Να αναζητηθούν οι ευθύνες τόσο στη διοίκηση του Πανεπιστημίου Κρήτης, όσο και στις αρχές σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο, που κατ’ επανάληψη υποτιμούν τις πραγματικές ανάγκες των φοιτητών και των εργαζομένων, ζητούν τα μέλη του Συλλόγου Ερευνητών, Ερευνητριών και εργαζομένων στην έρευνα, στο Ηράκλειο, σχετικά με την πυρκαγιά στην παλιά πανεπιστημιούπολη, στην Κνωσσό, την Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου. Εν τω μεταξύ, δημοσιεύματα επισημαίνουν ότι δεν υπάρχει πυρασφάλεια στο κτίριο των εστιών που καταστράφηκε.
Σύμφωνα με δηλώσεις του διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Κρήτης, αρχιπύραρχο Ιωάννη Μαραγκάκη, που αναδημοσιεύει το in.gr, «το κατεστραμμένο κτίριο ήταν ένα παλιό κτίριο της περιόδου του 1980 με κάποιες μετασκευές που έγιναν το 1990. Εκείνη την εποχή δεν δινόταν και μεγάλη προσοχή στην πυρασφάλεια των κτιρίων, με αποτέλεσμα έγινε αυτό που έγινε. Από τότε που κτίστηκε το κτίριο η πραγματικότητα είναι πως άλλαξαν πολλές πρυτανικές αρχές και δεν είχε δοθεί η σημασία ώστε να χορηγηθεί πιστοποιητικό πυροπροστασίας ή κάποια μελέτη πυρασφάλειας να έχει υποβληθεί στην υπηρεσία. Η πραγματικότητα, επίσης, είναι πως εκείνα τα χρόνια ήταν διαφορετικές οι σχετικές διατάξεις».
Ο κ. Μαραγκάκης υπογράμμισε ότι η συγκεκριμένη φωτιά ήταν μία πάρα πολύ δύσκολη περίπτωση, «οι πυροσβέστες υπερέβαλαν εαυτούς και δη σε μία μάχη που δόθηκε εντός οικιστικού περιβάλλοντος για εννέα ώρες. Τελικά, καταφέραμε και θέσαμε την πυρκαγιά σε έλεγχο με τη βοήθεια και του αρχηγείου που απέστειλε το ελικόπτερο. Σχετικά με το ζήτημα στάθμευσης πυροσβεστικού ελικοπτέρου ΕΡΙΚΣΟΝ καναδικής κατασκευής, που έχει τεθεί από την αντιπεριφέρεια, πρόκειται για ένα θέμα, για το οποίο θα αποφασίσει το αρχηγείο μας. Όμως, σε ό,τι αφορά τη χρησιμότητά του θα έλεγα πως ειδικά την αντιπυρική περίοδο είναι ό,τι καλύτερο για το νησί».
Αντιδράσεις από τον Σύλλογο Ερευνητών Κρήτης
«Ευτυχώς θύματα δεν υπήρχαν, αλλά οι περίπου 70 φοιτητές που διέμεναν στις εστίες έχουν χάσει ό,τι δεν πρόλαβαν να πάρουν κατά την εκκένωση του κτιρίου, ενώ σοβαρές ζημιές υπέστησαν εργαστήρια του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας» αναφέρει ο Σύλλογος Ερευνητών, Ερευνητριών Κρήτης.
«Ανεξάρτητα από την πηγή της πυρκαγιάς, η οποία παραμένει άγνωστη, ο συνδυασμός της έλλειψης κρατικής χρηματοδότησης και της διαρκούς αμέλειας του Πανεπιστημίου για συντήρηση των κτιρίων και αναβάθμιση του συστήματος πυρασφάλειας και για ανέγερση νέων, κατάλληλων εστιών, ήταν αναμενόμενο να οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση, ειδικά όταν μιλάμε για κτίρια από αμίαντο (απαγορευμένο καρκινογόνο υλικό) και εργαστήρια με εύφλεκτα υλικά», προσθέτει.
Μάλιστα, σημειώνει πως σε όλες τις κινητοποιήσεις για τις εστίες και την ποιότητα στέγασης των φοιτητών, οι απαντήσεις από τη διοίκηση του Πανεπιστημίου ήταν πάντα καθησυχαστικές, πράγμα το οποίο αποδείχτηκε -με τον χειρότερο δυνατό τρόπο- πολύ μακριά από την πραγματικότητα.
«Όλα αυτά σε ένα Πανεπιστήμιο, στο οποίο σπουδάζουν και εργάζονται περισσότεροι από 10.000 φοιτητές και μερικές χιλιάδες ακόμα μεταπτυχιακών, διδακτόρων, post – doc κ.λπ. και το οποίο έχει εστίες, στις οποίες φιλοξενούνται λιγότερα από 130 άτομα συνολικά… αλλά και τα εργαστήρια του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, όπου περίπου 45 ερευνητές και εργαζόμενοι στην έρευνα που εκπονούσαν τις εργασίες τους στο χώρο έχουν μείνει χωρίς εργασιακή στέγη, ενώ θα μπορούσαν να κινδυνεύσουν και οι ίδιοι», τονίζουν τα μέλη του Συλλόγου.
Επίσης, καταδικάζουν τη στάση τόσο του υπουργείου, όσο και της πρυτανείας για τον τρόπο που χειρίστηκαν την υπόθεση μετά τη φωτιά, ζητώντας εκτός από την έμπρακτη βοήθεια μέσω συλλογής ειδών που χρειάζονται οι φοιτητές που επλήγησαν, «να δοθεί άμεσα χρηματοδότηση για αξιοπρεπείς εστίες για όλους τους φοιτητές, καθώς και για την κάλυψη των αναγκών σίτισης και μεταφοράς, καθώς επίσης να αναλάβει το Πανεπιστήμιο Κρήτης, η Περιφέρεια Κρήτης και το υπουργείο Παιδείας τις ευθύνες που τους αναλογούν, αλλά και οι πρυτανικές αρχές να σταματήσουν τα μικροπολιτικά παιχνίδια σε βάρος των φοιτητών και των εργαζόμενων στο ΠΚ, ειδάλλως να παραιτηθούν».