Οι γιορτές είναι συνυφασμένες με το οικογενειακό τραπέζι και τη θαλπωρή του σπιτιού. Για όλους; Όχι. Υπάρχουν κι εκείνοι που τα Χριστούγεννα τους βρίσκουν λόγω δουλειάς μακριά από τους δικούς τους αλλά και άλλοι που αναζητούν το νόημα των γιορτών πέρα από τα καθιερωμένα. Οι “διαδρομές” αναζήτησαν φέτος τις γιορτές σε φουρτουνιασμένες θάλασσες και απειλητικές πυρκαγιές, σε χιονισμένα “χρόνια πολλά” και σε θαλάμους που η ευχή για υγεία βαραίνει περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Μιλήσαμε με ανθρώπους που έχουν ζήσει τις γιορτές διαφορετικά και οι οποίοι μοιράστηκαν μαζί μας ξεχωριστά χριστουγεννιάτικα στιγμιότυπα.
Η ανεκτίμητη αξία της προσφοράς
«Τα προβλήματα υγείας και τα επείγοντα περιστατικά υπάρχουν όλες τις ημέρες του χρόνου και οι γιατροί είναι γιατροί όλες τις ημέρες του χρόνου» μας λέει η διευθύντρια της Ογκολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Χανίων, Ηλιάδα Μπομπολάκη όταν τη ρωτάμε για το πώς είναι να δουλεύει ένας γιατρός σε μέρες αργίας, μέρες γιορτινές όπως αυτές που διανύουμε.
«Θα ήταν ψέματα να πούμε ότι ένας γιατρός, ένας από εμάς, δεν νοιάζεται για το ότι δουλεύει μια γιορτινή ημέρα. Παρόλα αυτά δεν είναι τόσο τραγικό αυτό το γεγονός, δεδομένου ότι πάρα πολλοί άνθρωποι δουλεύουν αυτές τις μέρες και δεδομένου επίσης ότι στη δουλειά έχουμε τη δεύτερη οικογένεια μας, έχουμε δηλαδή κοντά μας επίσης δικούς μας ανθρώπους. Οπότε το κομμάτι της εορταστικής διάθεσης και της διαφορετικότητας, το βιώνουμε από πολύ έως λίγο.
Το πιο σημαντικό από όλα που δεν πρέπει να ξεχνάμε -και δεν το ξεχνάμε- είναι ότι η δική μας η δουλειά δεν έχει κάποια διαφορά τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου.
Τα προβλήματα υγείας και τα επείγοντα περιστατικά υπάρχουν όλες τις ημέρες του χρόνου και οι γιατροί είναι γιατροί όλες τις ημέρες του χρόνου. Έτσι πρέπει και οφείλουμε -και δεν το ξεχνάμε αυτό – ότι πρέπει με την ίδια θέρμη και την ίδια υπευθυνότητα να κάνουμε τη δουλειά μας καθημερινά.
Πιστεύω ότι οι πιο πολλοί από εμάς αποζημιώνονται για αυτή την στέρηση κάποιων προσωπικών χαρών, από την ηθική ικανοποίηση που παίρνουμε. Γιατί είναι πολύ όμορφο το να βοηθάς κάποιον που περνά τις δικές του γιορτές μέσα στο Νοσοκομείο, είτε γιατί νοσηλεύεται, είτε γιατί κινδυνεύει η ζωή του, είτε γιατί του έχει τύχει κάτι επείγον, είτε αγωνιά για ένα δικό του πρόσωπο… Και τότε πραγματικά ξεχνούμε ότι είναι γιορτές, ξεχνούμε αυτή την μικρή λεπτομέρεια, για να το πω έτσι. Γιατί είναι σημαντικό να κάνουμε αυτό που πρέπει να κάνουμε εκείνη τη στιγμή που χρειάζεται να γίνει. Αυτό πιστεύω».
«Και αυτό που θα ήθελα να πω -εκφράζοντας τον εαυτό μου τουλάχιστον- πραγματικά νοιώθω απόλυτη ικανοποίηση και απόλυτη ευτυχία, ένα πολύ θετικό συναίσθημα, όταν φεύγω από τη δουλειά μου.
Γιατί σκέφτομαι ότι τέλειωσε η βάρδια μου, είμαι μεν κουρασμένη αλλά γυρνάω στην προσωπική μου ζωή, με το συναίσθημα ότι έχω κάνει αυτό που πρέπει να κάνω. Γιατί όταν κάνεις το καθήκον σου, νιώθεις μέσα σου μια πληρότητα, κι αυτή η εσωτερική πληρότητα είναι το σημαντικότερο» τονίζει η διευθύντρια της Ογκολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Χανίων.
“Χρόνια πολλά” με πολλά Μποφόρ
Επί 35 χρόνια “όργωνε” τις θάλασσες του κόσμου με φορτηγά καράβια. Έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, χαράσσοντας πορεία από λιμάνι σε λιμάνι ως καπετάνιος. Ο Ηλίας Τριχάκης συνταξιούχος πλέον, έζησε κατά το παρελθόν πολλές γιορτές μεσοπέλαγα και μακριά από τους δικούς του.
«Πάρα πολλές φορές έτυχε να κάνουμε Χριστούγεννα τόσο εν πλω όσο και σε λιμάνια ξένα», σημειώνει, ενώ στην ερώτησή μας αν αυτό σήμαινε ότι η οικογένεια ήταν εξ ορισμού μακριά αυτές τις ημέρες διευκρινίζει: «Όχι αναγκαστικά. Δεν ήταν αδύνατον να είναι η οικογένειά μου μαζί. Μπορούσα ως καπετάνιος να έχω τη σύζυγο και τα παιδιά μαζί. Απλώς αυτό δεν ήταν εύκολο λόγω των υποχρεώσεων των παιδιών με τα σχολεία κ.λπ. Συνεπώς τις περισσότερες φορές περνούσα τις γιορτές με τους άλλους αξιωματικούς και το πλήρωμα».
Το κλίμα αυτές τις εορταστικές μέρες στα καράβια μέσα ήταν όμορφο, όπως λέει ο καπετάν-Ηλίας: «Κρατούσαμε τα ελληνικά ήθη και έθιμα και περνούσαμε καλά. Λίγη περισσότερη δουλειά είχαν οι μάγειρες που έπρεπε να ετοιμάσουν το γιορτινό τραπέζι. Από εκεί και πέρα, όταν είχε μπονάτσα ακούγαμε από τα μεγάφωνα λειτουργίες και προσπαθούσαμε να περάσουμε καλά καθώς ήμασταν μακριά από την οικογένεια και υπήρχε σε όλους μας νοσταλγία».
Από τις στιγμές αυτές δεν έλειπε πάντως η συναισθηματική φόρτιση λόγω της απόστασης από την οικογένεια: «Εκείνες τις στιγμές τα θυμάσαι όλα. Κι αν πιεις και ένα ποτηράκι παραπάνω, δεν σου λέω τίποτα. Σε πιάνει λίγο το παράπονο. Φροντίζαμε βέβαια πάντα, τον καιρό τότε που υπήρχαν ακόμα ασυρματιστές, να επικοινωνούμε με τους συγγενείς μας. Αργότερα βέβαια με τους δορυφόρους μπορούσε να δει ο ένας τον άλλο. Σε κάθε περίπτωση, ένας καλός καπετάνιος οφείλει να έχει το πλήρωμα ευχαριστημένο, χαρούμενο για να έχει κι αυτό απόδοση. Δεν μπορεί να επικρατεί γκρίνια. Ειδικά τις γιορτές κοιτάζαμε λοιπόν πώς θα περάσουμε καλύτερα και θα είναι όλοι ευχαριστημένοι».
Την ίδια στιγμή, ειδικά τα ποντοπόρα πλοία, συχνά μοιάζουν με Βαβέλ καθώς η σύνθεση του πληρώματος μπορεί να περιλαμβάνει ανθρώπους πολλών εθνοτήτων και διαφορετικών θρησκειών: «Παλιά ήταν όλοι Έλληνες και δεν υπήρχε κάποιο θέμα. Όταν αργότερα στις συνθέσεις πληρωμάτων ένα ποσοστό ήταν ξένοι, αυτοί προσαρμόζονταν στα ήθη και έθιμα τα δικά μας. Πιο μετά, όταν πια οι Έλληνες μειώνονταν όλο και περισσότερο, εγώ ως καπετάνιος, είχα ξεκαθαρίσει ότι οι ορθόδοξες γιορτές είναι για όλους. Οταν δηλαδή είχαμε εμείς γιορτή είχαν κι αυτοί».
Η θάλασσα, ωστόσο, συχνά δεν ακολουθεί τις γιορτές των ανθρώπων επιφυλάσσοντας τα δικά της σχέδια για τις ημέρες των Χριστουγέννων. «Θυμάμαι Χριστούγεννα με μεγάλη θαλασσοταραχή, να μην μπορούμε ούτε να κάτσουμε να φάμε από την πολλή θάλασσα. Ήταν στον βόρειο Ειρηνικό Ωκεανό, πάνω από τα Αλεούτια, πάνω από τον κόλπο της Αλάσκας. Είχε μια θύελλα, μια καταιγίδα που ανέβαινε από Ιαπωνία και μας χτύπησε αλύπητα. Ήταν πολύ δύσκολα. Μπορεί να έχει και μια εβδομάδα να κοιμηθείς σε τέτοιες περιπτώσεις. Μένεις όρθιος και κυβερνάς το σκάφος να μην πάθει ζημιά το καράβι και οι άνθρωποί σου», θυμάται ο καπετάν – Ηλίας, ενώ κλείνοντας του ζητήσαμε μια ευχή για τους συναδέλφους του που ταξιδεύουν ακόμα: «Ο Αγιος Νικόλας να είναι πάντα στην πλώρη τους και να τους φυλάει και γρήγορα να γυρίσουν στα σπίτια και την οικογένειά τους».
Γιορτές στο καθήκον
Σε διάφορα περιστατικά (φωτιές, πλημμύρες, διασώσεις) έβρισκαν πάντα οι γιορτές και, κυρίως, η αλλαγή του χρόνου, τον υποστράτηγο του Πυροσβεστικού Σώματος εν αποστρατεία και πρώην διοικητή της Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Χανίων και του 1ου Πυροσβεστικού Σταθμού Χανίων, Γιάννη Μαραγκάκη.
Το 2012 με την αλλαγή του χρόνου άρπαξε φωτιά ένα καφέ στο Κουμ Καπί και ο κ. Μαραγκάκης ήταν από τους πρώτους που έσπευσαν για την κατάσβεσή της μαζί με έναν εθελοντή. Ένα χρόνο μετά, χρειάστηκε να μεταβεί ακόμα και η Πυροσβεστική στις φυλακές, οι οποίες ακόμα δεν είχαν μετακομίσει στην Αγιά, καθώς γινόταν εξέγερση κρατουμένων που είχε πάρει διαστάσεις.
Και την αμέσως επόμενη χρονιά, έτρεχε μαζί με άλλους πυροσβέστες σε διασώσεις καθώς από έντονες βροχοπτώσεις είχε πλημμυρίσει η πόλη και σε περιοχές όπως τα Λιβάδια, κάτοικοι είχαν αποκλειστεί στα σπίτια τους τα οποία είχαν πλημμυρίσει!
Ο ίδιος ο κ. Μαραγκάκης, ο οποίος είχε υπηρετήσει επί 4 χρόνια ως Διοικητής της Διοίκησης Πυροοσβεστικών Υπηρεσιών Χανίων και του 1ου Πυροσβεστικού Σταθμού Χανίων και εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου είναι στη σύνταξη, θυμάται τον εαυτό του «σχεδόν πάντα να ήμουν υπηρεσία» κατά τις γιορτινές μέρες.
Το ότι απουσίαζε από το σπίτι λόγω της δουλειάς, όπως μας λέει, «δεν ήταν ό,τι το καλύτερο. Το καλό ήταν ότι ήμαστε στον τόπο μας γιατί υπάρχουν και άλλοι που ταξιδεύουν, που λείπουν από τα σπίτια τους και δεν μπορούν να τους δουν οι δικοί τους για πολύ καιρό. Εγώ παρότι ήμουν στο σπίτι μου, ήμουνα και δεν ήμουνα. Συνέχεια θυμάμαι τον εαυτό μου να έλειπα. Και οι γιορτές δεν διέφεραν σε τίποτα. Λίγες μέρες ή λίγες φορές στη ζωή μου, θυμάμαι σαν διοικητής και σαν αξιωματικός, να ήμουν με τους δικούς μου χωρίς να μου τύχει κάτι να φύγω».
Για τα διάφορα περιστατικά, ο ίδιος εξηγεί:
«Το 2012 ανέλαβα διοικητής. Νομίζω εκείνη τη χρονιά, την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, μόλις άλλαζε ο χρόνος βγήκα στο μπαλκόνι του σπιτιού μου, ψηλά στην Ακρωτηρίου, είδα ένα μεγάλο καπνό στα Χανιά, ειδοποίησα το Κέντρο της Πυροσβεστικής, μου λένε: καίγεται καφέ στο Κουμ Καπί. Στις δώδεκα και πέντε ήμουν στο καφέ, μέχρι να φέρουμε την επιφυλακή, αναγκάστηκα ο ίδιος ως διοικητής και πήρα ένα αυτοκίνητο και περνώντας από την πλατεία Αγοράς όπου γινόταν όλο το πανηγύρι, βρήκα έναν εθελοντή, τον Κλέαρχο Μαρκαντωνάκη, τον οποίο πήρα μαζί μου και εμείς οι δύο πήγαμε με ένα πυροσβεστικό και ό,τι καταφέραμε. Το μαγαζί γειτνίαζε με ένα σπίτι στο οποίο έμενε μια ηλικιωμένη η οποία ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα και είχε και φιάλες. Ηταν πολύ δύσκολη περίπτωση και ξεμπέρδεψα από εκεί γύρω στις 9 το πρωί».
Ο ίδιος θυμάται ότι ακριβώς την επόμενη χρονιά, «είχαμε ετοιμάσει το τραπέζι της Πρωτοχρονιάς όλη η οικογένεια και ξαφνικά έγινε εξέγερση στις Επανορθωτικές Φυλακές (που ακόμη ήταν στην οδό Γιαμπουδάκη) και αναγκάστηκα και έμεινα εκεί επί οχτώ ώρες μέχρι να κατευνάσουν τα πνεύματα.
Την επόμενη, πάλι, χρονιά, όπως μας λέει ο κ. Μαραγκάκης, «κάναμε αλλαγή χρόνου όταν άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει όλη η πόλη. Πήγα την οικογένειά μου στο σπίτι της μητέρας μου το οποίο ήταν σε ψηλό σημείο και πήγα στην Πυροσβεστική γιατί όλη νύχτα και μέχρι τα ξημερώματα κάναμε διασώσεις. Για δύο μέρες είχε πλημμυρίσει όλη η πόλη. Στα Λιβάδια κάναμε διασώσεις σε σπίτια που ήταν μέσα στο νερό και εμείς βγάζαμε τους ανθρώπους και τους μεταφέραμε στα αυτοκίνητα. Δεν θυμάμαι ως διοικητής σε γιορτή να μην υπήρχαν περιστατικά».
Χριστούγεννα στο βουνό
Μετράει 45 χρόνια ενασχόλησης με την πεζοπορία – ορειβασία έχοντας σπιθαμή προς σπιθαμή, μαζί με φίλους και συνοδοιπόρους, τα κρητικά βουνά. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έτυχε ή για την ακρίβεια… επέλεξε να κάνει πολλές φορές Χριστούγεννα στο βουνό. Ο λόγος για τον πρόεδρο του Ορειβατικού Συλλόγου Χανίων Σταύρο Μπαδογιάννη, που τον συναντήσαμε για να θυμηθεί μαζί μας κάποιες από αυτές τις ιδιαίτερες γιορτές που έχει ζήσει.
«Οι μέρες των γιορτών στα ορειβατικά καταφύγια, Καλλέργη, Ταύρη και Βόλικα, είναι πάντα ιδιαίτερες γι’ αυτούς που αποφασίζουν τα περάσουν εκεί τα Χριστούγεννα. Το κλίμα είναι οικογενειακό καθώς οι πιο πολλοί που έρχονται είναι παρέα από πριν», σημειώνει ο κ. Μπαδογιάννης.
Το μεγάλο υψόμετρο, το τσουχτερό κρύο και το χιόνι, δεν αποτρέπουν πάντως τους πεζοπόρους από το να ακολουθήσουν τα καθιερωμένα έθιμα. «Θυμάμαι μια χρονιά που είχαμε πάει στον Βόλικα, είχαμε κουβαλήσει από τα Χανιά περίπου 70-80 κόκκινες μπάλες στολισμού, με τις οποίες στολίσαμε το μοναδικό κυπαρίσσι που υπάρχει απ’ έξω από το καταφύγιο! Ήταν μια ξεχωριστή στιγμή!».
Πολλά από τα Χριστούγεννα στο βουνό συνοδεύτηκαν από βαρυχειμωνιά με το χιόνι να πρωταγωνιστεί: «Θυμάμαι να κοιμόμαστε το βράδυ με άστατο καιρό και το πρωί να βλέπουμε μισό μέτρο χιόνι απ’ έξω από το καταφύγιο! Τότε αναγκαστικά μείναμε 1-2 μέρες παραπάνω. Μια άλλη φορά, ήμασταν στην Ταύρη και επειδή υπήρχε πολύς κόσμος χρειάστηκε να μοιραστούμε και στο καταφύγιο του Βόλικα. Εκείνο το βράδυ δεν υπήρχε κάποιος υπεύθυνος αρχηγός για να οδηγήσει τα άτομα στο άλλο καταφύγιο κι έτσι αναγκάστηκα εγώ να πάω. Ήταν μια πολύ ιδιαίτερη νύχτα καθώς μας έπιασε κακοκαιρία στον δρόμο. Ωστόσο, το μέρος ήταν πολύ γνωστό σε εμάς και οι άνθρωποι ήταν καλά προετοιμασμένοι».
Το μενού τα Χριστούγεννα είναι “ορειβατικό” αλλά και γιορτινό συνάμα, ενώ πολλές φορές το γιορτινό τραπέζι συνοδεύεται από ζωντανή μουσική που δίνει τον τόνο στο γλέντι. «Στις γιορτές γίνεται ρεφενέ και μοιραζόμαστε όλοι κόπο και έξοδα. Και βέβαια τα καταφύγια διαθέτουν πετρογκάζ, φούρνο κ.λπ. και μπορείς να παρασκευάσεις ό,τι θέλεις», εξηγεί ο κ. Μπαδογιάννης.
Από τις γιορτές στο βουνό δεν λείπουν βέβαια και τα ευτράπελα: «Στο καταφύγιο Καλλέργη θυμάμαι να μένουμε 2-3 ημέρες τα Χριστούγεννα και μεταξύ αυτών που μείναμε, υπήρχαν και δύο ζευγάρια που δεν ήταν εξοικειωμένοι με το βουνό και τον τρόπο λειτουργίας των καταφυγίων. Συμβαίνει κάποιες φορές αυτό, να έρχονται δηλαδή άνθρωποι που νομίζουν ότι το καταφύγιο είναι κάτι σαν ξενοδοχείο, με ανέσεις. Οι συγκεκριμένοι είχαν έρθει, λοιπόν, στο καταφύγιο με βαλίτσες! Άλλες φορές έχει τύχει να έρθουν στις γιορτές άνδρες με σκαρπίνια ή γυναίκες με τακούνια, φορώντας τα καλά τους!».
Λίγο πριν κλείσουμε την κουβέντα μας ρωτάμε τον κ. Μπαδογιάννη αν θα άλλαζε τα Χριστούγεννα στο βουνό με τη γιορτινή ατμόσφαιρα της πόλης: «Εχω μείνει κάποιες φορές και στα Χανιά. Δεν περνάω καλά όμως. Προ κορωνοϊού που κάναμε παρέες με φίλους, κλείναμε σε ένα κέντρο αλλά ήταν ο ένας πάνω στον άλλο, υπήρχε φασαρία κ.λπ. Εγώ λαχταρούσα το βουνό!».