Στα λιόφυτα από τον… Σεπτέμβρη και τις αρχές Οκτώβρη βρίσκονται ολοένα και περισσότεροι παραγωγοί στη Δυτ. Κρήτη προκειμένου να παράξουν αγουρέλαιο! Για το πρώιμο λάδι οι καταναλωτές στην Ευρώπη δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον κάτι που κάνει πολλούς παραγωγούς να τολμούν να μπουν νωρίτερα στην παραγωγή.
Τ α “Χ.Ν.” βρέθηκαν σε λιόφυτα στην περιοχή του Αποκόρωνα και στην παραγωγή αγουρέλαιου και βιολογικού ελαιόλαδου στο ελαιουργείο “Μελισσάκη” στον Τσιβαρά.
Η συγκομιδή ξεκίνησε από τις 27 Σεπτεμβρίου σε ελαιόφυτα σε Καλύβες, Κάινα, Καλαμίτσι Αλεξάνδρου, Κουρνά και Επισκοπή Ρεθύμνου. Ανάμεσα στους παραγωγούς ο κ. Γιώργος Βαλυράκης από το γειτονικό Ρέθυμνο έχει φέρει την παραγωγή του προκειμένου να παράξει βιολογικό αγουρέλαιο.
«Ξεκινάμε την ελαιοσυλλογή με βάση τα όσα μας δείξουν οι αναλύσεις ελαιοπεριεκτικότητας. Αυτήν την εποχή το ιδιαίτερο της συγκομιδής είναι φυσικά ότι έχουμε περισσότερη ζέστη ,για αυτό και μαζεύουμε κυρίως πρωινές και απογευματινές ώρες.
Στο εργοστάσιο διατηρούμε ψυκτικούς θαλάμους και τα πρώτα παλετοκιβώτια που θα συγκομίσουμε θα τα φέρουμε στους θαλάμους ώστε να κρατηθούν δροσερές οι ελιές μέχρι το βράδυ που θα γίνει η ελαιοποίηση» μας εξηγεί ο παραγωγός που μαζί με άλλους 20 αγρότες έχουν συστήσει ομάδα παραγωγών.
Το βιολογικό αγουρέλαιο που παράγουν διατίθεται σε τυποποιητική εταιρεία που με τη σειρά της το εξάγει στη Γερμανία και στην Ελβετία.
«Πάντα το πρώιμο λάδι, είναι πιο ποιοτικό. Ίσως χάνουμε λίγο στην ποσότητα αλλά παίρνουμε καλύτερες οξύτητες και στην τελική παίρνουμε μια καλύτερη τιμή που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και στα 5 ευρώ το κιλό, πάντα μιλάμε για το άριστο, βιολογικό αγουρέλαιο.
Για να πάρει αυτήν την τιμή βέβαια ο παραγωγός θα πρέπει να δουλέψει πολύ σκληρά, να είναι συνέχεια στο χωράφι του και στην παραγωγή, να κάνει αναλύσεις συνέχεια για την ελαιοπεριεκτικότητα κα. Το επισημαίνω αυτό γιατί πολλοί θα διαβάσουν την τιμή και θα πουν “α τι ωραία να το κάνω και εγώ”. Θέλει πάρα πολύ δουλειά, άγχος, θα έχεις και αποτυχίες για να φτάσεις σε αυτό το επίπεδο» τονίζει ο παραγωγός.
Τι απαντάει όμως σε πολλούς καταναλωτές, παραγωγούς και γεωπόνους που θεωρούν ότι είναι υπερβολική η παραγωγή πρώιμου ελαιόλαδου. «Σε ότι αφορά τη γεύση είναι θέμα καθαρά γούστου. Έχουμε συνηθίσει να τρώμε λάδι του Δεκέμβρη και του Γενάρη πιο ήπιου στη γεύση. Το αγουρέλαιο, έχει άλλα χαρακτηριστικά πιο οξύ γεύση, περισσότερες πολυφαινόλες και σίγουρα είναι ένα λάδι που φαίνεται να έχει προοπτικές» τονίζει.
Σε ό,τι αφορά το ελαιουργείο ο κ. Χρυσοβαλάντης Ματσάγγος υπεύθυνος για τη λειτουργία του μας επισημαίνει πως ξεκίνησε να δέχεται προϊόν για την παραγωγή αγουρέλαιου και βιολογικού λαδιού.
«Το αγουρέλαιο βρίσκεται ακόμα στα πρώτα του στάδια, ώστε να το γνωρίσουν οι καταναλωτές αλλά και οι παραγωγοί. Για μας είναι σημαντικό να μάθουμε στον καταναλωτή την αξία του ώστε να το αγοράζει κάθε χρόνο και να καρπώνεται ο παραγωγός την υπεραξία» μας λέει ο Χρυσοβαλάντας και μας δείχνει και μια σειρά από ελαιόλαδα, ανάμεσα τους και βιολογικά που παράγει και τυποποιεί το ελαιουργείο.
«Είναι σημαντικό το θέμα της ποιότητας και πιστεύουμε ότι σε αυτό έχουμε εξαιρετικά αποτελέσματα με τα λάδια μας να είναι όλα σχεδόν έξτρα παρθένα. Το αγουρέλαιο είναι ένα διαφορετικό προϊόν που τελευταία έχει αρχίσει να παρουσιάζει μια δυναμική» επισημαίνει.