Συνεχίζουμε και σήμερα με φωτογραφίες από τα χωριά του νότιου Αποκόρωνα τραβηγμένες την περίοδο 1900-1930. Το τμήμα αυτό του Αποκόρωνα, από τις Βρύσες μέχρι τα σύνορα του Ρεθύμνου, είχε πάντοτε τη φήμη της “δύσκολης” περιοχής, γιατί αποτελούσε την προέκταση των Σφακίων. Πολλοί κάτοικοι ήταν σφακιανής καταγωγής κι εγκαταστάθηκαν εδώ κυρίως στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Η πρόσφατη μεταφορά της πρωτεύουσας στις Βρύσες, ένα σχετικά νέο και αναπτυσσόμενο οικισμό, έχει το πλεονέκτημα ενός πιο ισορροπημένου κέντρου βάρους στη μέση της επαρχίας, υπολείπεται όμως σε ιστορικότητα και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον του Βάμου, της παλιάς αρχοντικής πρωτεύουσας του Αποκόρωνα. Eχουν βέβαια και οι Βρύσες την ιστορία τους, σημαντική στα πολεμικά γεγονότα της επανάστασης του 1866-69, έχουν και πλούσια φυσική ομορφιά με τα άφθονα νερά τους και γειτνιάζουν με σημαντικούς ιστορικούς τόπους, όντας κατοικημένη ζώνη από την αρχαιότητα. Μάρτυρας η “Ελληνικιά καμάρα” αλλά και πρόσφατα ευρήματα στην άκρη του χωριού (παλαιοχριστιανικής περιόδου). Στις σημερινές φωτογραφίες μας, η δεύτερη, η τρίτη και η τέταρτη είναι από κει, προηγείται όμως μια που κανονικά ανήκε στο προηγούμενο δημοσίευμα:
Η πρώτη λοιπόν δείχνει βρακαφόρους αγγειοπλάστες με την πραμάτεια τους φορτωμένη για πούλημα στα μουλάρια, στου Μπαμπαλή το Χάνι, τους σημερινούς Αγίους Πάντες. Το χωριό αυτό διέθετε κατάλληλο χώμα και στο 19ο αιώνα εγκαταστάθηκαν εκεί τεχνίτες κι εργαστήρια αγγειοπλαστικής. Αυτή η δραστηριότητα έχει πια σταματήσει σήμερα. Η φωτ. προέρχεται από το οδοιπορικό του φιλόλογου Μιχ. Δέφνερ, που ήρθε εδώ το καλοκαίρι του 1918. Οι περιηγητικές του εντυπώσεις, γραμμένες με χιούμορ και με πραγματικό ενδιαφέρον για τον τόπο μας και τους ανθρώπους του, συνοδεύονται με αρκετό φωτογραφικό υλικό.
Οι τρεις επόμενες είναι από την περιοχή των Βρυσών, οι πρώτες 2 είναι επιστολικά δελτάρια με άποψη της κοιλάδας και της γέφυρας του Μπούτακα. Η τρίτοξη αυτή γέφυρα, που δε σώζεται σήμερα, ήταν από τα σημαντικά έργα της Κρητικής Πολιτείας. Η ίδια εικονίζεται και στην τέταρτη φωτογραφία, μαζί με σπιτάκια του χωριού.
Οι επόμενες τρεις είναι καρτ ποστάλ από τη Γεωργιούπολη. Νέος σχετικά κι αυτός ο οικισμός που πήρε το όνομά του προς τιμή του Πρίγκιπα Γεώργιου, άρχισε να δημιουργείται τα τέλη του 19ου αιώνα στη θέση του παλιού φρουρίου του Αλμυρού. Στην πέμπτη διακρίνεται ένα ερειπωμένο τμήμα του αριστερά, δίπλα στο μικρό πλήθος και τον πλωτό ως ένα σημείο ποταμό. Το κάστρο αυτό, τετράγωνο με πύργους στις γωνίες, ήταν κτίσμα της τουρκοκρατίας όπως φαίνεται. Το 1821 το κατέλαβαν οι επαναστάτες και το κατέστρεψαν.
Η έκτη και η έβδομη δείχνουν το νεοδημιούργητο οικισμό, που ήταν κτισμένος με σχέδιο και διέθετε μεγάλη κεντρική πλατεία. Στις αρχές του 20ου αιώνα, σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της περιοχής αυτής που μαστιζόταν από την ελονοσία έπαιξε ο προοδευτικός δήμαρχος Μιλτ. Παπαδογιαννάκης. Αυτός φύτεψε και τις εκατοντάδες ευκαλύπτους που υπάρχουν και σήμερα, προσπαθώντας να εξυγιάνει την περιοχή από τα στάσιμα νερά και τους βάλτους. Το οικοδομικό υλικό του φρουρίου χρησιμοποιήθηκε για το κτίσιμο των σπιτιών του χωριού.
Η όγδοη και η ένατη έχουν τραβηχτεί τα τέλη της δεκαετίας του 20 και δείχνουν τις εκβολές του ποταμού (είναι ο Βρυσιανός, στον οποίο συμβάλλει και το ρέμα από τις πηγές του Αλμυρού) και τη μισοκατεστραμμένη γέφυρα που υπήρχε τότε, καθώς και το λιμανάκι που υπάρχει ακόμα εκεί. Διακρίνεται λίγο στην ένατη και το γραφικό νησάκι του Αγ. Νικολάου.
Η δέκατη τέλος είναι του Gerola και δείχνει ένα βενετσιάνικο μέγαρο στον Κουρνά. Η πόρτα του σώζεται και σήμερα κι έχει ενσωματωθεί σε νεότερο σπίτι, δε γνωρίζω όμως τι έχει σωθεί από την παλιά του πρόσοψη που βρισκόταν στην εσωτερική αυλή, όπως δείχνει και η φωτογραφία. Μέσα στο χωριό, που είναι από τα παλιότερα στο νομό Χανίων, σώζονται τα υπολείμματα κι άλλης βενετσιάνικης κατοικίας, καθώς και ο σημαντικότατος για τον τοιχογραφικό του διάκοσμο βυζαντινός ναός του Αγ. Γεωργίου.