Αεικίνητος, γεμάτος ζωντάνια παρά τα 82 χρόνια που έχει στην πλάτη του ο “παππούς ο Γρύλλος”, ο Γιάννης Γρυλλάκης διατηρεί ένα από τα παλιότερα μπακάλικα των Χανίων, στην περιοχή του Κουμ Καπί από το 1960!
Παρά του ότι έχει μεταβιβάσει το κατάστημα του σε άλλο ιδιοκτήτη ο ίδιος δίνει καθημερινά το παρών στο μικρό αλλά φιλόξενο χώρο στην Ελ. Βενιζέλου, στην καρδιά του Κουμ Καπί. «Άνοιγα το μαγαζί στις 6 το πρωί και το έκλεινα στις 10.30 το βράδυ, κάθε μέρα, όλο το χρόνιο, χωρίς σχόλες και αργίες» μας λέει ο κ. Γιάννης.
ΜΝΗΜΕΣ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Το μαγαζί το άνοιξε στην αρχή μαζί με συνέταιρο πουλούσε τυροκομικά είδη. «Τα φέρναμε από τον Αλίκαμπο στον Αποκόρωνα, παραγωγή και πώληση δική μας. Γραβιέρα, αθότυρο, στάκα… Όλα βερεσέ βέβαια τότε. Μετρητοίς δεν πλήρωνε κανείς, αφού δεν υπήρχαν λεφτά. Που να τα βρει ο κόσμος; Πάντα φτωχολογιά ήταν το Κουμ Καπί αλλά ποτέ δεν σκέφθηκα να αλλάξω πόστο, να ανοίξω αλλού μαγαζί. Περίμενε ο κόσμος να πληρωθεί στο τέλος της εβδομάδας, να πάρουν το μεροκάματο για να έλθουν να εξοφλήσουν το λογαριασμό τους. Έχασα βέβαια και πολλά αλλά δεν βαριέσαι…» λέει ο κ. Γιάννης.
Όσο για τις αγορές πολύ μετρημένες. «Τα τυροκομικά τα αγόραζαν κομματάκι-κομματάκι. Για το σπίτι του έπαιρνε ο καθένας μικρές ποσότητες. 200-300 γραμμάρια γραβιέρα, ο καλύτερος μπορεί να έπαιρνε και μισό κιλό!» αναφέρει.
ΣΗΜΕΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
Το “μπακαλικάκι” συνδέθηκε με το Κουμ Καπί και μετά από λίγα χρόνια πουλούσε όλα τα προϊόντα της εποχής και λαχανικά και όσπρια και είδη κονσέρβας. «Με τα χρόνια η οικονομική κατάσταση βελτιώνονταν. Περιορίστηκε και το βερεσέ. Μετά το ΄85 ήταν η καλύτερη περίοδος υπήρχαν περισσότερα χρήματα και ο κόσμος ξόδευε, η κατανάλωση αυξήθηκε. Τώρα με την κρίση έχει γυρίσει ανάποδα η κατάσταση, ο κόσμος στερείται και πάλι αλλά…θα την αντέξουμε και αυτήν την κρίση. Τι να κάνουμε;» λέει αισιόδοξα ο κ. Γιάννης, που πάντα θα έχει στη μνήμη του την αγάπη του κόσμου της περιοχής.
«Που θα πας να ψωνίσεις κουβέντιαζαν οι νοικοκυραίοι, μα που αλλού στου “Γρύλλο” . Και τα μωρά παιδιά έλεγαν “να πάρουμε σοκολάτες και καραμέλες από του παππού του Γρύλλου”. Όλοι με αγαπούσαν! Βέβαια δεν έδωσα το δικαίωμα σε κανένα να πει κάτι το αρνητικό πάντα ήμουν άψογος με τη γειτονιά το ίδιο και αυτοί» θυμάται. Υπήρχαν βέβαια και τα αρνητικά. Πολλά σπασίματα του μαγαζιού για να κλέψουν τσιγάρα και άλλα είδη.
Ανάμεσα στους πελάτες του κ. Γιάννη και οι παλιοί δήμαρχοι «είχαν έλθει να ψωνίσουν ο Κλωνιζάκης, ο Τζανακάκης και ο Σκουλάκης αλλά και πολλοί δικαστικοί, στρατιωτικοί. Αν σκέφτηκα ποτέ να το κλείσω; Μια φορά όταν ήμουν ελεύθερος ακόμα αλλά δεν το έκαμα. Τώρα το έχω παραχωρήσει στο Νίκο Ροζάκη ένα πολύ καλό παιδί επαγγελματία να το δουλέψει αλλά έρχομαι και εγώ καθημερινά γιατί δεν μπορώ να μην το βλέπω. Τόσα χρόνια πέρασα εδώ…» είναι τα λόγια του κ. Γιάννη.