Εσένα που η μοίρα σού ‘ταξε τις γνώσεις να σκορπίσεις,
φέγγος να λάμψουν πλειότερο τα ωραία ιδανικά,
μην το ξεχνάς, εμπόδια μύρια θα συναντήσεις,
μα μη λυγίσεις και μπροστά προχώρα σταθερά.
Αθώα μάτια θα κοιτούν τα μάτια της ψυχής σου
και θέλουν να ‘ναι ξάστερη η ματιά τους, λαμπερή,
το φως τους θα ‘χουν οδηγό, μα κι η γλυκιά η φωνή σου
απαντοχή κι ελπίδα τους θα ‘ναι μες στη ζωή.
Εσύ είσαι ο πρωτομάστορας, κι έχεις μεγάλο χρέος
σωστά να χτίσεις της ζωής τα βάθρα, στερεά,
στην άμμο πύργος κι αν χτιστεί, όσο κι αν είναι ωραίος,
συντρίμμια γίνεται μεμιάς στο κύμα του βοριά…
Να τα μετράς τα λόγια σου και δίκαια να κρίνεις,
τη ζυγαριά στα χέρια σου να την κρατάς γερά
και να θυμάσαι όταν τροφή στις Ερινύες δίνεις,
όσο θα ζεις, θα σου τρυπούν το νου και την καρδιά.
Μα σαν θα φτάσεις στην κορφή, με σώμα αποσταμμένο,
σαν μια θεά πεντάμορφη η δικαίωση θα ‘ρθεί
κι όλος ο κόσμος θα σε δει δαφνοστεφανωμένο
και μιαν αγαλλίαση γλυκιά θα νιώσεις στην ψυχή.