Εσένα που η μοίρα σου ‘ταξε τις γνώσεις να σκορπίσεις,
φέγγος να λάμψουν πλιότερο τα ωραία ιδανικά
μην το ξεχνάς, εμπόδια μύρια θα συναντήσεις,
μα μη λυγίσεις και μπροστά προχώρα σταθερά.
Αθώα μάτια θα κοιτούν τα μάτια της ψυχής σου
και θέλουν να ναι ξάστερη η ματιά τους, λαμπερή,
το φως τους θα ‘χουν οδηγό μα και η γλυκιά η φωνή σου
απαντοχή κι ελπίδα τους θα ‘ναι μες στη ζωή.
Εσύ ‘σαι ο πρωτομάστορας, κι έχεις μεγάλο χρέος
σωστά να χτίσεις της ζωής τα βάθρα, στερεά,
στην άμμο πύργος κι αν χτιστεί, όσο κι αν είναι ωραίος
συντρίμμια γίνεται με μιας στο κύμα του βοριά.
Να τα μετράς τα λόγια σου και δίκαια να κρίνεις
τη ζυγαριά στα χέρια σου να την κρατάς γερά
και να θυμάσαι όταν τροφή στη ερινύες δίνεις
όσο θα ζεις, θα σου τρυπούν το νου και την καρδιά.
Μα σαν θα φτάσεις στην κορφή, με σώμα αποσταμένο
σαν μια θεά πεντάμορφη η δικαίωση θα ‘ρθει
κι όλος ο κόσμος θα σε δει δαφνοστεφανωμένο
και μιαν αγάλλιαση γλυκιά θα νιώσεις στην ψυχή.