Σε 2,5 δισ. ευρώ ανέρχεται το κόστος του πακέτου των μέτρων που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός και εξειδίκευσε η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών.
Ειδικότερα:
1. Βελτίωση των όρων στην «Επιστρεπτέα Προκαταβολή 1, 2 και 3: Καθίσταται μη επιστρεπτέο μέρος της ενίσχυσης που δόθηκε κατά τους 3 πρώτους κύκλους της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, βάσει κριτηρίων για τις απώλειες τζίρου που υπέστησαν οι επιχειρήσεις εντός του 2020. Η απαλλαγή φτάνει έως και 50%, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διατήρηση των θέσεων εργασίας που προβλεπόταν στον κάθε κύκλο.
Το κόστος του μέτρου εκτιμάται σε περίπου 570 εκατ. ευρώ.
2. Έναρξη νέου κύκλου «Επιστρεπτέας Προκαταβολής 7: Ξεκινά, τον Απρίλιο και θα δοθεί με βάση την πτώση τζίρου των επιχειρήσεων κατά το α’ τρίμηνο του έτους. Το ποσοστό της απαλλαγής διαμορφώνεται στο 50%, υπό τον όρο διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων έως τέλος Αυγούστου.
Προβλέπεται αυξημένη ενίσχυση στο λιανεμπόριο, την εστίαση, τον τουρισμό, και γενικότερα στις επιχειρήσεις στις οποίες έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα, με αυξημένα κατώτατα όρια. Οι νέες επιχειρήσεις στους άμεσα πληττόμενους κλάδους, που έκαναν έναρξη εργασιών μετά τον Δεκέμβριο 2019, θα είναι επιλέξιμες ανεξαρτήτως τζίρου, εάν δεν έλαβαν ενίσχυση από τις δύο τελευταίες επιστρεπτέες προκαταβολές.
Το κόστος του μέτρου εκτιμάται σε περίπου 1 δισ. ευρώ.
3. Διεύρυνση των περιόδων αποπληρωμής των Επιστρεπτέων Προκαταβολών: Παρατείνεται, για όλους τους κύκλους, η περίοδος αποπληρωμής από 40 σε 60 δόσεις, ενώ δίνεται η δυνατότητα εφάπαξ επιστροφής του ποσού, με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού.
4. Θέσπιση νέου καθεστώτος στήριξης των επιχειρήσεων υπό τη μορφή επιδότησης επί των παγίων δαπανών: Δρομολογείται ένα νέο εργαλείο στήριξης των επιχειρήσεων και προστασίας των θέσεων εργασίας. Πρόκειται για την επιδότηση ποσοστού των παγίων δαπανών επιχειρήσεων, που πραγματοποιήθηκαν εντός του 2020, και δεν έχουν καλυφθεί από τις ενισχύσεις που έχουν δοθεί έως σήμερα.
Στις πάγιες δαπάνες συμπεριλαμβάνονται οι παροχές σε εργαζόμενους, οι ασφαλιστικές εισφορές, η ενέργεια, η ύδρευση, οι τηλεπικοινωνίες, τα ενοίκια, τα λοιπά λειτουργικά έξοδα, οι χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα. Το ποσό της ενίσχυσης προσδιορίζεται ως ποσοστό επί της διαφοράς των παγίων δαπανών που κατέβαλε η επιχείρηση, και των ενισχύσεων που έχει λάβει.
Σκοπός του προγράμματος είναι η επιδότηση επιχειρήσεων που απασχολούν τουλάχιστον έναν εργαζόμενο, μέσω πιστωτικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποπληρωμή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων.
Το κόστος του μέτρου εκτιμάται, αρχικά, στα 500 εκατ. ευρώ.
5. Θέσπιση νέου προγράμματος επιδότησης επιχειρηματικών δανείων «ΓΕΦΥΡΑ»: Δρομολογείται νέο πρόγραμμα επιδότησης δανείων για τις επιχειρήσεις.
Το νέο πρόγραμμα «ΓΕΦΥΡΑ» αφορά μεσαίες, μικρές, πολύ μικρές και ατομικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων επιχειρηματιών- επιτηδευματιών, που έχουν αποδεδειγμένα πληγεί από την πανδημία, και πληρούν συγκεκριμένα οικονομικά και περιουσιακά κριτήρια. Απευθύνεται τόσο σε επιχειρήσεις που έχουν εξυπηρετούμενες οφειλές, όσο και σε επιχειρήσεις που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματος είναι:
*Επιδότηση μηνιαίας δόσης επιχειρηματικών δανείων για 8 μήνες.
*Επιδότηση τόσο του κεφαλαίου όσο και των τόκων του δανείου.
*Επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών, με υψηλά ποσοστά επιδότησης.
*Δεν υπάρχει περιορισμός ως προς το ανώτατο όριο οφειλής.
Συγκεκριμένα, για τους δικαιούχους, η συνεισφορά του Δημοσίου ανέρχεται στα εξής ποσοστά:
*Για τα εξυπηρετούμενα δάνεια: Στο 90% της μηνιαίας δόσης για το α’ τρίμηνο, στο 80% για το β’ τρίμηνο και στο 70% για τους υπόλοιπους 2 μήνες.
*Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια: Στο 80% της μηνιαίας δόσης για το α’ τρίμηνο, στο 70% για το β’ τρίμηνο και στο 60% για τους υπόλοιπους 2 μήνες.
Το κόστος του μέτρου εκτιμάται στα 300 εκατ. ευρώ.
6. Επέκταση αναστολών ρυθμισμένων φορολογικών υποχρεώσεων: Κατ’ αναλογία με όσα ίσχυσαν τους προηγούμενους δύο μήνες, η δόση Μαρτίου των ρυθμισμένων φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα και πλήττονται άμεσα, μεταφέρεται στο τέλος της περιόδου ρύθμισης.
Το κόστος του μέτρου εκτιμάται στα 60 εκατ. ευρώ.
Ενώ ισχύει και το μέτρο κάλυψης όλου του ενοικίου σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας για τον Μάρτιο, εκτιμώμενου κόστους 70 εκατ. ευρώ.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ανέφερε παράλληλα ότι αθροιστικά, η κυβέρνηση στήριξε και συνεχίζει να στηρίζει νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με μέτρα συνολικού ύψους 35,6 δισ. ευρώ τη διετία 2020- 2021.
Πρόσθεσε ότι «είναι σαφές ότι για την επιστροφή στην κανονικότητα θα απαιτηθεί χρόνος. Ωστόσο, βρισκόμαστε στο πλευρό της κοινωνίας, και θα συνεχίσουμε να το πράττουμε για όσο απαιτηθεί, εντός, πάντα, των δημοσιονομικών και ταμειακών δυνατοτήτων της χώρας. Και αυτό, χάρη στην ορθολογική, προνοητική και με απόλυτο σεβασμό στις πολυετείς θυσίες του λαού μας, ταμειακή διαχείριση, αλλά και λόγω της ενισχυμένης εμπιστοσύνης που απολαμβάνει η χώρα μας από διεθνείς εταίρους και αγορές, η οποία της επιτρέπει να δανείζεται με εξαιρετικά ευνοϊκά επιτόκια».
Μιλώντας δε, για τα αποτελέσματα των έως σήμερα παρεμβάσεων, είπε ότι αυτές έχουν αποδεδειγμένα επιτύχει τον στόχο τους.
1. Πέτυχαν, διότι περιόρισαν σημαντικά το βάθος της ύφεσης. Ύφεση που είναι μεν βαθιά, αλλά πολύ χαμηλότερη από τις εκτιμήσεις, πιστοποιώντας την ορθότητα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Η ελληνική οικονομία, αν και κλυδωνίστηκε ισχυρά, άντεξε.
2. Πέτυχαν, διότι περιόρισαν τη διόγκωση της ανεργίας. Η Ελλάδα, μαζί με την Ιταλία, είναι οι μοναδικές χώρες που κατάφεραν, χάρη στις πολιτικές στήριξης της απασχόλησης από τα συναρμόδια υπουργεία, να περιορίσουν τη διόγκωση της ανεργίας.
3. Πέτυχαν, διότι περιόρισαν τα «λουκέτα». Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες της ΕΣΕΕ και της ΓΣΕΒΕΕ, «τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση έχουν ανακόψει, προς το παρόν, τα μαζικά λουκέτα που προκαλούνται κατά τη διάρκεια έντονων οικονομικών κρίσεων».
4. Πέτυχαν, διότι με δεδομένη τη σημερινή αδυναμία κατανάλωσης, αυξάνουν την αποταμίευση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη μελλοντική κατανάλωση. Συγκεκριμένα, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν κατά περίπου 20 δισ. ευρώ το 2020, με την εν λόγω αύξηση να μοιράζεται ισόποσα μεταξύ επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Θ. Σκυλακάκης: Περίπου 100.000 επιχειρήσεις με 230.000 εργαζόμενους ωφελούνται από τα νέα κριτήρια για τις επιστρεπτέες προκαταβολές 1, 2 και 3
Περίπου 100.000 επιχειρήσεις με 230.000 εργαζόμενους ωφελούνται από τα νέα κριτήρια για τις επιστρεπτέες προκαταβολές 1, 2 και 3, για τις οποίες δεν θα επιστραφεί το 30%- 50% της ενίσχυσης, βάσει κριτηρίων για τις απώλειες που υπέστησαν οι επιχειρήσεις εντός του 2020, όπως ανακοίνωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης.
Ειδικότερα:
-Για όσες επιχειρήσεις είχαν το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 15% σε σχέση με το 2019, δεν επιστρέφεται το 30%. Για όσες επιχειρήσεις είχαν το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 30% σε σχέση με το 2019, δεν επιστρέφεται το 50%. Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη μετά την 1η Ιανουαρίου 2018 ή άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Οκτωβρίου 2019 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 δεν επιστρέφεται το 50%, ανεξαρτήτως του τζίρου το 2020.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διατήρηση θέσεων εργασίας όπως προβλεπόταν σε κάθε κύκλο της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Επιπλέον, ισχύει ο όρος ότι οι επιχειρήσεις που είχαν πάνω από 20 εργαζομένους και τους διατηρούν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε κάθε ΚΥΑ, δεν επιστρέφουν το 40% ανεξαρτήτως τζίρου, εκτός εάν με βάση τα παραπάνω εντάσσονται στο πιο ευνοϊκό καθεστώς του 50%. Το δημοσιονομικό κόστος που θα επηρεάσει τον προϋπολογισμό του 2021 εκτιμάται σε 570 εκατ. ευρώ, χωρίς ταμειακή εκταμίευση. Οι ωφελούμενοι από τα παραπάνω είναι περίπου 100.000 επιχειρήσεις, με 230.000 εργαζόμενους.
-Διεύρυνση περιόδου αποπληρωμής όλων των επιστρεπτέων προκαταβολών: Η περίοδος αποπληρωμής για όλες τις Επιστρεπτέες (1 έως 7) επεκτείνεται από 40 σε 60 δόσεις, με πενταετή περίοδο αποπληρωμής από 31/1/2022 έως 31/1/2027. Δίνεται η δυνατότητα επιστροφής εφάπαξ του ποσού προς επιστροφή σε μία δόση έως το τέλος του 2021, με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού. Ωφελούμενοι είναι περίπου 550.000 επιχειρήσεις με 800.000 εργαζόμενους.
Επίσης θεσπίζεται η δυνατότητα για επιχειρήσεις με εργαζομένους που είχαν όλο το 2020 μείωση τζίρου τουλάχιστον 30% και δικαιούνται έκπτωση 50% στις Επιστρεπτέες 1 έως 3, να λάβουν το 35% του συνολικού ποσού των Επιστρεπτέων 1 έως 3 ως ένα πιστωτικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πληρωμή μελλοντικών φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών έως τα τέλη του 2021. Στη συνέχεια θα πρέπει να αποπληρωθεί το 100% της Επιστρεπτέας σε 60 δόσεις από 31/1/2022.
Δυνητικοί ωφελούμενοι: Τουλάχιστον 25.000 επιχειρήσεις που συμμετείχαν στις επιστρεπτέες 1 έως 3, έχουν εργαζόμενους και έχουν πτώση τζίρου μεγαλύτερη του 30%
Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, το μέτρο αυτό αφορά σε οριακές θέσεις εργασίας που κινδυνεύουν να χαθούν, καθώς δίνει στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με εργαζομένους, που είναι σε δυσκολία και δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό, πρόσθετη ρευστότητα άμεσα, με τη μορφή του πιστωτικού που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για τις άμεσες φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις. Έχει μεγάλη σημασία για επιχειρήσεις που έχουν μείνει χωρίς ρευστό μετά τη μακρά κρίση και ενώ είναι βιώσιμες έχουν δυσκολία στη φάση της επανεκκίνησης.
Ο αναπληρωτής υπουργός επεσήμανε, παράλληλα, ότι στόχος είναι η μεγαλύτερη δυνατή εξατομίκευση και στόχευση των μέτρων, έτσι ώστε να είναι και πιο δίκαια κοινωνικά, αλλά και πιο αποτελεσματικά από πλευράς οικονομικών επιπτώσεων. Καθώς, όπως ανέφερε, η χρηματοδότηση των μέτρων συνεπάγεται έλλειμμα, κατά κύριο λόγο δηλαδή δανεισμό, συνεπώς έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον φορολογούμενο. Γι’ αυτό και τα μέτρα που αφορούν στην έξοδο από την πανδημία είναι πολύ πιο στοχευμένα από τα μέτρα της εισόδου.
Με τη στόχευση επιδιώκεται:
Πρώτη και κύρια επιδίωξη είναι να μην χαθούν χωρίς λόγο θέσεις εργασίας, είτε αυτές αφορούν σε μισθωτούς, είτε σε μικρούς επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες. Γι’ αυτόν τον λόγο προσθέτονται στα γενικά μέτρα, όπως είναι οι Επιστρεπτέες και οι αναστολές συμβάσεων εργασίας, επιπλέον ειδικά μέτρα, όπως είναι οι ρυθμίσεις για την Επιστρεπτέα 1, 2, 3 και η επιδότηση δαπανών που προσφέρουν πρόσθετη ρευστότητα και ενίσχυση σε επιχειρήσεις που έχουν πληγεί περισσότερο, όπως αυτό προκύπτει από τη μείωση του τζίρου τους και το ύψος των ζημιών που έχουν πραγματοποιήσει το 2020.
Αναπόφευκτα οι ενισχύσεις αυτές αφορούν κατά προτεραιότητα ή επικεντρώνονται περισσότερο σε εκείνους που δήλωναν μεγαλύτερο ποσοστό του τζίρου τους. Ωστόσο, όπως είπε ο κ. Σκυλακάκης, στην οικονομία υπάρχει και ένα ικανό μέρος άτυπης οικονομίας, το οποίο είναι σημαντικό και κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες με μεγάλες απώλειες του φόρου προστιθέμενης αξίας με βάση τις ευρωπαϊκές στατιστικές.
Για τον λόγο αυτό, προβλέφθηκαν σε διάφορες φάσεις της πανδημίας και ελάχιστα ποσά, μέρος των οποίων δεν είναι επιστρεπτέο, ανεξαρτήτως τζίρου. Όπως, ανεξαρτήτως τζίρου ήταν και το μέτρο της μείωσης του ενοικίου, αλλά και το μέτρο των αναστολών συμβάσεων εργασίας. Η γενική, όμως, κατεύθυνση είναι η στόχευση στη βάση των στοιχείων που πραγματικά δηλώνουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις και οι ίδιοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες.