ΟΣΟ διαρκεί η κρίση, όσο η -κάθε- κυβέρνηση δεν έχει ξεκάθαρους στόχους για το θέμα με τους πρόσφυγες, όσο η κοινωνία θα υποβαθμίζεται οικονομικά, όσο η ανεργία, η ανασφάλεια κι ο φόβος θα κυριαρχούν παντού, τόσο και τα κρούσματα ξενοφοβίας θα πολλαπλασιάζονται.
ΚΑΙ πιο παλιά θυμάμαι -εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 1990- που άρχισαν να μας έρχονται οικονομικοί μετανάστες, αλλά και πρόσφυγες, από τις χώρες της παλιάς Σοβιετικής Ενωσης, είχαμε το πρόβλημα της διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας στα σχολεία. Τότε (στο 1ο Γυμνάσιο Χανίων) θεωρούσαμε φυσιολογικό τα παιδιά να έχουν επαφή με τη μητρική τους γλώσσα και προσπαθούσαμε να καλύψουμε αυτό το κενό «εκτός ωρών διδασκαλίας». Δεν είχε ακόμη διογκωθεί ο ρατσισμός σε εκπ/κούς, γονείς, συμμαθητές, κοινωνία. Οι τοίχοι των Χανίων “φιλοξενούσαν” αντιρατσιστικά συνθήματα, όπως το πολυδιαβασμένο «οι παππούδες μας ήταν πρόσφυγες, οι γονείς μας μετανάστες, εμείς ρατσιστές;». Οχι βέβαια!
ΣΕ άλλες χώρες στις οποίες, λόγω πληθώρας ξένων (Γαλλία – Γερμανία) είναι πιο έντονη η ανάγκη διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας τους, αυτή έχει ενταχθεί στα εκπ/κά τους συστήματα εδώ και δεκαετίες. Χωρίς προβλήματα.
ΣΤΗΝ πραγματικότητα η ένταξη της μητρικής γλώσσας (άρα και της κουλτούρας των παιδιών που προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες ή είναι οικονομικοί μετανάστες) δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για κανένα εκπαιδευτικό σύστημα. Κι αυτό, επειδή πρώτ’ απ’ όλα οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί (ή και το Υπουργείο) δεν αποδέχονται εύκολα κάτι τέτοιο. Επειτα οι μαθητές και οι γονείς τους πρέπει να ξεπεράσουν παλιές προκαταλήψεις, φοβίες και στερεότυπα. Επιπλέον, αν και έχουν περάσει σχεδόν 25 χρόνια από το πρόβλημα, η ίδια η χώρα μας ποτέ δεν είναι έτοιμη για μια τέτοια ένταξη.
ΚΙ όμως, ο μεγάλος αριθμός παιδιών με σχολική αποτυχία που καταγράφεται είναι αποτέλεσμα της βίαιης διακοπής της φοίτησής τους. Κι αυτό οφείλει να μας προβληματίσει ως κοινωνία. Η κρίση κάποτε θα ξεπεραστεί, όμως οι “πληγές” που αφήνουμε στους μικρούς αλλοδαπούς μαθητές, δεν ξεπερνιούνται εύκολα.
Και όχι μόνον αυτό: δεν μας συμφέρει μέσα στην ίδια τη χώρα μας να δημιουργούμε “γκέτο” και περιθώρια αλλοδαπών.
Αντίθετα, θα μπορούσαμε να ενσωματώσουμε τους αλλοδαπούς, με ένα καταλληλότερο εκπ/κό σύστημα, και να τους καταστήσουμε υπεύθυνους μελλοντικούς πολίτες.