Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Χρήστος Γιανναράς: Ελλαδικά Προτελεύτια

Ενα προφητικό βιβλίο με 20 σημαντικά κείμενα για την κρίσιμη χρονιά 1990 που από μια άποψη:
«Είναι συναρπαστικό να παρακολουθείς πώς ένας λαός με τρεις χιλιάδες χρόνια ιστορία, αντιμετωπίζει όχι με συναισθηματική απαισιοδοξία αλλά με τον ρεαλισμό καταγραφής των συμπτωμάτων του ιστορικού ελλαδικού τέλους, μέσα σε μια και μόνο χρονιά, το 1990!».
ΤΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ενδιαφέρον βιβλίο «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΤΕΛΕΥΤΙΑ» εκδόθηκε στην Αθήνα από τις ποιοτικές εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ για να δημιουργήσει μεγάλες συζητήσεις για όλα τα προφητικά και εξαιρετικού ενδιαφέροντος περιεχόμενά του (20 κείμενα).
Από όλα αυτά τα ενδιαφέροντα και κρίσιμα θέματα-περιεχόμενα του βιβλίου «Ελλαδικά Προτελεύτια» επιλέγουμε το θέμα: «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΗΜΕΡΑ» (τότε το 1990) έως σήμερα έχουν περάσει 28 χρόνια και από τότε οι καταστάσεις της ορθοδοξίας που από τότε ήταν κρίσιμες, σήμερα έχουν γίνουν οδυνηρές και καταστροφικές….
Μεταφέρουμε εμείς το τότε κείμενο του βιβλίου «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΗΜΕΡΑ», για την επαλήθευση των δεινών καταστάσεων που ζούμε σήμερα.
Σήμερα η δημοσίευση του 4ου μέρους:

XIX. H ελληνική Ορθοδοξία σήμερα (4)

•Η λέξη «Ορθοδοξία» έχει σήμερα κάπως διφορούμενα νόημα. Πώς αξιολογείτε την «Ελληνορθοδοξία» και πώς, γενικότερα, βλέπετε να διαρθρώνεται η σχέση ελληνισμού και Ορθοδοξίας;
Οι σημερινοί Έλληνες είμαστε «μια φυλή πού ζει φευγάτη/απ’ ό,τι ελληνικό στον κόσμο αυτόν», όπως τραγουδάει αποκαλυπτικά ένας γνήσιος τροβαδούρος, ο Διονύσης Σαββόπουλος. Θα μπορούσε ίσως να πει το ίδιο κανείς και για τους σημερινούς ορθοδόξους: δίνουμε συχνά την εντύπωση πως «είμαστε φευγάτοι» απ’ ο,τι ορθόδοξο μέσα στην Εκκλησία, την αδιαίρετη Εκκλησία της αποστολικής και πατερικής παράδοσης.
Ο συνδυασμός των δύο διαπιστώσεων απαντάει στο ερώτημα σας για τη σημερινή «Ελληνορθοδοξία». Νομίζω ότι βλέπετε και στη διασπορά αυτή την τραγική απουσία της εκκλησιαστικής ελληνικότητας. Γι’ αυτό και τείνει να ταυτιστεί η Ορθοδοξία στη διασπορά, αποκλειστικά, με τον φυλετισμό των αποδήμων Ελλήνων ή με το ρωσικό μπαρόκ του συναισθηματικού υποκειμενισμού, του εικονο­γραφικού ιμπρεσιονισμού, του γλυκερού νεοπιετισμού.
Αν σας ενδιαφέρει ή ιστορική σάρκα τής εκκλησιαστικής ελληνικότητας, πέρα από τη σημερινή παρακμή ή την ενδοφυλετική καπηλεία, θα μπορούσα να σας παραπέμψω σε ένα μικρό μου βιβλίο πού κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Gand του Βελγίου με τίτλο Verite et unite de I’Eglise.
* * *
• Κατηγορούν συχνά τους Έλληνες θεολόγους ότι αδιαφορούν για το Οικουμενικό ζήτημα. Ποιά είναι η προσωπική σας στάση και ποιες είναι οι σημερινές προοπτικές του Οικουμενικού διαλόγου;
Οι προηγούμενες απαντήσεις μου νομίζω ότι καλύπτουν και αυτό το ερώτημα σας. Θα προσέθετα επιπλέον ότι και έκτος Ελλάδος δεν ξέρω σοβαρούς θεολόγους, που να εξακολουθούν να τρέφουν κάποια εκτίμηση για τη γραφειοκρατία του ΠΣΕ ή για τις κενές φιλοφρονήσεις «δημοσίων σχέσεων» οικουμενικού χαρακτήρα.
Είναι ολοφάνερο ότι η οικουμενική κίνηση «έχασε το τραίνο». Κατάντησε ανιαρή ρουτίνα εκκλησιαστικής μικροπολιτικής. Παράγει papers, αυτό είναι όλο.
Προσωπικά πιστεύω στη δυνατότητα κοινωνίας της εκκλησιαστικής ελπίδας, όταν προτεραιότητα έχει το υπαρκτικό μας πρόβλημα, η τίμια αναζήτηση του πυρήνα του ευαγγελίου τής σωτηρίας.
Έχω πραγματικούς φίλους από διαφορετικές παραδόσεις, γιατί συναντιόμαστε στο επίπεδο των «σημαινόμενων», έστω κι αν διαφωνούμε στο επίπεδο των «σημαινόντων».

* * *
• Για σας το κρίσιμο ερώτημα σήμερα είναι η αντιπαράθεση Ορθοδοξίας και Δύσης. Όμως δεν συνιστά αυτό ένα επιφαινόμενο της ανυπέρβλητης αντίθεσης ανάμεσα στη «βασιλεία του θεού» και τον «κόσμον τούτον» (με την έννοια που έχει στον Ιωάννη); Αυτό που ενδιαφέρει δεν είναι να ζήσουμε ως χριστιανοί σ’έναν κόσμο κυριαρχούμενο από τις δυνάμεις του σκότους; Υπήρξε ποτέ στην Ιστορία μία κοινωνία επισήμως «χριστιανική», που να επέτρεπε σε ιδανικό βαθμό να ανθίσει η «εν Χριστώ ζωή»;
Συμφωνώ μαζί σας ότι η αντίθεση τελικά είναι ανάμεσα στη «Βασιλεία του Θεού» και στον «κόσμο τούτο». Την ίδια αντίθεση δεν αντιπροσωπεύει και το σχίσμα Ανατολής-Δύσης; Ο «κόσμος» της πτώσης και του θανάτου ντύθηκε τον μανδύα της θρησκευτικότητας (των ατομικών μεταφυσικών πεποιθήσεων, της ατομικής ηθικής, των θεσμικών εξασφαλίσεων της ατομικής σωτηρίας), για να αντιπαλέψει την ευαγγελική έμμονη στη διακινδύνευση τής μετοχής στον ευχαριστιακή Βασιλεία. Το Σχίσμα δεν έσχισε την Εκκλησία, διαχώρισε από την Εκκλησία τη «θρησκειοποίηση» του ευαγγελίου της.
Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι «να ζεις ως χριστιανός μέσα σε έναν κόσμο κυριαρχούμενο από τις δυνάμεις του σκότους». Το πρόβλημα είναι να διακρίνεις τη ζωή που επαγγέλλεται ή Εκκλησία από τις φαντασιώσεις της ζωής. Να μην αυταπατάσαι ότι ζεις «ως χριστιανός», ενώ εμμένεις σε μια ατομοκεντρική ευσέβεια, δηλαδή στον τρόπο του θανάτου. Το πρόβλημα είναι να υπάρχεις εκκλησιαστικά, να επιχειρείς «επ’ ελπίδι» την υπαρκτική αλλαγή της μετάνοιας, αλλαγή του τρόπου τής υπάρξεως. Να είναι ή ίδια ή ύπαρξη σου μόνο κοινωνία, σχέση, έρωτας.
Όσο για ιστορικά παραδείγματα κοινωνιών που προσέγγισαν περισσότερο ή λιγότερο την επιδίωξη της εκκλησιαστικής κοινωνίας των προσώπων, δεν έχει νόημα να συζητούνται, όταν προκαταβολικά φορτίζονται με εθνικιστικές καυχήσεις ή με υποψίες εθνικισμού. Αφήστε το θέμα για τους εξειδικευμένους ιστορικούς.
* * *
• Η απάντηση σε αυτή την αντιπαράθεση ανάμεσα στην «εν Χριστώ ζωή» και τον «σύγχρονο κόσμο» hie et nunc δεν είναι μέσα στην αγιότητα και στη συμμετοχή στην Εκκλησία, τη θεία ζωή, πέρα από φιλοσοφικές και διανοητικές προσεγγίσεις που ανοίγουν προβλήματα χωρίς να μπορούν να τα λύσουν;
Έχετε απόλυτο δίκιο. Κάθε αυτονόμηση της φιλοσοφικής-διανοητικής κατανόησης του ευαγγελίου άπα την εκκλησιοκεντρική εμπειρία της όντως ζωής κινδυνεύει να είναι έμμονη στον τρόπο του θανάτου, όσο και η ατομοκεντρική ευσέβεια.
Όμως προσοχή! Η «αγιότητα» δεν χωρίζεται από τη θεολογία, αφού δεν υπάρχει αγιότητα όταν δεν κοινωνείται ως εκκλησιαστική εμπειρία. Και θεολογία είναι η «σημαντική» αυτής της κοινωνίας.
Η σημαντική μπορεί να αντλείται και από τη δοκιμασμένη γλώσσα της φιλοσοφικής αναζήτησης.
Αλλά με την προϋπόθεση να χρησιμοποιείται αυτή η γλώσσα μόνο αποφατικά. Αποφατισμός είναι η άρνηση να εξαντλήσουμε την αλήθεια στη διατύπωσή της. Έτσι, η εμπειρία της αγιότητας μπορεί να εκφράζεται με τη γλώσσα της φιλοσοφίας, όπως μπορεί να εκφράζεται και μόνο με τον λόγο τής πράξης. Αλλά πράξης πάντοτε εκκλησιαστικά σημαντικής, όχι ατομοκεντρικά ευσεβούς: με ένα απλό σταυροκόπημα ή με ένα «Κύριε ελέησον».

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα