Οι επιπτώσεις της ρύπανσης στον ανθρώπινο οργανισμό είναι το αντικείμενο έρευνας της Ελένης Δόβρου, που ξεκινώντας από το Πολυτεχνείο Κρήτης με εξαιρετικούς βαθμούς, έγινε δεκτή για το το διδακτορικό της στο φημισμένο Harvard και τώρα εργάζεται για έναν από τους μεγαλύτερους ερευνητικούς φορείς στον κόσμο, το Ινστιτούτο Max Planck (Τμήμα Χημείας) στο Μάιντζ της Γερμανίας.
Η ερευνήτρια -που έχει καταφέρει να “κτίσει” ένα σπουδαίο βιογραφικό παρά τη μικρή της ηλικία- μιλώντας στα “Χ.Ν.” κάνει ιδιαίτερη αναφορά στα εφόδια και στη στήριξη που έλαβε από τους καθηγητές της.
Πως αλήθεια βρέθηκε στο Χαρβαρντ και από εκεί στο Max Plank; Της ζητάμε να μας περιγράψει την πορεία της… «Γνωρίζοντας αρκετά νωρίς ότι ήθελα να ασχοληθώ με την έρευνα, επέλεξα Πανεπιστήμιο με βάση την έρευνα και την κατεύθυνση που ήθελα να ακολουθήσω. Το Πολυτεχνείο Κρήτης και η Σχολή Μηχανικών Περιβάλλοντος ήταν η πρώτη και ιδανική επιλογή. Κατά την διάρκεια των σπουδών μου, συγκεκριμένα στο 1ο έτος, ο καθηγητής μαθηματικών, κύριος Μίνως Πετράκης, με κάλεσε στο γραφείο του για να με ενθαρρύνει μετά την ολοκλήρωση των προπτυχιακών σπουδών μου να συνεχίσω στην Αμερική και πως πιστεύει ότι αυτό θα είναι το ιδανικό βήμα. Είχα στο μυαλό μου να βγω στο εξωτερικό για έρευνα, αλλά τότε μπήκε η ιδέα της Αμερικής. Από το 3ο έτος ξεκίνησα να εργάζομαι εργαστηριακά και να προσπαθώ να κατασταλάξω στον τομέα που θα ακολουθούσα. Ως προπτυχιακή φοιτήτρια ασχολήθηκα ερευνητικά με την υδατική χημεία και με τα βιομαθηματικά και κατάλαβα πως με ενδιαφέρει η έρευνα χημικών και βιολογικών αντιδράσεων σε μοριακό επίπεδο. Έτσι στο 4ο έτος ξεκίνησα να κάνω αιτήσεις για διδακτορικές σπουδές, κατά βάση σε πανεπιστήμια της Αμερικής και σε ένα στην Ευρώπη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά είχα μια λίστα με πανεπιστήμια την οποία μοιράστηκα με τους καθηγητές που μου έδωσαν συστατικές επιστολές (οι οποίοι ήταν: Έλια Ψυλλάκη, Δάφνη Μανουσάκη, Νικόλαος Καλογεράκης, Ευάγγελος Διαμαντόπουλος, Γεώργιος Καρατζάς, Κωνσταντίνος Συνολάκης και Μανώλης Βαρουχάκης) . Ο καθηγητής Γεώργιος Καρατζάς είχε αντικαταστήσει σχεδόν όλα τα πανεπιστήμια με πανεπιστήμια που βρίσκονταν στο top-10 της παγκόσμιας κατάταξης. Μάλιστα ήταν εκείνος που επέμενε στο να κάνω αίτηση στο Harvard και είναι από τους ανθρώπους που με στηρίζουν μέχρι και σήμερα. Έλαβα ένα email ως early admission από τον μετέπειτα επιβλέποντά μου, καθηγητή Frank Keutsch, ότι έχω γίνει δεχτή και ότι θα ήθελε να γίνω μέλος της ερευνητικής του ομάδας στο Harvard. Φυσικά και δέχτηκα και πραγματοποίησα τις διδακτορικές μου σπουδές υπό την καθοδήγησή του. Να σημειώσω ότι συχνά στην Αμερική οι φοιτητές πηγαίνουν κατευθείαν για διδακτορικό μετά τις προπτυχιακές τους σπουδές, χωρίς να κάνουν μεταπτυχιακό, κάτι που έκανα και εγώ. Στο Harvard άλλαξα κατεύθυνση και ασχολήθηκα με την ατμοσφαιρική χημεία καθώς με κέντρισε η έρευνα που πραγματοποιούνταν και είχε μια συσχέτιση με την προηγούμενη έρευνά μου, όσον αφορά κάποιες βασικές αρχές. Ο καθηγητής μου πάντα με στήριζε και μου έδινε καθοδήγηση και όταν ολοκλήρωσα το 3ο έτος μου ανέφερε πως είμαι έτοιμη να αποφοιτήσω στα τέσσερα χρόνια. Συνήθως σε τέτοια προγράμματα οι φοιτητές αποφοιτούν στα έξι χρόνια. Φυσικά με συμβούλεψε στο πως να προχωρήσω στο επόμενο βήμα και επειδή έχω ως στόχο την ακαδημαϊκή καριέρα το επόμενο βήμα ήταν μια ερευνητική θέση ως μεταδιδάκτορας. Ήθελα να ασχοληθώ με την ατμοσφαιρική χημεία και της επιπτώσεις υγείας και παράλληλα να δοκιμάσω και τον ερευνητικό στίβο στην Ευρώπη και έτσι έκανα την επιλογή να δεχτώ την προσφορά από το Max Planck Institute for Chemistry. Ένας επιπλέον σημαντικός λόγος είναι ότι δουλεύω υπό την καθοδήγηση δυο σημαντικών ερευνητικών, των Thomas Berkemeier και Uli Pöschl, ο οποίος (Uli) είναι ένας από τους μεγαλύτερους επιστήμονες στον τομέα της ατμοσφαιρικής χημείας».
Η Ε. Δόβρου μας εξηγεί περισσότερα για το αντικείμενο της έρευνα της στο Max Planck. «Επικεντρώνεται στις μοριακές αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα στις σταγόνες των σύννεφων και στην αέρια φάση της ατμόσφαιρας και πιο συγκεκριμένα σε αντιδράσεις που πραγματοποιούνται κάτω από καθαρές αλλά και υψηλά ρυπογόνες συνθήκες και πως ποικίλοι ρυπαντές και ενώσεις εισέρχονται στον ανθρώπινο οργανισμό και επηρεάζουν το αναπνευστικό και καρδιαγγειακό μας σύστημα. Στόχος μας είναι να προσδιορίσουμε τον ρυθμό παραγωγής βασικών ενώσεων που οδηγούν στην δημιουργία σωματιδίων. Τα σωματίδια αυτά μπορούν να επηρεάσουν το κλίμα καθώς έχουν τη δυνατότητα να αντανακλούν την ακτινοβολία του ηλίου και συνεπώς να δημιουργούν ένα στρώμα που δύναται να μειώσει την θερμότητα στο επίπεδο της τροπόσφαιρας. Από την άλλη μεριά διατηρούν τη ήδη υπάρχουσα θερμοκρασία και μπορούν να δημιουργήσουν ένα κλίμα όμοιο με αυτό ενός θερμοκηπίου, αλλά αυτό είναι σε μικρότερο βαθμό όσον αφορά τα σωματίδια που μελετάμε. Μια σημαντική επίπτωση είναι ότι κατά τη δημιουργία τους αυξάνουν την οξύτητα στις σταγόνες και συνεπώς συμβάλουν σε μεγάλο βαθμό στο φαινόμενο της όξινης βροχής. Επιπλέον, τα σωματίδια αυτά επηρεάζουν αρνητικά το αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα και σε υψηλές συγκεντρώσεις έχουν συνδεθεί με μη αντιστρέψιμες επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Η μεγαλύτερη δυσκολία στην ερευνά μας είναι ότι τα χημικά που χρησιμοποιούμε είναι τόσο ασταθή που δεν μπορούμε να τα αγοράσουμε, αλλά τα συνθέτω στο εργαστήριο. Επίσης, προσομοιάζω εργαστηριακά με πειράματα και με μαθηματικά μοντέλα σημεία ενδιαφέροντος του ανθρώπινου σώματος ώστε να μελετήσω τις αντιδράσεις που πραγματοποιούνται, αλλοιώσεις κυττάρων και την παραγωγή οξειδωτικού στρες. Η έρευνα επικεντρώνεται όχι μόνο σε σωματίδια, αλλά και αέριες ενώσεις».
Κάνοντας τις αναπόφευκτες συγκρίσεις πως θα κρίνατε την έρευνα στη χώρα μας σήμερα σε σύγκριση με τις χώρες που έχετε βρεθεί; Που υστερούμε; Υπάρχει κάποιος τομέας που έχουμε δυνατότητες ανάπτυξης; Είναι η επόμενη ερώτηση μας. «Μια σημαντιδκή διαφορά είναι η χρηματοδότηση» λέει η Ε. Δόβρου και συνεχίζει: «Στην Ελλάδα, δυστυχώς, τα πανεπιστήμια δεν έχουν πολλές πηγές χρηματοδότησης με αποτέλεσμα η έρευνα να καθυστερεί. Επίσης, ο τεχνικός εξοπλισμός είναι καλύτερος στην Αμερική και Γερμανία. Φυσικά θα ήθελα να τονίσω πως έχοντας βρεθεί στο Harvard και Max Planck είναι αναμενόμενο να υπάρχει εξοπλισμός τελευταίας τεχνολογίας. Επίσης, στο εξωτερικό προάγεται η συνεργασία σε μεγάλο βαθμό, κάτι που γίνεται περιορισμένα στην Ελλάδα. Ένα ακόμη σημαντικό για έμενα σημείο είναι η αξιοκρατία που είναι βασική αρχή στους ακαδημαϊκούς χώρους που έχω βρεθεί. Προσωπικά πιστεύω πως αν επενδύαμε στο ερευνητικό δυναμικό που διαθέτει η Ελλάδα δεν θα είχαμε τόσο έντονο το φαινόμενο του brain drain. Θα ήθελα να τονίσω πως υπάρχουν εξαιρέσεις και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι επιστήμονες στην Ελλάδα που μένουν στην χώρα. »
Όσο για το ενδεχόμενο επιστροφής στην Ελλάδα αυτό είναι κάτι που η συνομιλήτρια μας δεν έχει αποκλείσει. Όπως λέει χαρακτηριστικά: «Πιστεύω πως κανένας Έλληνας του εξωτερικού δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο επιστροφής στην Ελλάδα και εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση. Θα ήθελα αν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες και μου δοθεί η ευκαιρία να επιστρέψω να το κάνω, γιατί και εγώ εδώ μεγάλωσα και σπούδασα και θα ήθελα να βοηθήσω με την σειρά μου τους μελλοντικούς επιστήμονες της χώρας μου. Στα άμεσα σχέδια μου είναι να παραμείνω στο εξωτερικό. Φυσικά οι συνθήκες αλλάζουν και αυτό το βιώνουμε όλοι καθημερινά τον τελευταίο χρόνο με την πανδημία. »
Από τα Χανιά αυτό που της λείπει όταν είναι στο εξωτερικό είναι φυσικά « οι γονείς και η αδερφή μου και οι φίλοι μου. Θα ήθελα βέβαια να πω ότι και όταν είμαι Ελλάδα μου λείπουν και οι φίλοι που έχω στο εξωτερικό, καθώς όταν είσαι μακριά γίνονται πλέον οικογένεια. Ανάμεσα στα μέρη που επισκέπτομαι όταν έρχομαι Χανιά είναι το λιμάνι και το στενό της Νταλιάνη.” Η ερευνήτρια πάντα συναντά τις πιο στενές της φίλες στο αγαπημένο τους σημείο συνάντησης το Hondos Center, επισκέπτεται το Πολυτεχνείο Κρήτης και το στάδιο Χανίων καθώς ήταν αθλήτρια του βόλει.
Μέσα από τη στήλη “Χανιώτες του εξωτερικού” τα “Χ.ν.” παρουσιάζουν ιστορίες συμπολιτών μας που έφυγαν από τα Χανιά και διακρίνονται σε διάφορους τομείς στο εξωτερικό.