Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Χαρίδημος Σπανουδάκης – Βικτώρια θεοδώρου

Ο Χαρίδημος Σπανουδάκης γεννήθηκε στο Κολυμπάρι Κισσάμου το 1917 και μεγάλωσε στα Τοπόλια, κεφαλοχώρι της κοιλάδας του Τυφλού ποταμού, που έδωσε σπουδαίους επιστήμονες και καλλιτέχνες του θεάτρου, όπως ο Αλέξης Μινωτής και ο Μάνος Κατράκης.

Ο Χαρίδημος σπούδασε νομικά και οικονομικές επιστήμες στην Αθήνα, αποπεράτωσε τις σπουδές του επί Κατοχής και διορίστηκε στο Δημόσιο μαζί με άλλους πτυχιούχους Κρήτες, στρατιώτες του Αλβανικού, αποκλεισμένους στην πρωτεύουσα.

Το 1941 κρατήθηκε έγκλειστος από τους Ιταλούς κατακτητές στο στρατόπεδο της Λάρισας και απολύθηκε ένα χρόνο μετά, μαζί με άλλους, χάρις στις προσπάθειες των κρατουμένων και τον ανθρωπισμό του Ιταλού γιατρού. Ας σημειωθεί πως, όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα έστειλαν τους υπόλοιπους στον Μπέλσεν Τρεμπλίνκα και άλλα κέντρα θανάτου στην Γερμανία. Μέλος του ΕΑΜ της συνοικίας του (Γκύζη), εργάστηκε  στην Παναθηναϊκή Επιτροπή για τον επισιτισμό του λαού ως υπεύθυνος για την διανομή των τροφίμων που έδινε ο Ερυθρός Σταυρός. Μετά από τις τρομερές φήμες για εκτελέσεις και συλλήψεις από τους Άγγλους, ακολούθησε τον ΕΛΑΣ και διασχίζοντας με τα πόδια τη Στερεά Ελλάδα μέσα στο χειμώνατο 44-45, έφτασε μέχρι τον Δομοκό και την Καρδίτσα και φιλοξενήθηκε στον Παλαμά από μια οικογένεια την οποία πάντα θυμόταν και ευγνωμονούσε. Σ’ αυτήν την περιπλάνηση συνάντησε θρυλικά πρόσωπα, όπως τον Άρη Βελουχιώτη, τον ποιητή Μιχάλη Κατσαρό και άλλους. Μετά την συμφωνία της Βάρκιζας έφυγε μαζί με το πλήθος για την Αθήνα, άλλα στην είσοδο της, πόλης τους παρέλαβαν οι Χίτες και διάφοροι εθνικόφρονες στρατιωτικοί, τους έκοψαν τις ταυτότητες και έστειλαν τα στοιχεία τους στην Ασφάλεια για να τους κάνουν φακέλους.

Τον Ιούλιο του 1947 εξορίστηκε επίυπουργίας του Ζέρβα στην Ψυττάλεια και υπέφερε το μαρτύριο της δίψας μέσα στα πλοία κλεισμένος μαζί με πολλούς άλλους δημοκράτες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου εκτοπίσθηκε στα Θέρμα της Ικαρίας, όπου έμεινε ένα χρόνο.

Τυπικά «αποχρωματισθείς» απολύθηκε με την αμνηστία του Σοφούλη και χάρις τις ενέργειες του προσωπάρχη του υπουργείου Δικαιοσύνης Δρομάζου, επαναδιορίστηκε στη θέση του. Ο Χαρίδημος και ως χαμηλόβαθμος υπάλληλος του υπουργείου Δικαιοσύνης δεν έπαψε ποτέ να βοηθά τους συγγενείς κρατουμένων και εξορίστων, που από την αυγή ως αργά στέκονταν στην πύλη του υπουργείου, ζητώντας επιείκεια και σωτηρία για τους δικούς τους. Ήταν στα χρόνια του Εμφυλίου και μετά, στην εποχή των στρατοδικείων , των εκτελέσεων, των φυλακών και των στρατοπέδων συγκεντρώσεως στα νησιά, της σκληρής και μονόπλευρης δικαιοσύνης-τιμωρίας για τους αριστερούς και τις οικογένειες τους. Παράδειγμα της προσφοράς του Χαρίδημου ήταν και η δική μου απόλυση από το στρατόπεδο του Τρίκερι, χωρίς να υπογράψω δήλωση μετάνοιας και να καταδικάσω ως προδότες εκείνους που πρωτοστάτησαν στην Εθνική Αντίσταση, γεγονός για το οποίο πάντα τον ευγνωμονούσα και τον ευγνωμονώ.

Όταν επί Δικτατορίας έχασε πάλι τη θέση του από το υπουργείο ως μη εθνικόφρων και σύζυγος της αμετανόητης Β.Θ. έζησε με αξιοπρέπεια την οικογένεια του συντάσσοντας και τυπώνοντας τη Νομολογία του Αρείου Πάγου, ογκώδες ετήσιο περιοδικό, χρήσιμο στους δικηγόρους, το οποίο κυκλοφορούσε με μεγάλο κόπο και αγωνία, όλα τα χρόνια της απομάκρυνσης του από την υπηρεσία.

Μέναμε τότε σ’ ένα ημιτελές σπιτάκι, δυτικά από το λόφο της Αγίας Φιλοθέης, στην ερημική περιοχή που ο οικοδομικός συνεταιρισμός έδωσε σε δημόσιους υπαλλήλους μ’ ευνοϊκούς όρους. Ο Χαρίδημος τότε αναδείχτηκε σε αρχιτέκτονα και οικοδόμο για όλες τις ειδικότητες. Με τα δύο του χέρια και τα μεροκάματα συγγενών μας αδειούχων εξορίστων, οι οποίοι έχτιζαν τότε τα προάστια, όπως σήμερα οι Αλβανοί μαστόροι, σήκωσε στο λιβάδι δύο δωμάτια και περιτοίχισε τον κήπο. Ενθουσιασμένος από την ανοιξιάτικη φύση και με την αισιοδοξία που τον χαρακτήριζε, διαμόρφωσε τον γύρω χώρο με μεγάλη ευαισθησία, στρώνοντας τον με κομμάτια από μάρμαρα, απορρίμματα από τ’ απέναντι μαρμαράδικα της Καλογραίζας.

Με δάπεδα στην αυλή, σκαλιά, διαδρόμους ανάμεσα στα δέντρα, πεζούλια, βρύσες και παγκάκια, διακόσμησε την φτώχεια, τη μοναξιά και την άλλη εξορία μας από το άστυ (ευεργετική σήμερα), με βοηθό τον γέροντα πατέρα του και παππού μας.

Αργότερα στόλισε και τα δύο γυμνά δωμάτια με έπιπλα που ο ίδιος μαράγκεψε στο υπόγειο εργαστήρι του καθίσματα, σκαμνιά, τραπέζι και γραφείο, για όλους μας, ντουλάπια, βιβλιοθήκες. Κάρφωσε ακόμα τα ξύλινα πατώματα και τα κεραμίδια της σκεπής. Ζητούσα να του βρω ένα όνομα που να ταιριάζει στην αξιοσύνη του και τον είπα «χειρόσοφο» ή «χειρίσοφο» . Αυτό του ταιριάζει καλύτερα από το παντοδιορθωτής και πρωτομάστορας. Χαρίδημος ήταν κάποιος στρατηγός του Πελοποννησιακού Πολέμου κατά τον Θουκυδίδη, αλλά μ’ αυτόν δεν τον συνέδεε τίποτα, δεν ήταν ποτέ αυταρχικός και τύπος ηγέτη. Χαρίδημος και ο ήρωας του Βιντσέντζου Κορνάρου στον Ερωτόκριτο, το αρχοντόπουλο της Κρήτης. Αυτός ήταν πάντα μαυροφορεμένος γιατί σκότωσε από λάθος με το τόξο του την αγαπημένη του γυναίκα, που ερχόταν να τον προϋπαντήσει και κρυμμένη σ’ ένα θάμνο την πήρε για ελάφι. Ο δικός μας Χαρίδημος, χαιράμενος κι ασπροφορεμένος αρέσκονταν ν’απαγγέλει…

«Αυτός ειν’ ο Χαρίδημος που από την ώρα εκείνη που έχασε το ταίρι  του ολόμαυρος εγίνηκε αν ζήσει χρόνους εκατό μπλιό ντου δε θέλει αλλάξει αφού η μοίρα θέλησε έτσι να τον πειράξει…»

Την ίδια εποχή, επί Δικτατορίας, ανεπάγγελτη χωρίς πιστοποιητικά, «κοινωνικών φρονημάτων», βοηθούσα κάποιους μαθητές στην καθημερινή τους μελέτη και τον Χαρίδημο στις διορθώσεις των δοκιμίων της Νομολογίας, τύπωνα τα «Στρατόπεδα γυναικών» και τα ποιήματά μου, σ’ ένα τυπογραφείο στο Περιστέρι.

Ο Χαρίδημος ήταν το έρμα μου στον κόσμο της οπισθοδρόμησης, με την αισιοδοξία και την ακατάβλητη αντοχή του. Θα νόμιζες πως οι δυσκολίες τον έτρεφαν, τον ενέπνεαν και τον παρηγορούσαν, στην ανικανοποίητη επιθυμία του να σπουδάσει αρχιτέκτων. Το χιούμορ του ήταν αμείωτο σε κάθε δυσκολία, ο θυμός του ένα ξέσπασμα επιφανειακό, που κρατούσε όσο δύο αναπνοές και μετά η ανεξάντλητη εργατικότητα και επινοητικότητά του για τα πράγματα που μας υπηρετούν, αληθινός «θεός των μικρών πραγμάτων». Κάποτε τον ρωτούσα πως μπορεί να κοιμάται τόσο μακάρια, όταν χρωστάει πάνω από 200.000 ( ο μισθός του ήταν γύρω στις 2.000 εκείνη την εποχή ), γελούσε αλλά και ανησυχούσε συγχρόνως για το δικό μου άγχος. Στο μεταξύ ήρθε η μεταπολίτευση. Ο Χαρίδημος αποκαταστάθηκε στην θέση του με προαγωγές και σε λίγα χρόνια συνταξιοδοτήθηκε, νέος ακόμα, στην ακμή της ηλικίας του. Τα παιδιά μας τελείωσαν το Πανεπιστήμιο, μετεκπαιδευόταν στην Γαλλία και πεδίο δράσης ανοίχτηκε μπροστά του με την τέχνη που αγαπούσε, τη Βιβλιοδετική. Στο σπίτι είχαμε πολλούς από τους σημαντικούς συγγραφείς του αιώνα. Έτσι θέλησε να εκφράσει τη δεξιοτεχνία του σε κάτι διαρκέστερο στον χρόνο. Στρώθηκε τότε στην τέχνη αυτή και για καιρό έδενε τα βιβλία που είχαμε κι αυτά που αγοράζαμε ή μας έστελναν οι συνάδελφοι γράφοντες. Όλο νέα ράφια. Οι τοίχοι γέμισαν με βιβλία δερματόδετα από τα χέρια του, με χρυσό στις ράχες τους. Βιβλία, περιοδικά, και λευκώματα για γενεές. Σ’ αυτήν την τέχνη ήταν άφταστος κι ίσως στο επίπεδο των καλών μαστόρων, όπως ο Γανιάρης. Τη δίδαξε μάλιστα σε πολλούς φίλους και θαυμαστές του.

Η παραμορφωτική αρθρίτιδα στα δάκτυλα δεν τον εμπόδιζε να τους δείχνει πώς να γίνονται άφθαρτα στον χρόνο τα βιβλία, ραμμένα με λιναρένιο σπάγγο, φύλλο-φύλλο, επενδυμένα με στέρεα υλικά, όπως το δέρμα και το υφαντό λινό. Μετριόφρων όμως, δεν θέλησε ποτέ να πάρει μέρος σε έκθεση βιβλιοδετικής, ούτε να δεχτεί χρήματα. Πολλοί από τους φίλους μας, συγγραφείς και συνάδελφοι, έχουν κάποιο βιβλίο απ’ αυτόν. Παράλληλα του άρεσενα πλαισιώνει με κορνίζες πίνακες και φωτογραφίες, με απλό ξύλο λειασμένο και βαμμένο με κάσια ή σκαλισμένο κι επιχρυσωμένο, δώρα που πρόσφερε σε φίλους και δικούς, ενθύμια των εκπληκτικά επιδέξιων χεριών του.

Ο Χαρίδημος- χειρόσοφος ήταν ένα πνεύμα ανοιχτό στην εποχή του, στην επιστήμη την τέχνη και την πολιτική. Παρακολουθούσε, αν και άνθρωπος της πράξης και της πρακτικής, τη λογοτεχνία, την ποίηση, πεζογραφία και δεν του διέφευγε κανένα σχεδόν βιβλίο που κυκλοφορούσε. Τα διάβαζε όλα και το θεωρούσε τιμή και χρέος για τον συγγραφέα ν’ αποπερατώσει το βιβλίο που άρχισε, μέχρι την τελευταία σελίδα, πιστεύοντας και για τους άσημους ότι αξίζουν την προσοχή μας διότι είναι άγνωστη η εξέλιξή τους. Μάζευε λοιπόν και τα βιβλία των αφανών, με σκοπό να τα σταχώσει και να τα προφυλάξει από την ανακύκλωση, ώστε να τα βρουν οι νέες γενιές.

Αφού διορίστηκαν τα παιδιά μας καθηγήτριες σε Λύκεια, ο Χαρίδημος σαν στρατηγός (του Θουκυδίδη), σχεδίασε την εκστρατεία του ανά την Ελλάδα και τις ξένες χώρες. Αυτός που ποτέ δεν ήξερε διακοπές και ταξίδια, εκδρομές και εξόδους, ψυχαγωγίες κι θεάματα, ώσπου να τελειώσει το έργο του, το λευκό διώροφο, της οδού Σοφοκλέους στη Φιλοθέη, άρχισε τις εκδρομές και τις περιπλανήσεις για να γνωρίσει «ανθρώπων άστεα» όσα του επέτρεπαν τα οικονομικά του. Ταξίδεψε σ’ όλες σχεδόν τις μεσογειακές χώρες, στη δυτική και ανατολική Ευρώπη. Και βέβαια στα Βαλκάνια και τη Ρωσία, κρατώντας με από το χέρι, με μια θαυμαστή αντοχή στις ταλαιπωρίες λεωφορείων, τραίνων, κ.τ.λ. που με κούραζαν καμιά φορά και με έκαναν να τον θαυμάζω. Παράλληλα ως υπέροχος φωτογράφος, με γνώση και γούστο κατέγραφε εικόνες ευτυχία και συλλέγοντάς τις, τις τοποθετούσε σε ωραία, δεμένα από τον ίδιο άλμπουμ.

Η καρδιά του ήταν στο δεξί του χέρι. Το αριστερό εκ γενετής αδύνατο -μ ’αυτό το δεξί- αποπεράτωνε τα καλά και χρήσιμα έργα, χειροτέχνης, γραφέας, αλλά και συγγραφέας. Μας άφησε τις αναμνήσεις από την παιδική και εφηβική του ηλικία γραμμένες με χιούμορ, το οποία ευκάλυπτε τρυφερά τη θλίψη και τη νοσταλγία για την απώλεια προσώπων αγαπημένων, τρόπων ζωής και κτισμάτων σε έναν τόμο σελιδοποιημένο και δεμένο από τον ίδιο. Δέντρα αυτοκρατορικά που υλοτομήθηκαν, πηγές που στέρεψαν, σπήλαια που δεν αντιλαλούν φωνές του άλλοτε. Τύποι, αναστήματα παλαιών ανθρώπων, αθώες κακίες, κωμικά και τραγικά συμβάντα, μέσα στο θερμό κρητικό τοπία. Απομνημονεύματα αμιγώς προσωπικά χωρίς γενικεύσεις και μεγαλοστομίες. Όχι, δεν αναφέρεται μόνο στα σεισμικά και περιφλεγή γεγονότα του αιώνα που σημάδεψαν ακόμα και το μικρότερο χωριό. Μιλάει και για τα καθημερινά απλά και ελλειπτικά από όπου ξεκινούν και εικάζονται τα πανανθρώπινα.

Ο Χαρίδημος είχε υγεία σιδερένια και κράση θαυμαστή. Εκτός από τους διωγμούς τις στερήσεις και τους πολέμους, νίκησε και τις ασθένειες. Το έλκος του στομάχου και τον καρκίνο, άντεξε σε εγχειρήσεις και ακτινοθεραπείες. Με υπομονή και πίστη αποπεράτωνε τις θεραπείες και κατακτούσε τη ζωή χρόνο με τον χρόνο. Δεν υπήρξε ποτέ γέρος αν και έφτασε ως τα μέσα της ένατης δεκαετίας της ζωής του. Ήταν ισχυρογνώμων, ειν’ αλήθεια και πίστευε πως κόσμος βαδίζει προς τον πρόοδο, ικανοποιημένος από τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας (πάρα της αντιρρήσεις και τους φόβους μου). Δάκρυζε, όταν έβλεπε κάποιες μηχανές να λειτουργούν,  ενθουσιαζόταν με τα πλοία, τα αεροσκάφη, τις γέφυρες και τα τρένα, εκστασιαζόταν, σαν να άκουε ουράνια μουσική. Θαύμαζε τους ισχυρούς ηγέτες και τους μεγάλους λαούς. Μεθοδικός, ακάματος ταξιθέτης, συλλέκτης για το καθετί -πάντα ευχόμουν να φύγω πρώτη- για να βάλει τάξη στα χαρτιά μου, στην ακαταστασία των συρταριών και των φακέλων να ξεκαθαρίσει και να καθαρογράψει και να ξεχωρίσει αναρίθμητες σελίδες γραμμένες επίμονα με μολύβι. Όμως έφυγε εκείνος πρώτος, δίκαιος και σ’ αυτό. Η στεφανιαία νόσος τον κατέβαλε, την αυγή της 30ης Οκτωβρίου 2001. Είχε γεννηθεί στις 17 Οκτωβρίου, στον αστερισμό τους ζυγού. Ισορροπία-Δικαιοσύνη.

Βικτώρια Θεοδώρου Σπανουδάκη

*Αναδημοσίευση


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα