Συγκοινωνούντα Στην Τέχνη δοχεία
Η θεωρία συναντά τη δημιουργική πράξη για ενσυναίσθηση
1. Εχέγγυα
Σκοτεινό τελείωμα φωτεινό γίνωμα
Της νύχτας διαδοχή της ημέρας αποκάλυψη
Που την εικόνα καθαρή πραγματεύεται
Ως είναι, ως έχει ανεπιτήδευτα.
Η υψηλή διαύγεια δείχνει τη λεπτομέρεια
Και τια αποχρώσεις
Μιας κατάστασης που μεταβάλλεται
Αφού κίνηση έχει και ο φωτισμός αλλάζει
Και άλλα είναι κι ίδια δείχνουν
Σαν άλλοτε όπως και στο μέλλον
Γιάννης Σκουλάς «Ημέρα» (1)
ΑΠΟΚΛΙΝΟΝΤΑ: ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
Η διάρθρωση των κειμένων μου «συγκοινωνούντα στην τέχνη δοχεία» όπως δείχνει ο τίτλος είναι προ-θέση ενοποιητική και κατά προέκταση εποικοδομητική αφού έχει σκοπό να συνδέσει θεωρητικά «θραύσματα» αισθητικής και ιστορίας της Τέχνης, μ’ αφορμή -πάντα- έργα Τέχνης κάθε είδους ντόπιων ή ξένων, άσημων ή σημαντικών καλλιτεχνών. Το εγχείρημα αυτό που δεν είναι ρεπορτάζ, δοκίμιο, κριτική ή παρουσίαση, επιφυλλίδα ή ιστορική καταγραφή αλλά ένα μεικτό κείμενο (τηρουμένων των αναλογιών σαν τις προσωπικές εικαστικές μου συναρμογές) είναι προσαρμοσμένο στο ανοιχτό ελεύθερο πνεύμα της εφημερίδας που σέβεται τις εκφραστικές ιδιαιτερότητες των συνεργατών της, αρκεί αυτοί να σέβονται τους αποδέκτες αναγνώστες της και να προάγουν ένα δημιουργικό εν δυνάμει-υποθετικό διάλογο με αυτούς.
Απορίες που διατυπώθηκαν από φιλότεχνους αναγνώστες, μου κέντρισαν το ενδιαφέρον να μη θεωρήσω αυτονόητη την ταυτότητα της σελίδας αλλά να προσπαθήσω στο πλαίσιο της γραφής μου να επαναδιατυπώσω στοιχεία από το στίγμα της.
Φυσικά, τη μερίδα του λέοντος έχει η λογοτεχνία, κυρίως η ποίηση και το δοκίμιο και αυτό ίσως εγείρει ερωτηματικά σε αυτούς που ταυτίζουν τα ενδιαφέροντα μου με την αποκλειστικότητα της εργασίας μου: Εικαστικές Τέχνες.
Η δεδομένη επίγνωση της λειτουργίας των Χανιώτικων Νέων ως μια σημαντική για την περιφέρεια «πολυσυλλεκτική, ποικίλης ύλης» εφημερίδα που χρησιμοποιεί έμμισθους ρεπόρτερ πολιτιστικών γεγονότων αλλά όχι εξειδικευμένους επαγγελματίες τεχνοκριτικούς (αυτό άλλωστε έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν μονάχα 3-4 κεντρικές ημερήσιες εφημερίδες), έχει ως συνέπεια και στίγμα τις όποιες κριτικές θέσεις στην τρέχουσα ντόπια παραγωγή τέχνης να την κάνουν στο ανωτέρω πλαίσιο οι πλέον έμπειροι -και ενδεχομένως καταρτισμένοι- συνεργάτες της εφημερίδας. Γι’ αυτό επιχειρώ ενίοτε -ως πρόθεση- μακριά από ανταγωνιστικές (συνειδητές) ερμηνείες των έργων, μια κριτική, φυσικά με υποκειμενικό-άρα προσωπικό τρόπο-που στηρίζεται όμως στα αντικειμενικά στοιχεία παρουσίασης του έργου(2) που τις περισσότερες φορές έρχονται σε μένα μέσα από τα ρεπορτάζ των δημοσιογράφων των Χ.Ν. Έχω δηλώσει ένα πρόσωπο γραφής-μετά ενσωματωμένα -όποια σουρεαλιστικά στοιχεία είναι η περίφημη γραφή του κολάζ αλλά Μπένγιαμιν ανασύρω από το κείμενο του κορυφαίου εν ζωή στοχαστή φιλοσόφου Jurgen Habermas, «Βάλτερ Μπένγιαμιν στόχος της κριτικής (3)
«η διανοητική ύπαρξη του Μπένγιαμιν είχε τόσα σουρεαλιστικά στοιχεία που δε θα έπρεπε να εγείρουμε απέναντι της άστοχες αξιώσεις συνεκτικότητας. Ο Μπένγιαμιν συνέδεσε μεταξύ τους αποκλίνοντα μοτίβα, αλλά δεν τα ενοποίησε. Αν πάλι τα είχε ενοποιήσει, αυτό θα είχε συμβεί σε τόσες πολλές θεματικές ενότητες, όσες και οι στιγμές κατά τις οποίες μεταγενέστεροι ερμηνευτές θεωρήσουν ότι διαπεράσουν με το βλέμμα τους το περίβλημα για να φτάσουν εκεί όπου ζει ακόμα ο σκληρός πυρήνας της σκέψης του. Ο Μπ., ανήκει σε εκείνους τους συγγραφείς, για τους οποίους είναι αδύνατον να έχει κανείς συνολική εποπτεία, και το έργο των οποίων βασίζεται σε μια ιστορία αταίριαστων μεταξύ τους επιρροών…» Η τελευταία διαπίστωση με κάνει να σκεφθώ την αντίστοιχη στάση που έχει ο σημαντικός πνευματικός άνθρωπος και στοχαστής Δημήτρης Κακαβελάκης στη βιβλιοπαρουσίασή του, κυρίως στην ευθύνη του πνεύματος» στα Χ.Ν., βιβλία δηλαδή τόσο διαφορετικά «αταίριαστα μεταξύ τους με ένα τόσο προσωπικό στοχαστικό και ταυτόχρονα εκλαϊκευμένο προοδευτικό τρόπο -στίγμα του ήθους- ως σταθερά – δεκάδες χρόνια πρότυπο για τα Ελληνικά δεδομένα.
ΜΙΑ ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΓΙΑ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ
Μ αφορμή την έκθεση του Δ. Ανδρεαδάκη και τα αντανακλαστικά στη θέαση και την ερμηνεία μιας ενότητας των του, συνεχίζω σήμερα. Τα γυμνά του είναι φορτισμένα για μέσα σε ερμηνείες όπου ο καθένας ανακαλεί σε θεματολογικούς υποκειμενικούς ατραπούς με βάση πάντα την a priori εικαστική σύνθεση που όπως λέει και ο Σκουλάς (4), ο νέος ποιητής με τα ευαίσθητα αντανακλαστικά «που την εικόνα καθαρή πραγματεύεται ως είναι, ως έχει ανεπιτήδευτα» αυτό είναι το αναμφισβήτητο ζητούμενο για οποιοδήποτε καλλιτέχνη δηλαδή. Να έχει ενισχυμένη ενσυναίσθηση πως ενώ του πόζαρε ένα μοντέλο -γυμνή γυναίκα εν προκειμένω- η πόζα δεν είναι σπουδαστική (συνήθως όρθιες, στητές, αφημένες χωρίς κίνηση) πραγματεύεται δηλαδή συνδιαλέγεται με το θεατή την υποκειμενική θεώρηση ερμηνείας. Ο μεγάλος Wassily Kandinsky (5) έλεγε πριν 100 χρόνια «το έργο τέχνης το φτιάχνουν δύο, ο δημιουργός και αυτός που το βλέπει» θέλοντας να αποδώσει απαντήσεις εξωτερικής ζωής και παιδείας με την εσωτερική ζωή, δηλαδή δεκτική ευαισθησία, συνδυαστική ικανότητα, φαντασία και ενσυναίσθηση (ο όρος είναι καινούριος δεν χρησιμοποιείται σε παλιά λεξικά αλλά μόνο σε σύγχρονα ψυχολογικά και παιδαγωγικά προγράμματα). Στον Β. Καντίνσκυ θα επανέλθουμε με αφορμή τις σημειώσεις από το Μπαουχαους και το βιβλίο του «Πνευματικό στην Τέχνη» και «Τέχνη και Καλλιτέχνες» όπου προτάσσει μοντέλα-διαχρονικά για την παιδαγωγική της τέχνης. Ενδεικτικά πάντα μέσα στο θέμα παραθέτω από το «Τέχνη και καλλιτέχνες».
O καθένας κόβει τη ζωή στα μέτρα της δημιουργικής του δύναμης. Ο ζωγράφος, «τρέφεται» από εξωτερικές εντυπώσεις (εξωτερική ζωή). Τις μεταβάλλει μέσα στην ψυχή του (εσωτερική ζωή). Η πραγματικότητα και το όνειρο χωρίς να το ξέρει. Το αποτέλεσμα είναι το έργο. Αυτός είναι ο γενικός κανόνας της τέχνης. Οι διαφορές φαίνονται μόνο στα μέσα εκφράσεως της «διήγησης».
«η υψηλή διαύγεια δείχνει τη λεπτομέρεια και τις αποχρώσεις μιας κατάστασης που μεταβάλλεται αφού κίνηση έχει και ο φωτισμός αλλάζει…» όπως λέει κι ο Σκουλάς δημιουργεί τις αποχρώσεις ενδείξεις μεταξύ εξωτερικού και εσωτερικού κόσμου.
Χωρίς κίνηση και φωτισμό δεν γίνεται αναπαραστατική ζωγραφική, η «μίμηση» ανακλήθηκε ως πνευματική διαδικασία από τον Αριστοτέλη όμως η μορφή αναπαραστατικότητας όντας σχετικά υπόκειται στους… ισμούς, νατουραλισμό, ρεαλισμό (ποιητικό, λυρικό, κοινωνικό κ.λπ.) ή τον φιγουρατίφ εξπρεσιονισμό, τον παραστατικό σουρεαλισμό ενός Ντελβώ ή ακόμα ενός Νταλί, σε αρκετά έργα. Και φυσικά, «σαν άλλοτε όπως και στο μέλλον» η Τέχνη θα δείχνει τον δρόμο πάντα στο πλαίσιο των αναφορών που εμπεριέχει η ίδια η ιστορία της Τέχνης, γι αυτό και έκανα συνοπτικές διακριτικές συγκρίσεις ανάμεσα στον ρεαλισμό των Κουρμπέ, Φρόιντ, Κατζουράκη. Ανδρεαδάκη, όχι για να τακτοποιήσω τα «αποκλίνοντα μοτίβα». Αλλά για να δώσω εναυσματική προ-θεση στον αναγνώστη -τον καλοπροαίρετο κι όχι πουριτανό (αφού πρόκειται για γυμνό ποζάρισμα) να αναζητήσει μόνος του τις θεματολογικές προεκτάσεις. Προς τιμή λοιπόν του ζωγράφου -όπως ανέφερα- «το ρίσκο στη θέαση των έργων «ως ικεσία και απειλή» γράφει κάπου ο Λούντβιχ Βιττγκενστάιν (6)-πόσο δύσκολο μου φαίνεται να δω εκείνο που βρίσκεται μπρος στα μάτια μου! Σε αυτή την πρόταση αναγνωρίζω τον κρίκο που συνδέει το μυστήριο και την τέχνη της ηδονής και συμπληρώνει ο Νικόλας Σεβαστάκης (7) «ο καταναλωτικός ηδονισμός δεν αναγνωρίζει το βάθος της προφάνειας, το μυστήριο του Πλησίον ως μυστήριο. Συνιστά μια αποκαρδιωμένη οικείωση του κόσμου. Παράγει ένα βλέμμα που ταξινομεί τα πρόσωπα σαν γεγονότα και τα γεγονότα σαν αναλώσιμα σημεία του χώρου…» κι αλλού μεταξύ άλλων «η τέχνη της ηδονής έχει ωστόσο έναν πλούτο σημασιών που υπερβαίνει τον άσαρκο ιδεαλισμό και τον υλιστικό ηδονισμό. Ας θυμηθούμε εδώ τον Επίκουρο: δεν είναι δυνατόν να ζει κανείς ηδονικά, αν δε ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια…».
Στη συνέχεια ο Σεβαστάκης ανατρέχει στη διατυπωμένη σχέση διαφοροποίησης του Επίκουρου και του Πλάτωνα (Πολιτεία 584c) οι παραθέσεις του από τον Μ. Ντε Σαντ και τον Βιττγκενστάιν εσωτερικεύει και ενσυναίσθητες εστιάζουν στο σήμερα, ποιητικό, μουσικό, κοινωνιολογικό, ενδεικτικά: Δε χρειάζεται να πάμε μακριά για να αγγίξουμε τους καρπούς της ενσαρκωμένης ηδονής. Την ηδονής που απερίκλειστη στην «απουσία λύπης ή στη μηχανική χαρά ερμηνεύει τον κόσμο από τη σκοπιά του «ευ» (Ο. Ελύτης). Και τραγουδά
Την Αγάπης * με πορφύρωσαν
Και χαρές * με σκιάσανε
Οξειδώθηκα στη νοτιά * των ανθρώπων
Μακρινή Μητέρα * ρόδο μου Αμάραντο
Παραθέτω, μια ερμηνεία της ενσυναίσθησης με ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του ΙRVI από το κεφάλαιο «Κραυγές και ψίθυροι»: η δύναμη της ενσυναίσθησης.
Η ενσυναίσθηση είναι το πιο ισχυρό εργαλείο που διαθέτουμε, στις προσπάθειες μας να συνδεθούμε με τους άλλους ανθρώπους. Είναι αυτό που συγκολλά τον σύνδεσμο ανάμεσα στους ανθρώπους που μας επιτρέπει να αισθανθούμε, σ’ ένα βαθύτερο επίπεδο, αυτό που αισθάνεται κάποιος άλλος. Πουθενά δεν απεικονίζεται πιο χαρακτηριστικά και πιο συγκλονιστικά η μοναξιά του θανάτου και η ανάγκη για σύνδεσμο, όσο στο αριστούργημα του Ινγκμαρ Μπεργκμαν «Κραυγές και ψίθυροι».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Γιάννης Σκουλάς “άλλη όψη” Η πρώτη ποιητική συλλογή του εκ. 2012 από τις εκδόσεις Αω το εξώφυλλο καθώς και το πορτραίτο ποιητή σχεδίασε ο φίλος γλύπτης και ζωγράφος Αντώνης Νταγαδάκης.
(2) Τα αντικειμενικά δεδομένα παρουσίασης ουδέποτε επέτρεψα στον εαυτό μου να τα στρεβλώσει… και φυσικά αυτό αποδεικνύεται
(3) Αυτό το δοκίμιο συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο “Β. Μπένγιαμιν: για το έργο τέχνης” Πλέθρον 2013
(4) Ενα ποίημα του Γ. Σκουλά “Η διαδοχή της εικόνας του ονείρου που πραγματικό μοιάζει με την πραγματικότητα που φευγαλέα αποδείχθηκε όπως βιώθηκε τη στιγμή της αφύπνισης. Και άλλαξε μαζί με την ημέρα που τη διαδέχθηκε. Αφού ρουτίνα δεν υπέμεινε ρουφώντας απολύτως, όλες τις εκδοχές. Κινούμενη απ’ άκρο σε άκρο.
(5) Β. Καντίσκυ και το “πνευματικό στη τέχνη” Εκδ. Νεφέλη.
(6) Λούντβιχ Βιττγκενστάιν “Πολιτισμοί και αξίες” μεταφρ. Κωστής Κωβαίος εκδ. Καρδαμίτσα 1986
(7) Νικόλας Σεβαστάκης “Η αλχημεία της ευτυχίας: δοκίμιο για τη σοφία της εποχής. Εκδ. “Πόλις”.