Προ ημερών στα “Χ.Ν.” ο καλός φίλος και εξαιρετικός άνθρωπος Βαγγέλης Κακατσάκης αναφέρθηκε στα 23 βιβλία και βιβλιαράκια που έχω φτιάξει ως τώρα και που όλα αφορούν τα Χανιά μας. Τα θέματα είναι αμέτρητα, αλλά πλέον η σκέψη δυσκολεύεται και ο χρόνος είναι περιορισμένος.
Θα αναφερθώ σε μια από τις 80 ιστορίες, από ένα βιβλίο που είχα γράψει, το μισό πριν 15 χρόνια, αλλά έδωσα προτεραιότητα σε άλλα και δεν τελείωσε. Θα είχε τον τίτλο που έχει κι αυτό το κείμενο.
Πρέπει να είναι κάπου 20 χρόνια που θέλοντας να ερωτήσω για μια τοποθεσία σε χωριό του νοτιοδυτικού Σελίνου γνώρισα έναν θαυμάσιο γεροντή. Στην κουβέντα φαίνεται πως του ενέπνευσα εμπιστοσύνη και θέλησε να μου αναφερθεί σε ένα… μυστικό από την περιοχή του.
Σε έναν λοφίσκο εκεί υπάρχει μια τρύπα όπου όταν επρόκειτο να φύγουν οι Τούρκοι της Κρήτης, ο Αγάς της περιοχής κατέβασε με το σχοινί έναν Αφρικανό υπηρέτη που είχε για να κρύψει το όποιο κιβώτιο ή άλλο σχετικό που περιείχε το χρυσάφι του ή ό,τι άλλο πολύτιμο. Του έκοψε όμως το σχοινί για να μην επιζήσει και μαρτυρήσει το γεγονός.
Οι συνομήλικοι του γεροντάκου όμως δεν ήθελαν να διαδοθεί αυτή η ιστορία κι έτσι ποτέ δεν είχε βγει προς τα έξω. Βρήκαμε το βαραθράκι που έχει κατακόρυφο βάθος 20 μ. και όπου κατέβηκαν νεαροί σπηλαιολόγοι, όχι για τον θησαυρό, αλλά για τη συνηθισμένη εξερεύνηση, χαρτογράφηση κ,λπ. Φυσικό ήταν να ψάξουν και για τον θησαυρό, αλλά άνθρακες. Μου φώναξαν όμως από κάτω ότι βρήκαν ένα μεγάλο ανθρώπινο κρανίο και ένα διαλυμένο σκελετό χωριστά και είπα να τα φέρουν επάνω. Το κρανίο, επειδή ήταν περίεργο, το πήρα στα Χανιά και το άφησα έξω από τον φράχτη του σπιθιού.
Μεγαλύτερο κρανίο δεν είχα δει ποτέ και γι’ αυτό, όταν πληροφορήθηκα από αείμνηστο φίλο ότι, φιλοξενεί έναν ανθρωπολόγο, τον έφερα και το είδε. Η γνωμάτευση ήταν ότι αυτό δεν ήταν Κρητικού αλλά σίγουρα Αφρικανού, οπότε επιβεβαιώθηκε το πρώτο μέρος της παράδοσης.
Ο γεροντής όμως, μου είχε αναφέρει ότι κατά τον καταραμένο εμφύλιο, μετά την κατοχή, αντάρτες του ΕΛΑΣ συνάντησαν εκεί πλησίον έναν δεκαεξάχρονο γόνο γνωστής μεγάλης οικογένειας δεξιών της περιοχής. Ο νεαρός επέστρεφε από Χανιά όπου είχε μείνει για λίγο στο νοσοκομείο. Οι αντάρτες στο άκουσμα του επιθέτου του τον πήγαν στο βάραθρο όπου τον πέταξαν μέσα. Μάλιστα ο γεροντής είπε ότι αυτός γαντζώθηκε από έναν βράχο της επιφάνειας και κάποιος, δεν γνωρίζω με τι εργαλείο, του έκοψε το χέρι οπότε κύλισε κάτω.
Ο σκελετός που ανέφερα, επιβεβαίωνε κι αυτό το γεγονός, αφού το οστούν του αντιβραχίου ήταν κομμένο πάνω από την παλάμη.
Τα οστά αυτά τοποθετήσαμε σε κάποιο κουτί και τα αφήσαμε στο ιερό μιας κοντινής εκκλησίας. Αργότερα πληροφορηθήκαμε για επιζώντα συγγενή του και τον κατατοπίσαμε να παραλάβει τα οστά μετά από σχεδόν μισό αιώνα από το συμβάν.
Στ’ αλήθεια θα μπορούσε κανείς να γράψει πενήντα ακόμη βιβλία με θέματα καταπληκτικά από τα Χανιά μας, αλλά φυσικά δεν γίνεται πλέον.