-)
Παναγιώτης
Τερπάνδρου Ζαχαρίου
Μ᾽ άρεσε.
Ασε μας τώρα μπαρμπα με την πρόγονο λατρεία σου. Οι άνθρωποι προσαρμόζονται στις εκαστοτε συνθήκες είναι όρος για την επιβιωση. Το άγαλμα ήταν τερατούργημα ακαλαίσθητο και γιατρό πήρε πόδι. Που τα είδες όλα αυτά τα υπόλοιπα δεν ξερω
Η ομορφιά, ο έρωτας, η αγάπη, η δημιουργικότητα και η προσπάθεια του ανθρώπου να είναι ευτυχισμένος και να καταφέρει κάτι στην ζωή του υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν όσο υπάρχουν άνθρωποι. Όλα αυτά πραγματοποιούνται σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει, χωρίς αυτή η αλλαγή να καθοδηγείται από κάποια κέντρα εξουσίας, βασικά αλλάζει από τις όλο και πιο πολλές δυνατότητες του ανθρώπου να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του. Όπως πολύ σωστά λέει ο σχολιαστής “Ασε μας τώρα”, το άτομο πρέπει να προσαρμόζεται στον κόσμο που ζει. Κάθε αλλαγή στην ζωή μας που μας προσφέρει καινούριες δυνατότητες, ακολουθείται και από απώλειες, έχει το κόστος της δηλαδή, το διαδίχτυο π.χ. μας προσφέρει άπειρες δυνατότητες πληροφόρησης και ψυχαγωγίας, αλλά χάνονται, ή τουλάχιστον μειώνονται, πράγματα που είχαμε αγαπήσει, έντυπες εφημερίδες, στερεοφωνικά συγκροτήματα, γράμματα γραμμένα με το χέρι και πολλά άλλα που γίνονται πλέον περιττά. Πρέπει να χαιρόμαστε γι’ αυτό που κερδίζομε με την εξέλιξη, και να θεωρούμε αυτό που χάνομε ως φυσιολογικό τίμημα, άλλωστε κανείς δεν μας εμποδίζει να διαβάζουμε έντυπες εφημερίδες, να ακούμε δίσκους, να γράφουμε γράμματα με το χέρι και να ακούμε Πουλόπουλο (εκατομμύρια Ελλήνων τον ακούν και σήμερα στο YouTube).