» Ερευνητική Μάνατζερ Πανεπιστημίου Μπαθ Σπα, Διδάσκουσα καθηγήτρια Αρχαιολογίας Πανεπιστημίων Κέιμπριτζ και Οξφόρδης
Διδάσκει Αρχαιολογία στα Πανεπιστήμια του Κέιμπριτζ και της Οξφόρδης ενώ είναι επίτιμη ερευνήτρια στο Τμήμα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ντάραμ και στο Διεπιστημονικό Κέντρο (Image Knowledge Gestaltung) του Πανεπιστημίου του Χούμπολντ στο Βερολίνο. Παράλληλα η Χανιώτισσα Άννα Σημανδηράκη-Grimshaw εργάζεται ως ερευνητική μάνατζερ στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ Σπα, συνεχίζοντας να διαγράφει μια λαμπρή πορεία στο εξωτερικό.
Η διακεκριμένη ερευνήτρια μίλησε στο podcast των “Χανιώτικων νέων” για την διαδρομή της από τα Χανιά στο Ηνωμένο Βασίλειο, την επιρροή του Μινωικού πολιτισμού στο πολύπλευρο ερευνητικό της έργο, αλλά και στο τι συνδέει με τα Χανιά…
Για τους σημαντικότερους σταθμούς της ερευνητικής της διαδρομής από τα Χανιά στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κα Σημανδηράκη είπε: « Ο πρώτος σταθμός ήταν το οικογενειακό μου περιβάλλον και κάποιοι διδάσκοντες στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στα Χανιά. Αυτοί μου ενστάλαξαν την αγάπη για τη μάθηση μέσω συστηματικής δουλειάς και το σεβασμό για την ιστορία, δική μας ή άλλων. Ο δεύτερος σταθμός ήταν οι προπτυχιακές μου σπουδές (Αρχαιολογία και Ιστορία Τέχνης) στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, στο Ρέθυμνο. Ήμουν πολύ τυχερή να μορφωθώ από ανοιχτά μυαλά σε ένα σύστημα δωρεάν εκπαίδευσης υψηλού επιπέδου. Επίσης συμμετείχα σε ανασκαφές και μελέτες μεγάλης επιστημονικής εμβέλειας (στην Κνωσό, τον Πετρά Σητείας, την Ελεύθερνα, το Μοναστηράκι Αμαρίου, τη Ζάκρο και στα περισσότερα αρχαιολογικά μουσεία της Κρήτης). Αυτές ήταν και με τους καθηγητές μου και με συνεργάτες τους σε Εφορείες Αρχαιοτήτων και μουσεία. Ο τρίτος σταθμός ήταν οι μεταπτυχιακές μου σπουδές στη Βρετανία – οι συγκεκριμένες (στη Μινωική Αρχαιολογία) δεν ήταν τότε διαθέσιμες στην Ελλάδα. Εδώ τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά: ο φοιτητής είναι πελάτης και η εκπαίδευση προϊόν. Παρά κάποιες μικροπολιτικές δυσκολίες από κρητικής πλευράς, κατάφερα να ολοκληρώσω τις σπουδές μου (Μάστερ και Διδακτορικό) με άριστα, με υποτροφία του Πανεπιστημίου του Bristol. Ο διαπρεπής και άκρως φιλέλληνας καθηγητής μου, κ. Peter Warren, υπήρξε καθοριστικός στην ερευνητική μου διαμόρφωση. Η μετέπειτα επαγγελματική μου καριέρα (διδασκαλία, έρευνα, επιστημονικές δημοσιεύσεις κτλ.) ήταν σε διάφορα Πανεπιστήμια, ιδρύματα και φορείς, στη Βρετανία, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Στράφηκε σε αρχαιολογικά θέματα, αλλά και σε θέματα κλασικών σπουδών, αρχαίας και νεότερης ιστορίας, μουσειολογίας, αρχαιοελληνικής και νεοελληνικής φιλολογίας, διεθνούς εκπαίδευσης, ερευνητικού μάνατζμεντ».
Πόσο όμως την ενέπνευσε ο πολιτισμός και η ιστορία της Κρήτης και σε ποιο σημείο βρίσκεται σήμερα η έρευνά της».
Η ίδια μας εξηγεί ότι «το να μεγαλώνεις στα Χανιά σημαίνει ιστορία, αρχαιολογία και πολιτισμό 5.000 ετών! Θέλησα να αναλύσω τα πολλαπλά στρώματα όλων αυτών των εποχών, ανθρώπων και δράσεων. Με ενδιέφερε όχι μόνο να μάθω ποιος έκανε τι, πού και πότε, αλλά και ποιες απτές αποδείξεις υπάρχουν, και βέβαια ποιος τις ερμηνεύει πώς και γιατί. Βρήκα ότι το σημαντικότερο είναι να βρίσκεται κάποιος σε κριτικό διάλογο με τους ανθρώπους του παρόντος και – θεωρητικά – του παρελθόντος, να είναι περήφανος με χειροπιαστά στοιχεία, χωρίς να μειώνει κάποιον άλλον ή να επικαλείται μόνο την εντοπιότητά του.Πάντα με ενδιέφερε το πώς μπορούμε να αποκρυπτογραφήσουμε την ανθρώπινη φύση όχι μόνο με αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν, αλλά και με τους ίδιους τους ανθρώπους και τις απεικονίσεις τους. Η τωρινή έρευνά μου, επομένως, πραγματεύεται τους ανθρώπους της Μινωικής Κρήτης. Όλοι ξέρουμε τις Θεές των Όφεων και τον Πρίγκηπα με τα Κρίνα. Όμως, αυτές οι απεικονίσεις δεν ήταν χαρακτηριστικές των κοινωνιών τους, ούτε μπορούν να μας πουν για ανθρώπους που δεν ήταν αριστοκράτες. Επιπλέον, αυτές οι συγκεκριμένες, όπως και άλλες, είναι εκτενώς αποκατεστημένες (π.χ. το κεφάλι της μικρής Θεάς των Όφεων είναι σύγχρονο και ο Πρίγκηπας είναι σύγχρονη σύνθεση του ανασκαφέα από τρεις τοιχογραφημένες μορφές). Η έρευνά μου χρησιμοποιεί και συνδυάζει ανθρώπινα στοιχεία που συχνά παραβλέπουμε, αλλά που μπορούν να μας πουν πολλά. Για παράδειγμα, συνδυάζω απεικονίσεις από ειδώλια ιερών κορυφής (όπου πήγαινε κυρίως ο απλός λαός) με σκελετικά κατάλοιπα (π.χ. ταφές) και αρχεία (π.χ. Γραμμική Β) για να ερευνήσω σε βάθος τις κοινωνίες και την πολιτικο-οικονομική τους οργάνωση πριν τόσες χιλιάδες χρόνια. Είναι ανεκτίμητο το να ανακαλύπτω ότι μεγάλωσα σε έναν τόπο όπου οι άνθρωποι τότε ήταν ήδη τεχνολογικά και αισθητικά εξελιγμένοι. Είχαν διεθνείς επαφές, περίπλοκη ιστορία και μεγάλα επιτεύγματα».
Την ρωτάμε σχετικά με το διάλογο που έχει αναπτυχθεί γύρω από τα ιστορικά κτήρια στο λόφο Καστέλι, την ακρόπολη της Μινωικής Κυδωνίας, και ζητάμε την γνώμη της. Σύμφωνα με την κα Σημανδηράκη « η απόφαση του Πολυτεχνείου Κρήτης δεν αρμόζει σε ένα ίδρυμα ελληνικής δημόσιας εκπαίδευσης και είμαι κατά της ξενοδοχοποίησης. Το ανεσκαμμένο μινωικό παζλ του λόφου, κάτω από τα μεταγενέστερα διατηρητέα, αποκαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο. Το τωρινό γεωγραφικό ανάγλυφο στο Καστέλι, γενικότερα, προέκυψε από συσσώρευση κατοίκησης χιλιάδων χρόνων. Χρειάζεται λοιπόν χρήση αντάξια της ιστορικότητας του λόφου και των εν λόγω κτηρίων, χωρίς ανάρμοστες επεμβάσεις. Η παραχώρηση ιστορικών κτηρίων για ιδιωτικούς και άκρως κερδοσκοπικούς σκοπούς, όπως γίνεται κατά κόρον στη Βρετανία, οδηγεί σε αποδυνάμωση (δομική και πολιτισμική) ενός μνημείου. Υπάρχουν τρόποι αξιόλογης και κερδοφόρας αξιοποίησης και για το Πολυτεχνείο και για την τοπική κοινωνία. Το συγκεκριμένο κτηριακό συγκρότημα θα μπορούσε να είναι ένας διδακτικός και πολιτισμικός πόλος, π.χ. ως τμήμα ενός αρχαιολογικού πάρκου στην περιοχή. Από όσο γνωρίζω, υπάρχουν προτάσεις τεκμηριωμένες και κοστολογημένες για κάτι τέτοιο».
Σχετικά με τις διαφορές στο πεδίο της έρευνας σε Ελλάδα και εξωτερικό και τις προοπτικές που έχει ένας Έλληνας επιστήμονας στο Ηνωμένο Βασίλειο, αναφέρει: «στη Βρετανία οι διαφορές αφορούν κυρίως στις ευκαιρίες που έχει ένας ερευνητής. Πολλοί συνάδελφοι στην Ελλάδα έχουν καταπληκτικές ιδέες, σκέφτονται και δουλεύουν πέρα από το αναμενόμενο. Όμως αποθαρρύνονται από τη γραφειοκρατία και τα εργασιακά μικροπολιτικά. Από την άλλη, έχουν το ‘ατίθασο’ πνεύμα να πρωτοπορούν, σε ένα ερευνητικό περιβάλλον, τουλάχιστον στον ακαδημαϊκό τομέα, με λιγότερη πίεση από ότι στη Βρετανία. Εδώ η Ανώτατη Εκπαίδευση αξιολογείται συνεχώς, εκτενώς και λεπτομερέστατα, τα τελευταία τουλάχιστον 34 χρόνια. Αυτό είναι και το αντικείμενο της δουλειάς μου στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ Σπα. Οι ερευνητές και διδάσκοντες είναι δημόσια υπόλογοι (όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά) για την έρευνα κάθε πανεπιστημίου, τη συνδρομή του στην κοινωνία, τον τρόπο διδασκαλίας και βαθμολόγησης των φοιτητών, τις υποδομές. Αυτό έχει βελτιώσει αρκετά τα ΑΕΙ. Πριν το Brexit, μη Βρετανοί επιστήμονες είχαν σχεδόν ισότιμη πρόσβαση σε αγορά εργασίας και έρευνα, κάτι που μάλλον αλλάζει. Επιπλέον, ναι μεν υπάρχει νεποτισμός στην Ελλάδα, υπάρχει όμως και στη Βρετανία, ιδίως για θέσεις σε στενούς ερευνητικούς κλάδους. Αν κάποιος σκέφτεται την εναλλακτική της Βρετανίας, η συμβουλή μου είναι να εξοικειωθεί με την αγορά εργασίας, το κόστος ζωής, τα ιδρύματα και τον τύπο έρευνας πριν καν κάνει μια αίτηση. Αυτό που ανοίγει εδώ μεγάλες προοπτικές, σε Έλληνες και μη, είναι η ικανότητα να «μεταφράζει» κάποιος τα προσόντα που απέκτησε σε έναν κλάδο σε ζητούμενες δεξιότητες ενός άλλου κλάδου – επιτυχημένοι είναι εκείνοι που προσαρμόζουν την έρευνα και τις δεξιότητές τους με νέους και πρωτοποριακούς τρόπους».
Για τον εάν έχει επηρεάσει η πανδημία τον τομέα της έρευνας στο Ηνωμένο Βασίλειο, επισημαίνει ότι: «στις θετικές επιστήμες υποθέτω πως έχει επηρεάσει εργαστηριακές μελέτες περισσότερο. Στις θεωρητικές επιστήμες, τα μουσεία και οι ανασκαφές είναι ίσως οι πιο επηρεασμένοι τομείς, με προσωρινή παύση προγραμμάτων ή ανακατανομή κονδυλίων. Αναπόφευκτα υπάρχουν και μακροχρόνιες επιπτώσεις, π.χ. με την εκτεταμένη τηλεργασία και τα είδη της έρευνας»..
Τέλος σχετικά με το ενδεχόμενο επιστροφής της στα Χανιά, εάν ευνοούσαν οι συνθήκες, η κα Σημανδηράκη, τονίζει: «Επιστρέφω όσο κι όποτε μπορώ, άλλωστε έχω οικογένεια στα Χανιά. Επιπλέον, παρακολουθώ κι ενδιαφέρομαι πάντα για τα τεκταινόμενα στην πατρίδα μου, ιδίως με τις δυνατότητες επικοινωνίας της εποχής μας. Φυσικά και θα ήθελα να γύριζα μόνιμα στα Χανιά με την οικογένειά μου από τη Βρετανία, αν μπορούσα και αν βέβαια οι συνθήκες (κυρίως οι επαγγελματικές) το επέτρεπαν».
Μέσα από τη στήλη “Χανιώτες του εξωτερικού” τα “Χ.ν.” παρουσιάζουν ιστορίες συμπολιτών μας που έφυγαν από τα Χανιά και διακρίνονται σε διάφορους τομείς στο εξωτερικό.