Η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση την περίοδο 2007 – 2008 οδήγησε σε μία τεράστια δίνη τον τραπεζικό κλάδο στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο.
Η πρόβλεψη πτώχευσης επιχειρήσεων και τραπεζών είναι ένα θέμα αυξανόμενου ενδιαφέροντος για τους επενδυτές / πιστωτές, τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους ρυθμιστικούς φορείς. Επομένως, είναι αναγκαία η έγκαιρη αναγνώριση μιας επικείμενης αποτυχίας (βλ. A. Dimitras, S. Zanakis, C. Zopounidis, a survey of business failures with an emphasis on prediction methods and industrial applications, European Journal of Operational Research, 90 (3), 487 – 513, 1996).
Πολλοί ερευνητές έχουν μελετήσει την πρόβλεψη της πτώχευσης τραπεζών κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Η έρευνα όμως για καλύτερα αναλυτικά εργαλεία συνεχίζει να εξελίσσεται, αξιοποιώντας νέες μεθοδολογίες από διάφορα επιστημονικά πεδία της διοικητικής επιστήμης και της επιστήμης των υπολογιστών (βλ. G. Manthoulis, M. Doumpos, C. Zopounidis, E. Galariotis, an ordinal classification framework for bank failure prediction: methodology and empirical evidence for US banks, European Journal of Operational Research, 282, 786 – 801, 2020).
Πρόσφατα, η πτώχευση της SVB και η ιστορική πτώση στο χρηματιστήριο της Credit Suisse έχει αφυπνίσει το φάσμα μιας νέας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Παρά τα μέτρα διάσωσης, που ανακοινώθηκαν στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, η αγορά παραμένει αποδυναμωμένη, λόγω της δυσπιστίας προς τον τραπεζικό τομέα. Στο άρθρο αυτό αναφέρονται τα αίτια της πτώχευσης τραπεζών σε εμπειρικό επίπεδο και σε διεθνές περιβάλλον.
Αίτια πτώχευσης τραπεζών
Οι τράπεζες είναι εμπορικές επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου είναι για το κέρδος. Βασικά, δανείζονται χρήματα από τη μία πλευρά και δανείζουν από την άλλη. Καθώς χορηγούν δάνεια με υψηλότερα επιτόκια από αυτά των δανείων που συνάπτουν, οι τράπεζες κερδίζουν χρήματα, αμείβουν τους μετόχους και τους καταθέτες τους, ενώ καλύπτουν το κόστος τους.
Γενικά, οι τράπεζες δανείζουν στο μέγιστο του επιτρεπόμενου ορίου. Αλλά αν γνωστοποιηθεί ότι η τράπεζα έχει πρόβλημα, οι καταθέτες μπορεί να χάσουν την εμπιστοσύνη τους και να σπεύσουν να κάνουν ανάληψη των καταθέσεών τους. Η τράπεζα δεν θα είναι σε θέση να αποζημιώσει όλους τους καταθέτες και κινδυνεύει να χρεοκοπήσει, εκτός εάν διασωθεί από το κράτος ή συγχωνευθεί με μία μεγαλύτερη τράπεζα (η UBS συζητά την εξαγορά της Credit Suisse).. Ακόμη και οι οικονομικά ισχυρές τράπεζες έχουν βυθιστεί με αυτόν τον τρόπο.
Συχνά είναι τα ίδια τα δάνεια, που δημιουργούν προβλήματα στην τράπεζα, ειδικά αν πρόκειται για μακροπρόθεσμα δάνεια χαμηλού επιτοκίου. Γενικά, δεν υπάρχει πρόβλημα εφόσον η οικονομία παραμένει σταθερή και εφόσον η τράπεζα αμείβει τις καταθέσεις των πελατών της, ιδιωτικών ή μη, με χαμηλότερο επιτόκιο από αυτό των δανείων, που χορηγεί. Αλλά όταν τα επιτόκια καταθέσεων αυξάνονται, η τράπεζα καταγραφεί περισσότερες εκροές χρημάτων παρά εισροές.
Η απάτη και η υπεξαίρεση είναι μία άλλη αιτία πτώχευσης τραπεζών. Πολλές τράπεζες παραδέχονται ότι χάνουν περισσότερα χρήματα με «απάτη υπολογιστών» παρά με «κλασικές ληστείες». Οι απάτες υπολογιστών έχουν γίνει μάστιγα της σύγχρονης οικονομίας.
Όπως σε κάθε επιχείρηση, η κακή διαχείριση ή μία ακατάλληλη πολιτική μετρητών μπορεί επίσης να προκαλέσει χρεοκοπία. Ίσως τα στελέχη της τράπεζας έδωσαν δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις σε φίλους ή συγγενείς. Ή ίσως η απληστία και ο πειρασμός να κάνουν μία μεγάλη συμφωνία για να πλουτίσουν γρήγορα τους οδήγησαν σε ριψοκίνδυνες επενδύσεις.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο έντονος ανταγωνισμός ώθησε τις τράπεζες να αναλάβουν εξαιρετικούς κινδύνους. Ορισμένες τράπεζες βυθίστηκαν, θύματα της ακραίας επιθετικότητας των δικών τους δανειακών πολιτικών. Αντιμέτωπες με την ανάγκη δημιουργίας κάλυψης σε περίπτωση προβλήματος και αύξησης της ρευστότητάς τους, ορισμένες τράπεζες προσπαθούν να δελεάσουν τους καταθέτες, προσφέροντας εξαιρετικά υψηλά επιτόκια ή ακόμη και κάνοντας νέες επενδύσεις σε επικίνδυνα πρότζεκτ.
Η κρατική εγγύηση, η οποία εξασφαλίζει στους καταθέτες ότι θα αποζημιωθούν ό,τι και αν συμβεί, έχει επίσης ενθαρρύνει ορισμένες τράπεζες να εγκαταλείψουν την προσοχή τους. Για παράδειγμα, ορισμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επένδυσαν στον τομέα του πετρελαίου ή σε άλλες μορφές ενέργειας, όταν αυτές οι βιομηχανίες ευημερούσαν και οι τιμές ήταν υψηλές, χρεοκόπησαν όμως, όταν οι τιμές κατέρρευσαν ή τα επενδυτικά τους σχέδια απέτυχαν.
Μία μελέτη του Office of the Comptroller of the Currency (1988) αναφέρει τους παρακάτω τέσσερις παράγοντες πτώχευσης τραπεζών:
• μία ανύπαρκτη ή ανεπαρκής πιστωτική πολιτική,
• ένα ανεπαρκές σύστημα παρακολούθησης και επιτήρησης,
• ένα ανεπαρκές σύστημα για τον εντοπισμό αμφίβολων πιστώσεων,
• μία υπερβολική συγκέντρωση εξουσιών λήψης αποφάσεων.
Μία άλλη έρευνα του D. Llewellyn ανακάλυψε πέντε κοινούς παράγοντες στην πλειοψηφία των τραπεζικών ιδρυμάτων (βλ. D. Llewellyn, an analysis of the causes of recent banking crises, European Journal of Finance, 8(2), 152 – 175):
• αναποτελεσματικές διαδικασίες ανάλυσης, διαχείρισης και ελέγχου κινδύνου,
• μια ανεπαρκής εποπτεία,
• μια αδύναμη ή διεστραμμένη δομή κινήτρων,
• μια ανεπαρκής μετάδοση πληροφοριών,
• μια ανεπαρκής διακυβέρνηση.
Η κακή διαχείριση και ο ανεπαρκής έλεγχος του πιστωτικού κινδύνου δημιουργεί υπερβολικό κίνδυνο σε τραπεζικό επίπεδο. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας πιστωτικής απόφασης, που δημιουργεί έναν κίνδυνο αθέτησης υποχρεώσεων του ιδρύματος, που είναι πολύ υψηλός σε σύγκριση με τους στόχους των μετόχων και άλλων εταίρων της τράπεζας (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Χ. Λεμονάκης, διαχείριση πιστωτικού κινδύνου, εκδόσεις Κλειδάριθμος, 2009). Η βασική αιτία αυτού του φαινομένου είναι ότι οι παράγοντες, που πήραν την απόφαση της πίστωσης, δεν αντέχουν με όλα τα έξοδα του κινδύνου, που προκαλείται από την απόφασή τους.
Οι κύριες μακροοικονομικές αιτίες της χρεοκοπίας τραπεζών είναι ο πληθωρισμός, οι διακυμάνσεις των επιτοκίων, η αστάθεια των ροών ξένων κεφαλαίων, το καθεστώς συναλλαγματικών ισοτιμιών, ο ανεξέλεγκτος δημόσιος προϋπολογισμός, κ.λπ.
Θεσμικά και νομικά αιτία μπορούν να είναι η πηγή του υπερβολικού κινδύνου, ο οποίος οδηγεί στη χρεοκοπία.
Συμπερασματικά, η ανάλυση και η εμβάθυνση των αιτιών χρεοκοπίας των τραπεζών έχει εντατικοποιηθεί τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, έχει αναπτυχθεί με ταχείς ρυθμούς η χρήση αναλυτικών εργαλείων μοντελοποίησης της πρόβλεψης πτώχευσης τραπεζών. Μεταβλητές, όπως μη εξυπηρετούμενα δάνεια / ίδια κεφάλαια, ίδια κεφάλαια / σύνολο ενεργητικού, προτάθηκαν ως σημαντικά για την πρόβλεψη της χρεοκοπίας. Σε επόμενο άρθρο, θα αναφερθούμε στα εργαλεία μοντελοποίησης και την εξακρίβωση των πιο σημαντικών κριτηρίων της πρόβλεψης πτώχευσης τραπεζών.
Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών
Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων
Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ
Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France
CIHEAM – International Center for Advanced Mediterranean Agronomic Studies, France, Greece