«Η τέχνη είναι μια μορφή εξέγερσης. Έχει να κάνει με τον αυθορμητισμό, την παρορμητικότητα. Είναι μια άσκηση ελευθερίας. Αφήνεις το γνωστό, το δεδομένο και κοιτάς τα πράγματα από μια άλλη σκοπιά, “λοξή”, πράγματι. Γιατί όμως; Το ζητούμενο είναι μέσα απ’ αυτή την μετατόπιση να αποκαλυφθεί μια αλήθεια».
Ο ζωγράφος Χρήστος Κεχαγιόγλου στην έκθεση που παρουσιάζει στην αίθουσα τέχνης Βάσω Μυλωνογιάννη μας ξεναγεί στη “Γεωγραφία των ονείρων”. Τοπία πλασμένα από όνειρα αλλά και ρεαλισμό, κάποια ορατά κι άλλα αόρατα, που φωλιάζουν στη φαντασία μας. «Μαγικές εικόνες» τα ονομάζει ο ίδιος. Με αφορμή την έκθεσή του μιλήσαμε μαζί του για τα όνειρα στην εποχή της υπερβολής, τη «λοξή» ματιά του καλλιτέχνη αλλά και το ατελείωτο ή και ατελές των έργων που πυροδοτούν με τον τρόπο τους μια νέα -κάθε φορά- δημιουργική αρχή.
Πού ταξιδεύει τον θεατή η έκθεση “Η γεωγραφία των ονείρων”;
Μες στο φως. Σ΄ ένα πολλαπλό σύμπαν, σ’ ένα πολυεπίπεδο ανάγλυφο πραγματικότητας που ορίζει το φως. Ζούμε ανάμεσα σε πράγματα που φαίνονται και που τα συλλαμβάνουν οι αισθήσεις μας, αλλά και σε πράγματα που δεν φαίνονται και που είναι εξ ίσου πραγματικά. Αυτά τα «άφαντα», οι φαντασίες, τα συναισθήματα, τα πιστεύω μας, δίνουν χρώμα στην πραγματικότητα. Ακούγεται ίσως παράλογο, αλλά αυτά είναι που κάνουν την πραγματικότητα να γίνεται μέσα μας πιστευτή, πραγματική. Γεωγραφία των ονείρων σημαίνει για μένα μια καταγραφή στον ίδιο καμβά, αυτού που φαίνεται, σαν ένα σώμα, μ’ αυτό που δεν φαίνεται. Η δημιουργία μιας διάφανης, κρυστάλλινης, πολλαπλής εικόνας που προσπαθεί να τα συμπεριλάβει όλα. Μια μαγική εικόνα.
Πόσο ανάγκη έχει ο σύγχρονος άνθρωπος τα όνειρα σε μια εποχή που αποθεώνει τον πραγματισμό;
Δεν είναι απλά ανάγκη. Ο άνθρωπος είναι πλασμένος, όπως είπε κι ο ποιητής, με λογισμό και με όνειρο. Έτσι είναι φτιαγμένος. Πραγματιστές θα είμαστε πάντα, υποχρεωτικά, για να επιβιώσουμε, αλλά μαζί και οραματιστές και ταξιδευτές της φαντασίας και του ονείρου για να μπορέσουμε να δώσουμε ένα νόημα στην επιβίωση. Λέμε για τον σύγχρονο άνθρωπο ότι είναι πραγματιστής. Μα δείτε και πόσο τυλιγμένος είναι στο «όνειρο». Πόση εικόνα, πόσο χρώμα, πόση μουσική και τέχνη και μύθος κυκλοφορεί γύρω μας. Σε βαθμό υπερβολής. Γιατί αυτά πηγαίνουν αναλογικά. Όσο αυξάνεται το ένα τόσο διογκώνεται και το άλλο. Και βέβαια όσο διαστρεβλώνεται το ένα, τόσο διαστρεβλώνεται και το άλλο. Ζούμε σε μια υπερβολή, σε μια διαστρέβλωση. Γι’ αυτό δεν είναι το όνειρο ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε, αυτό μάλλον περισσεύει, πνευματικότητα και καλλιέργεια χρειαζόμαστε, ώστε να μπορούμε να επιλέγουμε εκείνα το «όνειρα» που πραγματικά μας ωφελούν.
Σε μια συνέντευξή σας είχατε πει ότι «πρέπει η τέχνη να σε καλέσει» για να γίνεις καλλιτέχνης. Τελικά μήπως η τέχνη είναι ένα κάλεσμα να δει κανείς τον κόσμο με μια “λοξή” ματιά;
Πράγματι. Και για να το διασκεδάσουμε, ίσως να πηγαίνει κι ανάποδα. Να καλεί δηλαδή τέχνη τον «λοξό» που μπορεί να της αφιερωθεί. Στην ουσία η τέχνη είναι μια μορφή εξέγερσης. Έχει να κάνει με τον αυθορμητισμό, την παρορμητικότητα. Είναι μια άσκηση ελευθερίας. Αφήνεις το γνωστό, το δεδομένο και κοιτάς τα πράγματα από μια άλλη σκοπιά, «λοξή», πράγματι. Γιατί όμως; Το ζητούμενο είναι μέσα απ’ αυτή την μετατόπιση να αποκαλυφθεί μια αλήθεια.
Σπουδές πολιτικού μηχανικού αλλά και φιλοσοφίας της Τέχνης στο Παρίσι, σκηνοθεσία – σινεμά, ζωγραφική… Τι βαραίνει περισσότερο μέσα σας;
Όλα, λίγο πολύ, αισθάνομαι όσο μεγαλώνω ότι αποτελούν ένα σώμα. Διαμορφώνουν μια συνολική σκέψη που εντέλει γίνεται τρόπος ζωής. Η ζωγραφική για μένα είναι το κέντρο αυτού του τρόπου ζωής, είναι η γυμναστική μου, η καθημερινή μου άσκηση.
Πότε ένα έργο ζωγραφικής τελειώνει;
Τελειώνει, είναι μια μεγάλη κουβέντα. Ένα έργο στην ουσία δεν τελειώνει ποτέ. Θα μπορούσε και να μην τέλειωνε ποτέ. Εγώ αφήνω θα έλεγα καλύτερα, παρά τελειώνω ένα έργο. Και το αφήνω όταν αισθάνομαι ότι μ’ έχει γοητεύσει και δεν έχω πλέον τίποτα να του προσθέσω. Αυτό βέβαια έχει να κάνει μ’ εκείνη τη στιγμή. Γιατί αργότερα το βλέπεις κι είναι αλλιώς. Για τον ζωγράφο ο κύκλος του έργου είναι πάντα ανοιχτός. Πάντα μπορεί να μπει μια ακόμα πινελιά, να τονιστεί ένα φως, ή να γίνει και μια μεγάλη ανατροπή. Κάποτε, μ’ έναν εξαιρετικό φωτογράφο, φωτογραφίζαμε κάποια έργα μου. Τελειωμένα φυσικά τα θεωρούσα. Σε κάποιο πάλευε με τα φώτα, μου λέει, κάτι δεν μου αρέσει εδώ με τα φώτα μου. Του λέω άσε, δεν είναι δικό σου το πρόβλημα. Πήρα τα πινέλα μου κι άρχιζα να το φωτίζω. Ζωγραφικά. Προφανώς και δεν είχε τελειώσει. Κι ίσως ακόμα να παραμένει ατέλειωτο. Θέλουμε κάτι να ολοκληρωθεί. Να τελειώσει. Να συμπεριλάβει τα πάντα. Αλλά ποτέ τίποτα δεν τελειώνει, γι’ αυτό ξεκινάμε ένα καινούργιο έργο.
Τι καταξιώνει ένα έργο, ο χρόνος, η απήχηση, η συγκίνηση που προκαλεί;
Εγώ σαν θεατής θέλω ένα έργο πρωτίστως να με συνεπάρει, να με συγκινήσει, να με κάνει να μην μπορώ να πάρω το βλέμμα μου από επάνω του. Κάθε φορά που το βλέπω να «κολλάω». Έτσι εκτιμώ κι ένα έργο μου και λέω, όσο τέλος πάντων, ότι τελείωσε. Αλλά είναι πολλά τα επίπεδα. Για τον ζωγράφο το έργο καταξιώνεται όταν του ανοίγει καινούργιους δρόμους, όταν εμφανίζει καινούργιες ισορροπίες, ή αποκαλύπτει έναν νέο τρόπο δουλειάς, όταν γίνεται πηγή έμπνευσης και για επόμενα έργα. Για την κοινωνία το έργο καταξιώνεται ανάλογα με την επίδραση που έχει, είτε αισθητικά, είτε θεματικά. Σίγουρα παίζει μεγάλο ρόλο και ο καλλιτέχνης και η επιδραστικότητά του και φυσικά η μόδα. Σε κάθε εποχή άλλα έργα καταξιώνονται, γιατί προφανώς προβάλλουν κάποιες αξίες κι αισθητικές που εκείνη τη στιγμή ενδιαφέρουν, κι άλλα, που ίσως παλιότερα να τα θεωρούσαν πολύ σημαντικά, ξεχνιούνται. Μέχρι μια επόμενη εποχή να ενδιαφερθεί, να τα θεωρήσει «παραγνωρισμένα» και να τα ανασύρει.
Η έκθεση
Η έκθεση του Χρήστου Κεχαγιόγλου με τίτλο “Γεωγραφία των ονείρων” εγκαινιάζεται σήμερα, Σάββατο, από 18:00 έως 22:00 στην αίθουσα Τέχνης Βάσω Μυλωνογιάννη (Χαριλάου Τρικούπη 14). Η έκθεση θα είναι ανοιχτή για το κοινό 11:00-13:00 και 18:00-21:00 καθημερινά εκτός Κυριακής.
Ο Χρήστος Κεχαγιόγλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1960. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο ΑΠΘ, παρακολοθώντας παράλληλα το μάθημα ζωγραφικής του Νίκου Σαχίνη. Στη συνέχεια σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου στην Αθήνα και τέλος έκανε μεταπτυχιακές σπουδές φιλοσοφίας της τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι, μελετώντας τις σχέσεις κινηματογράφου και ζωγραφικής. Έχει σκηνοθετήσει δεκάδες ταινίες και έργα βίντεο που παίχτηκαν στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και σε άλλα σημαντικά φεστιβάλ της Ευρώπης καθώς και μουσεία και αίθουσες τέχνης. Έχει παρουσιάσει τη ζωγραφική του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό σε 45 ατομικές και πάνε από 100 ομαδικές εκθέσεις. Το 2014 η Πινακοθήκη Κυκλάδων σε συνεργασία με τη γκαλερί Ζουμπουλάκη παρουσίασαν στη Σύρο μια μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του.