Βγαίνω από το σπίτι και κοιτώ μπροστά. Πώς θα αντιμετωπίσω ως πεζός ή οδηγός όσα θα βρεθούν εμπρός μου, μέχρι να φτάσω σε ό,τι έχω θέσει ως προορισμό μου, ασφαλής και σώος;
Εάν βλέπω το τώρα, θα αποφύγω τον στύλο της ΔΕΗ που ξεφύτρωσε ενώπιόν μου εκεί που δεν το περίμενα. Εάν ιδώ το αύριο, θα πεταχτώ μέχρι και το φούρνο, να πάρω ψωμί, για να μην πεινάσω. Εάν φανταστώ το μεθαύριο, ας αναζητήσω από χτες και ας αγωνίζομαι καθημερινά για ό,τι με γεμίζει ψυχικά και πνευματικά, για να μη λιγοψυχήσω ή πληγωθώ στο μέλλον…
Φτάνω στην ακροθαλασσιά και κοιτώ μπροστά! Η γαλήνια θάλασσα φτάνει ως την παραλία και τα καθαρά νερά της έρχονται και υποδέχονται τους αναποφάσιστους ακόμη να βουτήξουν…
Τι δίνει ζωή στην άψυχη πέτρα; Τι κάνει το μαύρο σκότος να λαμπυρίζει; Τι χαμηλώνει τις ψηλές βουνοκορφές; Τι λυγίζει το σκληρό σίδηρο; Τι κάνει τη βαθιά θάλασσα προσιτή; Τι κάνει μετρητό τον απέραντο ουρανό;
Τι χαρίζει ξέγνοιαστα όνειρα τον χειμώνα στη χελώνα; Τι ομορφαίνει κάθε στιγμή τα τραγούδια της τραγουδίστριας και τους στίχους του ποιητή; Γιατί το λουλούδι μπουμπουκιάζει και μοσκοβολά κάθε άνοιξη;
Τι λες βρε συνάνθρωπε πάλι…; Ψάξε εντός σου και, όταν το βρεις, νιώσε το, ολόκληρο…