Συγκοινωνούντα στην Τέχνη δοχεία
Από τη Λογοτεχνία στην εικαστική δράση
1. «πόσο» τραγικά ανάλαφρη οπλοκατοχή
Πλάνη; Μήπως για μένα η καλοσύνη ήταν
oμογάλακτη του θανάτου;
Στο τέλος, θα ζητήσω συγνώμη που έζησα
μέσα στο ψέμα. Και τέρμα-
Mα ούτε ένα χέρι φιλικό! Και που να βρω βοήθεια;
Ναι, η εποχή που ανατέλλει είναι τουλάχιστον αμείλικτη…
…Δύσκολη νύχτα! Στο πρόσωπο αχνίζει το ξεραμένο αίμα,
και πίσω μου τίποτα, μόνο αυτό το άθλιο δεντράκι!
Ο πνευματικός αγώνας είναι εξίσου στυγερός με την
Ανθρώπινη αμάχη. Αλλά το όραμα της δικαιοσύνης…
ARTHUR RIMBAUD
από τη συλλογή «Μια εποχή στην κόλαση» (1)
Η ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΜΑΦΙΑ ΚΑΙ Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Παρασκευή 17/10 λίγο μετά τα μεσάνυκτα γράφω ένα κείμενο μ΄αφορμή τη «σιγή των όπλων» την έκθεση στον Άγιο Ρόκκο, έχω μόλις ξαναδιαβάσει το εμπεριστατωμένο εισαγωγικό κείμενο του ενός εκ των δύο επιμελητών, Θανάση Μουτσόπουλου (2) που τελειώνει ως εξής : εικοσιπέντε Έλληνες και ξένοι καλλιτέχνες διερευνούν αυτές τις ποικιλόμορφες εκφράσεις των όπλων , άλλοτε ανάλαφρες, άλλοτε τραγικές…» να ο τίτλος του άρθρου μου μέσα από την παράφραση του, σκέφτομαι, και ικανοποιημένος, γυρνάω στο κανάλι της Βουλής. Ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ, που το έχω δει πριν από χρόνια «ένα έργο γεννιέται… Καραβάτζιο» είναι προγραμματισμένο και περιμένω ανυπόμονα την ώρα του, ενώ εντωμεταξύ, τα άλλα κανάλια στις ειδήσεις με έχουν βάλλει σε ένα κλίμα ιδιαίτερα αρνητικό από την έξαρση του εθνικισμού που η επικαιρότητα έφερε με τη διακοπή στο ματς Σερβίας-Αλβανίας. Η πρόκληση για τη μεγάλη Αλβανία έρχεται να σηματοδοτήσει ένα πλήρες ημικύκλιο αναταραχών Βόρειας Αφρικής, Γάζα, Συρία, Ουκρανία, Βαλκάνια. Κοιτάζω προς τη μεριά του οικονομικού πολέμου της δύσης.
Ιταλία, το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ με πηγαίνει στα 1606, όταν ο πολύ μεγάλος ζωγράφος Μικελάντζελο Μερίζι, επονομαζόμενος Καραβάτζιο (3), προκαλεί τον εριστικό Τομασίνι σε μονομαχία και τον σκοτώνει, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη Ρώμη, να καταφύγει στη Νάπολη και από εκεί στη Μάλτα όπου αφού πήρε το χρίσμα του Ιππότη του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη. Ο Καραβάτζιο, για να τους ευχαριστήσει, ζωγραφίζει το μεγαλύτερο έργο του «ο αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή» 3,16χ5,20 εκ. Ο αφηγητής, εμφατικά δηλώνει «τέχνη χωρίς κανένα ίχνος παρηγοριάς και εξιλέωσης είναι η αυτοβιογραφία του, ένα τέλος στη βία, με το ξέπλυμα του αίματος του Αϊ Γιάννη του Βαπτιστή»
Το ντοκιμαντέρ, τελειώνει με τον θαυμάσιο πίνακα «ο Δαβίδ με το κεφάλι του Γολιάθ» 1609-10. Σύμφωνα με μελετητές, ο Καλλιτέχνης στον πίνακα αυτόν, ίσως απέδωσε μακάβρια την αυτοπροσωπογραφία που-σφαγμένος από τον Δαβίδ- στην απεικόνιση του ηττημένου γίγαντα. «η ταπεινότητα κατακτά την υπερηφάνεια στο σπαθί του Δαβίδ, πλημμυρίζει τραγική αυτογνωσία…». Κλείνω την τηλεόραση, βάζω μια κασέτα (4) ως γνήσιο μελαγχολικό τέκνο του 20ου αιώνα, ρομαντικός παλιομοδίτης, φεύγω από την κεντρική Ιταλία του Καραβάτζιο και ταξιδεύω νότια, στην άλλη Ιταλία του 2000 μέσω του Αντρέα Καμιλλέρι «εκδρομή στο Τινταρι» γραμμένο το βιβλίο στο Παλέρμο από τον διάσημο συγγραφέα (5) του επιθεωρητή Μονταλμπάνο, για μια Σικελία που τη σιγοντάρει «η φωνή του βιολιού και το άρω-μα της νύχτας…» Ανακαλώ: ρέκβιεμ υποκρισίας «Η σιγή των όπλων», ε,Ιωάννη ;… Αντιγράφω ένα απόσπασμα… «όταν έφτασε ο αστυνόμος στην πόρτα γύρισε ¨θα ήθελα να σας ευχαριστήσω¨¨για ποιο πράγμα;” Είπε ανήσυχος ο παπάς ¨ανάμεσα σε όσους αναφέρατε σαν ύποπτους δολοφόνους του Γιαπικίνου, δεν είπατε το όνομα του σωματοφύλακα του. Θα μπορούσατε να μου πείτε ότι ήταν ο Λολλό Σπαντάρο, που είχε πουληθεί στην καινούρια Μαφία. Αλλά ξέρατε ότι ποτέ μα ποτέ ο Λολλό δε θα πρόδιδε τον Μπαλτούτσο Σνάγκρα. Η σιωπή σας επιβεβαίωσε απόλυτα την υπόθεση μου. Α, και κάτι ακόμη : όταν φύγετε, να θυμηθείτε να σβήσετε το φως και να κλείσετε καλά την πόρτα. Δε θα ήθελα να μπει στο σπίτι κανένα αδέσποτο σκυλί και…καταλαβαίνετε…
Ανασηκώθηκα, έκανα δυο βήματα και είδα την ασπροφαιά γατούλα μας τη «Φλούξους» να αναπαύεται πάνω σε ένα βιβλίο που είχε αφήσει η Ζωή στον καναπέ με το ειδικά για την περίπτωση μπεζ κάλυμμα. Οι τρίχες, είναι η εκδίκηση της για το ανατρεπτικό όνομα που της έχω δώσει (6)
Η καινούρια Μαφία, ψιθύρισα, καθώς αναζήτησα στη συμπληρωματική βιβλιοθήκη το «ο νονός» τόμος β΄του Μario Puzo.
«…τελικά ρώτησε, είσαι φίλος των φίλων; μιας και η λέξη Μαφία δεν μπορούσε ποτέ να αναφερθεί δημόσια απ οποιονδήποτε Σισιλιάνο, αυτή ήταν η πλησιέστερη ερώτηση που μπορούσε να κάνει ο ιδιοκτήτης του καφενείου στον Μαικλ για να μάθει αν ήταν μέλος της Μαφίας. Ήταν ο συνήθης τρόπος για να ρωτηθεί κάποιος, αλλά κανονικά η ερώτηση δεν απευθυνόταν στον άμεσα ενδιαφερόμενο «όχι» απάντησε ο Μαικλ (Κορλεόνε) είμαι ξένος σε αυτή τη χώρα…»
Έκλεισα το βιβλίο και ταξίδεψα με τις υπέροχες εικόνες του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Ο δικός του Νονός αγαπήθηκε από τον κόσμο , όσο για τον Μάριο Πούζο (7), μια επιτυχία δεν τον κάνει Αρθούρο Ρεμπώ, που κανείς μεν δε θυμάται ότι ήταν και έμπορος όπλων στην Αιθιοπία.. Από την εποχή στην κόλαση: ξεμπαρκάρουν οι λευκοί. Το κανόνι. Ανάγκη πάσα ν΄ανανήψουμε, να φορέσουμε ρούχα να πιάσουμε δουλειά.
H ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΗ ΒΕΝΤΕΤΑ ΚΑΙ Η ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ
Ξαναγυρνάω στην έκθεση που πραγματοποιείται στη Σπλάντζια «η σιγή των όπλων», στο εμπεριστατωμένο κείμενο του Θανάση Μουτσόπουλου εστιασμένο στη σχέση προβολής, στρέβλωσης της μαζικής κουλτούρας με τις «καθ΄εαυτό» υπαρκτές μορφές βίας ανά τον κόσμο και δει τις περιοχές Ανατ. Μεσογείου, Μέσης Ανατολής. Η μαζική κουλτούρα (κινηματογράφος, τηλεόραση, κόμικς, video games προβάλουν «εικόνες» που εξοικειώνουν τα ανθρώπινα χαρακτηρίστηκα μ΄εκείνα της εικονικής βίας και κατά συνέπεια ο άνθρωπος δεν αναγνωρίζει, ως ενσυναίσθητο ον, τα φρικτά όρια της ωμής, πραγματικής βίας. Η προσέγγιση του, θεωρητική, άπτεται παραδειγμάτων, συνδιαλέγεται με τα έργα των καλλιτεχνών και ολοκληρώνει «στα χωριά της Κρήτης, στους γάμους, το γλεντάνε πολύ. Εκτός από τα φημισμένα γαμοπίλαφα και τις τσικουδιές, πάνω στο τσακίρ κέφι, πέφτουν και οι γνωστές ,μπαλωθιές, οι πανηγυρικοί πυροβολισμοί στον αέρα. Η πολιτεία, φυσικά, προσπαθεί να περιορίσει το έθιμο, όμως σιωπηλά (που λέει ο λόγος) αυτό συνεχίζεται. Επιπλέον, λίγοι από τους ντόπιους ή τους επισκέπτες συνειδητοποιούν τη μοναδική γεωστρατηγική σημασία του νησιού, σε ίση απόσταση από Ευρώπη, Αφρική και Ασία όταν τα τελευταία χρόνια αυτό το τελευταίο κομμάτι, η Μέση Ανατολή φλέγεται από πολέμους, συγκρούσεις και επαναστάσεις.» Στη συζήτηση που είχαμε, του επεσήμανα πως λείπει η αναφορά στις φοβερές βεντέτες της Κρήτης που σημάδεψαν αρνητικά το νησί (μου είπε πως επιφυλάσσεται σε άλλη έκθεση), μάλιστα το έργο μου, μια συναρμογή ολόγλυφη (assemblages), έχει τίτλο «Σαράντα πτώματα-σαράντα μάταιες προσπάθειες για συνεννόηση»(ατάκα του μεγάλου θεατρικού συγγραφέα Ιονέσκο), αναφέρομαι στα επισήμως 48 πτώματα που άφησε επίσημα-ενδεχομένως είναι περισσότερα- η μεγάλη βεντέτα που έγινε στο χωριό του πατέρα μου, Επανοχώρι-Πρινέ Σελίνου, ανάμεσα σε δυο ιστορικές οικογένειες, τους Πεντάρηδες και τους Σαρτζέτηδες. Η προβολή του καμένου παιδικού κόσμου στο έργο μου, το απομεινάρι του «απολιθωμένου όπλου της κατοχής» και τα εμφιαλωμένα οστά, παραπέμπουν στη μνήμη- δράμα και επειδή ένα έργο μεικτής τεχνικής είναι 1000 λέξεις χ… , ανασύρω δυο μικρά λιγόλεξα αρχαία Ελληνικά επιτύμβια επιγράμματα που μιλούν για ανθρώπινα οστά και βία.
α) Τη σάρκα έλαψε η φωτιά. Ενθάδε κείται τα οστά του Ηδύος… και β) Τα οστά μου και η σάρκα μου βράχια αιχμηρά τα σκόρπισαν… (8) Βεντέτα λοιπόν στην Κρήτη αναζητούμε τη σιγή των όπλων και τι καλύτερο από ένα τραγικά ιστορικό μυθιστόρημα, γραμμένο με αλήθεια και ποιητική αγωνιστική διάθεση-τόσο διαφορετική- ουσιαστικά ,η καλή πτυχή της γενιάς μας, του Πολυτεχνείου. Αναφέρομαι, στην Ιωάννα Καρυστιάνη και το σπουδαίο βιβλίο της, «Κουστούμι στο χώμα» (9). Τελειώνω μ΄ένα μικρό απόσπασμα.
…τη ζαφειρομάτα Ρούλα που πρωί – πρωί ήταν όλη ζαφειρένια και βράδυ – βράδυ όλη ένα σκουρομπλέ, πως μετά το χαμό του Σήφη άντεξε ένα χειμώνα, έχωνε στην τσέπη ένα κουτάλι της σούπας, έπαιρνε τα βουνά κι έτρωγε χιόνι. Έλεγε πως ο άλλος κόσμος είναι μια μαύρη οροσειρά δίχως τέλος. Ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, άρθρο 299, παράγραφος ένα του Ποινικού Κώδικα, ολόκληρο το δικαστήριο…
…Το καλοκαίρι του 1971, στα δεκαοχτώ της, ήταν άσπρη αν αλεύρι πολυτελείας. Μια μέρα που φορούσε κίτρινα, πήγε να κόψει μούρνα από την όξινη μουρνιά δίπλα στο αλωνάκι της κουλής, καταλερώθηκε στα κόκκινα, σα μαχαιρωμένη…