«Ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην…..
ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστός Κύριος»
(Λουκ. 2, 10-11).
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Παιδιά τῆς Ἐκκλησίας,
Mέσα εἰς τίς δυσκολίες καί τίς ἀγωνίες αὐτῶν τῶν καιρῶν, σέ αὐτές τίς διαφορετικές γιά ὅλους μας ἑορτές, σέ ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ὅλος ὁ κόσμος νοσταλγεῖ στιγμές χαρᾶς καί ἀγαλλίασης, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀπευθύνεται πρός τά παιδιά Της καί ἀναγγέλει «χαράν μεγάλην», τό σωτήριο ἄγγελμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού ἀποτελεῖ πραγματικά τή μόνη διέξοδο εἰς τά ἀδιέξοδα τοῦ κόσμου τούτου, ὅτι «Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστίν Χριστός Κύριος»!
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Αὐτό τό σωτήριον ἄγγελμα, γίνεται προσκλητήριον ἀφυπνίσεως, εἰς ἕνα κόσμο φοβισμένο αὐτή τή χρονιά, ἕνα κόσμον, ὁ ὁποῖος διαπιστώνει ὅτι ἡ δῆθεν «παντοδυναμία» του ἦταν ἐπίπλαστη, ἕνα κόσμο, τόν ὁποῖον ἐταπείνωσεν αἰφνιδίως ἕνας ἀδιόρατος μικροοργανισμός.
Σέ αὐτόν τόν κόσμο, ἡ σωτήρια καί αἰώνια αὐτή ἐξαγγελία τῆς Ἐκκλησίας νοηματοδοτεῖ οὐσιαστικά τήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων καί τήν πορείαν τούτου τοῦ κόσμου! Προβάλλει τήν ἀληθινή ἀπάντηση εἰς τά ἀναρίθμητα «γιατί» τῆς ἀνθρωπότητος καί ἐπανατοποθετεῖ τόν ἄνθρωπο, τήν ἔμψυχη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, εἰς τό «πρωτόκτιστον κάλλος», τήν ἄρρηκτη κοινωνία του μέ τόν Τρισάγιο Θεό.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Καλούμαστε ὅλοι μαζύ, νά κατανοήσωμε ὅτι δέν εἴμαστε πιά μόνοι, ἀλλά σωτηριολογικά «ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις». Δέν εἴμαστε μόνοι εἰς ὁποιαδήποτε στιγμή τούτου τοῦ βίου, τά εὔκολα καί τά δύσκολα τῆς ζωῆς, εἰς ὁποιαδήποτε ὥρα, ἀλλά μένουμε ἑνωμένοι μέ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ἐτέχθη, ἔλαβε σάρκα, ἔγινε ἕνα μέ ἐμᾶς, διά νά μποροῦμε καί ἐμεῖς νά «κοινωνοῦμε» στή Θεότητά Του, νά γευώμαστε διαρκῶς τό μεγαλεῖο τῆς θείας καί αἰώνιας αὐτῆς δωρεᾶς.
Ἀλήθεια, πόσο ἐπίκαιρο ἀκούγεται σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα τοῦτο τό μήνυμα, αὐτή ἡ σωτήρια ἀναγγελία; Πόσο εἰλικρινά προκύπτει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τό ἐρώτημα: ἄρα γε, γίναμε ἀποδέκτες αὐτῆς τῆς ἐπαγγελίας ἤ ἡ ζωή μας ὅλη πορεύεται σάν ἀκόμη νά ἀναμένωμε κάποιον «σωτῆρα», στά δικά μας μέτρα καί δεδομένα, πού θά λυτρώσει ἀπό τά «δεσμά», τά ὁποῖα, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι αὐτοκαστροφικά δημιουργοῦμε; Μήπως, ἡ σάρκωσις τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, δέν ἔγινε «κτῆμα» ὅλων μας, ἀλλά «ἀδικήθηκε» ὡς μία «θεωρία» ἤ διδασκαλία, πού δέν εἰσῆλθε καθοριστικῶς στήν Ἱστορία τῶν ἀνθρώπων, ὡς τρόπος καί δρόμος ζωῆς; Μήπως, παραμένομε θεατές καί ὄχι «μύστες» τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως;
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
«Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος»! Μέσα εἰς τό κλῖμα αὐτό, μέσα εἰς τήν παγκόσμια αὐτή δοκιμασία, εἰς τό πανανθρώπινο τοῦτο «ἐπιτίμιο», καλούμαστε οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, νά δοῦμε τό χέρι τοῦ Θεοῦ, νά διακρίνωμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά ἀκούσωμε τή σωτήρια φωνή Του.
Τή φωνή ἐκείνη πού καλεῖ σέ μετάνοια καί ἐπιστροφή στήν πίστη! Τή φωνή ἐκείνη πού προσκαλεῖ νά δεχθοῦμε ὡς κοινωνία αὐτή τή σωτήρια ἐξαγγελία. Τή φωνή ἐκείνη πού μαρτυρεῖ τήν ἀλήθεια τῶν Χριστουγέννων, ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά γίνουμε ἐμεῖς Θεοί. Τή φωνή ἐκείνη πού μᾶς προσκαλεῖ ἤ μᾶς προκαλεῖ νά ἀφήσωμε «ἐξωτερικά» στολίδια μιᾶς ἐμπορευματοποιημένης ἑορτῆς καί νά εἰσέλθωμε στήν ταπεινή καί ἀπέρριτη φάτνη, χωρίς «φασαρία» καί ὀχλαγωγίες, μέ φρόνημα ταπεινό καί ὁλοπρόθυμο νά δεχθῇ καί νά βιώσῃ τό Μυστήριο σέ σιωπή καί κατάνυξη. Ἄλλωστε, κάθε Μυστήριο βιώνεται στή σιωπή, στή μυστική σιωπή τῶν αἰσθήσεων τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία γίνεται «φάτνη» διά νά σπαργανώσῃ τό Θεῖον Βρέφος.
Παιδιά μου εὐλογημένα,
Ὑψώνω σήμερα πατρικῶς τήν φωνή μου, μέ ὅλη τήν δύναμιν τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μου καί σᾶς παρακαλῶ καρδιακῶς νά μείνετε σταθεροί, δυνατοί, ἀκμαῖοι, πιστοί στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία, εὐγνώμονες εἰς τήν δωρεάν τοῦ Θεοῦ καί δεκτικοί εἰς τήν σωτήρια πρόσκλησίν Του.
Ἄς γίνουν τά ἐφετεινά Χριστούγεννα, τά πιό ἀληθινά τῆς ζωῆς μας! Ἄς γίνουν οἱ πρωτόγνωρες αὐτές ἑορτές ἀφορμή ἐπαναθεωρήσεως τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό καί τίς ἔμψυχες εἰκόνες του, τούς συνανθρώπους μας καί ἀπαρχή μιᾶς ζωῆς μετανοίας, προσανατολισμένης στό θέλημα τοῦ Θεοῦ!
Χρόνια πολλά, εὐλογημένα, χαρούμενα καί φωτεινά, ἀπό τόν Σαρκωθέντα Κύριό μας!
«Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν… Ἄξω γὰρ εἰρήνην ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, εἰρήνην καὶ ὑγείαν αὐτῷ….»
(Ἠσ. 9, 6)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΥΔΩΝΙΑΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΟΡΩΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
Eγώ, λέγει ὁ Θεός, θά φέρω τήν εἰρήνη στούς ἄρχοντες, εἰρήνη καί ὑγεία θά χορηγήσω στό παιδί αὐτό.
Ὁ λόγος αὐτός τοῦ προφήτου Ἠσαΐα, παιδιά μου, ἀποτελεῖ καί τό στίγμα τῆς περιόδου καί τῆς καταστάσεως πού ζοῦμε αὐτές τίς ἡμέρες. Ἡ χαρά τῶν πάντων, Χριστός ἡ ἀλήθεια, καί πάλι ἐπί τῶν ἐπάλξεων, καί πάλιν ἐπί τῶν συζητήσεων καί ἀντιπαραθέσεων.
Κατά τόν ἀνωτέρω ὕμνον πολλές φορές σκεπτόμαστε καί ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστός γεννήθηκε ἐπί γῆς ὡς βρέφος σπαργανούμενο ἐν φάτνῃ ἀλόγων ζώων καί ἐμεῖς ἄλλοτε τόν πιστεύουμε ὡς Σωτῆρα καί Λυτρωτήν καί ἄλλοτε ὡς πλάνον καί ἀπορριπτέο. Καί ὅμως, ἡ ἱστορία, ἡ ἐπίσημη χρονολογία, τά γεγονότα, ὁλόκληρη ἡἀνθρωπότητα ἀποδεικνύουν τή Θεότητα καί τήν ἀρχοντιά τοῦ θείου Βρέφους πού ταπεινά γεννήθηκε σέ φάτνη ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης Τοῦ Θεοῦ στό δημιούργημά Του. Τοῦ πρόσφερε εἰρήνη καί ὑγεία, ὑπέρτατα ἀγαθά πού μόνο ἄν χαθοῦν διαπιστώνεται ἡ ἀξία τους. Ἄλλωστε καί ἡ ἀνωτέρω προφητεία ὀκτακόσια χρόνια πρίν τή γέννηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ τό ἴδιο ἀναφέρει καί διαλαλεῖ. Προσφέρει εἰρήνη στούς ἄρχοντες, δηλαδή στούς ἀνθρώπους, καί ὑγεία στό παιδί Ἰησοῦ καί δι’ αὐτοῦ σέ ὅλους ἐμᾶς τούς ἄνθρώπους κάθε ἐποχῆς. Στήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ ἀκούσαμε «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν. Ἡδὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος.» (Γεν. 1,1-1,2). Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο ἀπό ἀγάπη καί ἐφερε τήν ὑγεία, τήν ἰσορροπία, τήν εἰρήνη καί τή συνύπαρξη στή δημιουργία τοῦ κόσμου. Τά γεγονότα τῆς πανδημίας, τό εὐάλωτο τῆς ὑγείας τῶν ἀνθρώπων καί ἡ δυσκολία καταπολεμήσεώς της δηλώνουν ἀκριβῶς τήν ἀδυναμία τοῦ χοϊκοῦἀνθρώπου πού παρά τίς φιλότιμες προσπάθειες τῶν ἐρευνητῶν στό χῶρο τῆς ὑγείας ἡ πανδημία θερίζει κυριολεκτικά τούς ἀνθρώπους καί προκαλεῖ πολύ πόνο.
Ἡ ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία προβάλλει τὸν ἄνθρωπο ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δημιουργήθηκε «κατ’εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν». Εἶχε προηγηθεῖ ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου. Ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ μπορέσει νὰἀναπτύξει ὅλες τὶς δυνατότητες ποὺ τοῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ ὁ Θεὸς ὄφειλε νὰ παραμείνει σὲ κοινωνία καὶἐπικοινωνία μαζί Του. Καὶ αὐτὸς μὲ τὴ σειρά του κλήθηκε νὰ γίνει δημιουργὸς ἀνθρώπων καὶ πολιτισμῶν, φύλακας τῆς ὑγείας καί εὐημερίας τοῦ κόσμου. Δύο φράσεις ἠχοῦν στ’ αὐτιά μας, δυὸ θεμελιώδεις ἐντολές: «Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε», «ἐργάζεσθαι καὶ φυλάσσειν». Ἡ ἰδιαίτερη κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου ἐκφράζεται μὲ τὴν πνοὴ ζωῆς ποὺ ἐνεφύσησεν ὁ Θεὸς στὸ πρόσωπον τοῦ ἀνθρώπου. Μία θέση προνομιακή, καθώς μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνει Θεὸς κατά χάριν ἐρχόμενος ἐλεύθερα σὲ κοινωνία μὲ τὸ Δημιουργό. Ἔπρεπε ν’ ἀποφασίσει ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἂν ἤθελε νὰ εἶναι μαζὶ ἢ χώρια Του. Πλήν, ὅμως, ὁ ἄνθρωπος προέταξε τὸ παρόν καί ἐφήμερον καί ἀπογυμνώθηκε ἀπὸ τὴν θεία προστασία καὶ συμμαχία. Ἐπέλεξε ἄλλους παραστάτες ποὺ τὸν παραπλάνησαν. Ἡ ἐλπίδα του εἶχε στηριχθεῖ στὴν κτίση καί στὴν ὕλη, οἱ ὁποῖες ὡς κτιστές εἶναι προορισμένες γιὰ τὴ φθορά, γιὰ τὴν ἀρρώστια καὶ τὸ θάνατο. Ἔτσι, ξαφνικὰ χάθηκε τὸ προστατευτικὸδίχτυ ἀσφαλείας. Ἐπειδὴ, ὅμως, ὁ Θεὸς ἀγαποῦσε καὶ ἀγαπάει τὸ δημιούργημά Του δὲν θέλησε τὴν ἐξουθένωσή του καὶ ἔβρισκε τρόπους, ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ ἱερὰ ἱστορία, νὰ παραστέκεται στὸν ἄνθρωπο καὶνὰ τοῦ θυμίζει τὴν παρουσία του εἴτε μὲ τὸ Νόμο, εἴτε μὲ τοὺς Κριτὲς εἴτε μέ τοὺς Προφῆτες. Καίτοι φαινόταν σὰ νὰ εἶχε ἀποστρέψει τὸ πρόσωπό Του, ἐν τούτοις χρησιμοποιοῦσε ἐκπροσώπους, οἱ ὁποῖοι ἐπαναλάμβαναν τὸ ἀγωνιῶδες ἐρώτημα τοῦ Θεοῦ στὸν Παράδεισο πρὸς τὸν ἄνθρωπο: «Ἀδὰμ ποῦ εἶ;». Κατά συνέπεια διασπάστηκε ἡ ἀπευθείας σχέση. Ὁ ἄνθρωπος εἶχε λησμονήσει καὶ εἶχε ἀμαυρώσει μέ δική του εὐθύνη τήν εἰκόνα βάσει τῆς ὁποίας εἶχε δημιουργηθεῖ. Χρειάσθηκε λοιπὸν ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ν’ ἀναλάβει καί πάλι πρωτοβουλία. Νὰ δείξει στὸν κόσμο καὶ στὸν ἄνθρωπο τί περίμενε ἀπ’ αὐτόν. Νὰ ἀποστείλει τόν Υἱόν αὐτοῦτόν μονογενῆ «γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπό νόμον» ( Γαλ. δ’ 4-7) καί νά προσλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση. Νά εἶναι τέλειος Θεός καί νά γίνει τέλειος ἄνθρωπος. Αὐτὸ πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν ἐνσάρκωση τοῦΥἱοῦ τοῦ Θεοῦ ποὺ σὰν νέα δημιουργία ἔτεινε πάλι χεῖρα ἀναπλάσεως στὴν ἀνθρωπότητα καὶ ἀνέλαβε νὰδείξει τί σημαίνει κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ βιώνοντας ὁ ἄνθρωπος τίς ἀπελευθερωτικὲς συνέπειες τῆς κοινωνίας Θεοῦ καί ἀνθρώπου. «Ὁ Θεὸς ἐνηνθρώπησεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν».
Μέσα στή νέα πραγματικότητα ἡ ἀρρώστια, ὁ θάνατος, οἱ κακουχίες, δὲν εἶναι τὸ ἴδιο ὅπως πρίν. Ὑπάρχει ἐλπίδα ἰάσεως καὶ θεραπείας. Κι ἂν ἐπιμένουν, ἡ νέα δυνατότητα κοινωνίας μὲ τὸ Θεὸ προσδίδει νέες διαστάσεις καὶ πηγὲς ὑπερβάσεως τοῦ πόνου καὶ ἀντλήσεως δυνάμεως. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι πιὰ μόνος. Προικισμένος ἀπό τά χαρίσματα τῆς δημιουργίας, ὡς δημιουργικό ὄν, προσπαθεί στό μέτρο τοῦ δυνατοῦ νά δημιουργήσει καί νά ὑπερβεί τίς δυσκολίες του.
Ἀνατρέχοντας στή στάση τοῦ Ἰησοῦ κατά τήν ἐπί γῆς παρουσία Του πρός τούς ἀσθενεῖς διαπιστώνουμε τὴσημασία ποὺ ἔχει ἡ ὑγεία γιὰ τὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ Θεολογία καὶ Παράδοση. Τόν συναντοῦμε ἀρωγό στὰαἰτήματα ὅλων ἐκείνων ποὺ προσέτρεχαν σ’ Αὐτὸν γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύσει συνδέοντας ταυτόχρονα τὴν ἴαση μὲτὴν πίστη τῶν προσερχομένων καὶ τὴν προσοχή τους στὸ ἑξῆς νὰ διατηρήσουν ἀγαθὲς σχέσεις μὲ τὸν Θεὸ καὶτὸ θέλημά Του. «Ἴδε ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι ἁμάρτανε». Μέ ἄλλα λόγια δέν παρίστανε τὸν θεραπευτὴ ἄν καί θεράπευε τούς πάντες, ἀλλά ἔδειχνε καί τὸν ὀρθὸ δρόμο πρὸς μία ὑγεία ψυχοσωματική. Εἶχε, ὅμως, πλήρη ἐπίγνωση τῆς συνεχιζομένης κυριαρχίας τοῦ θανάτου καὶ τῆς ἀρρώστιας, ὅπως καὶ ὅλων τῶν λοίπων κακῶν πού πληγώνουν τόν ἄνθρωπο.
Εἶναι γεγονός ὁτι οἱ ἐργαζόμενοι στό χῶρο τῆς ὑγείας ἀλλά καί ὅσοι φορεῖς γίνονται ἀρωγοί κατά τίς ἡμέρες τῆς πανδημίας συμπαριστάμενοι στοὺς ἀσθενοῦντες ἀκόμα κι ὅταν δὲν διαφαίνεται ἐλπίδα ἰάσεως, ὅλοι αὐτοί γίνονται ὄργανα τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθώντας Τον καί προσπαθώντας νά τούς προσφέρουν τήν περιπόθητη σωματική ὑγεία. Παρὰ τὸ δύσκολο τοῦ ἐγχειρήματος οἱ ἰατροί, οἱ νοσηλευτές, οἱ νοσηλεύτριες καί ἐργαζόμενοι στό χῶρο τῆς ὑγείας, ἰδιαίτερα αὐτές τίς ἡμέρες, γίνονται οἱ οἰκεῖοι, οἱ συγγενείς καί οἱ φίλοι τῶν ἀσθενῶν ἀκολουθοῦντες μέ αὐταπάρνηση καί πολλές θυσίες τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, «ἀσθενὴς ἤμην καὶ ἐπεσκέψασθέ με».
Μέ αἰσθήματα βαθιᾶς θλίψεως ἀπευθύνομαι σήμερα σέ ὅλους σας, σέ σᾶς τούς πονεμένους καί ἀδικημένους πιστούς. Ἀπευθύνομαι μέ πόνο ψυχῆς γνωρίζοντας ἀκόμα καί τίς συνέπειες καθώς ἀκούω τίς καμπάνες νά ἠχοῦν καί νά καλοῦν τούς πιστούς στή Θεία Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων. Οἱ καμπάνες κτυποῦν καί ὁ ἀόρατος ἐχθρός ἐμποδίζει τούς πιστούς νά προσέλθουν στή Θεία Λειτουργία. Βέβαια καθένας ἑορτάζει τά Χριστούγεννα μέ τό δικό του τρόπο καί μέσα ἀπό αὐτό βγάζει τά συμπεράσματά του. Νά γνωρίζετε, ὅμως, ὅτι τά θεάρεστα καί εὐλογημένα συμπεράσματα βγαίνουν ἀπό τή θεία φώτιση, ἀπό τό νεογέννητο Χριστό στήν ἀνθρωπότητα.
Μέσα στή δύνη τῶν πολέμων, συγκρούσεων, τρομοκρατιῶν, ξεριζωμῶν, ἀοράτων ἐχθρῶν καί ἀσθενειῶν, ἀνισοτήτων καί διακρίσεων, ὁ Χριστός μᾶς ἀπαντᾶ μέ τή γέννησή Του. Γεννιέται ταπεινά στή φάτνη τῶν ἀλόγων, ζεσταίνεται ἀπό τά ζῶα στήν ἀφιλόξενη ἀνθρωπότητα, γεννιέται σέ σπήλαιο ὄχι σέ παλάτια, δέν ἀναγνωρίζεται παρά μόνον ἀπ’ αὐτούς πού τόν ποθοῦν, τούς ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους. Νά γνωρίζετε, ὅμως, ὅτι ὁΜεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος κτυπᾶ τήν πόρτα τῆς καρδιᾶς ὅλων μας.
Μέ τήν πίστη ὅτι ὁ Θεός εἶναι οἰκεῖος ἐλπίζουμε ὅτι καί στὴν παροῦσα κατάσταση τῆς ὑγείας ἡ θεία ἐπέμβαση δέν θά ἀργήσει νά ἐμφανισθεῖ.
Εὐλογημένο δημιουργικό καί ἐλεύθερο τό ἔτος 2021.
«Σήμερον ο Δεσπότης ράκει σπαργανούται,
ο αναφής ως βρέφος»
(Μεγαλυνάριον Θ Ὠδῆς Χριστουγέννων)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΙΣΣΑΜΟΥ
ΚΑΙ ΣΕΛΙΝΟΥ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ
Προς
Τον Ιερό Κλήρο, τις Μοναστικές Αδελφότητες
και τον ευσεβή και φιλόθεο λαό των Επαρχιών Κισάμου και Σελίνου
Αγαπημένα παιδιά της Εκκλησίας μας,
Ταραγμένα τα φετινά Χριστούγεννα. Πρωτόγνωρες οι συνθήκες της ζωής και οι μέρες του βίου μας. Φόβος, αγωνία, απελπισία, ένταση και αβεβαιότητα κυριαρχούν στην ζωή μας και την παγκόσμια κοινότητα. Η απειλή ενός αόρατου ιού συνέθλιψε τα όνειρα, τσάκισε την ελπίδα, ταπείνωσε την ανθρωπότητα, αποκάλυψε την γύμνια της ανθρώπινης αλαζονείας και υπεροψίας. Οι σκέψεις αδελφού συμπρεσβυτέρου, που γράφηκαν σε ανύποπτο χρόνο, μοιάζουν ως προάγγελος της πραγματικότητας που όλοι μας βιώνουμε. Γράφει ο αγαπητός π. Σπυρίδων Βασιλάκος: «Συμμάχησαν οι συνθήκες, απειλητικά κινήθηκαν, δυναμικά στόχευσαν και λάβωσαν την διάθεση. Το πολεμικό αεροσκάφος μέσων ενημέρωσης βομβάρδισε τις ζωές μας με τις βόμβες της απόγνωσης. Το βλέμματα δεν έλκονται πλέον… Η αγωνία, η ένταση, η ταραχή, σαν σειρήνα πολέμου, έχει πάρει τη θέση των χριστουγεννιάτικων ήχων και συνοδεύουν πιστά τον βαρύ καθημερινό βηματισμό. Πως να τρυπώσεις στην εικόνα της Γέννησής Του; Πως, κρατώντας το μάκτρο της ταραχής, θα κοινωνήσεις την ειρήνη; Ψάχνεις μάταια να βρεις χαραμάδα ελπίδας, για να κλέψεις έστω και μια ακτίνα φωτός. Και εκεί που μέσα στο σκοτάδι ψάχνεις να βεις ωραία πύλη να εισέλθεις, ψηλαφείς μια μικρή θύρα, που είναι στο ιερό βήμα της εορτής μπορεί να σε οδηγήσει… Μπαίνω δειλά σα να πατώ στον ουρανό, στην εικόνα της Γέννησης. Πλησιάζω τον Ιωσήφ και βάζω την ταραχή μου στο μονοπάτι της δικής του, γνωρίζοντας ότι εκεί θα συναντήσει την ειρήνη», καταλήγει ο π. Σπυρίδων.
Αδελφοί μου,
Το ζητούμενο των καιρών μας αλλά και κάθε εποχής, είναι ακριβώς αυτό. Εάν επιθυμούμε και εμείς, εάν νιώθουμε την ανάγκη να… «τρυπώσουμε» στην εικόνα της Γέννησης. Εάν ναι, τότε πως; γεννάται το ερώτημα. Ποιός ο τρόπος, ο τόπος και ο δρόμος, που οδηγεί στη βίωση του μυστηρίου των Χριστουγέννων; Καθώς, φαίνεται να λησμονούμε το γεγονός, ότι η Γέννηση του Χριστού βιώνεται μέσα στην πίστη και τη λατρεία της Εκκλησίας και όχι μέσα στην λογική. Η Εκκλησία είναι και γίνεται η Βηθλεέμ, η Φάτνη, στην μήτρα της Οποίας δεν γεννάται μόνο ο Χριστός, προσφέροντας το Πανάχραντο Σώμα Του και το Τίμιο Αίμα του προς «βρώσιν και πόσιν» ζωής αιωνίου, αλλά γεννάται και αναγεννάται πνευματικά και ο άνθρωπος· ο κάθε πιστός που βιώνει την ζωή και τα μυστήρια της Εκκλησίας. Μέσα στην Εκκλησία μας χαρίζει ο Χριστός τον εαυτό Του. Το μεγαλύτερο και πολυτιμότερο δώρο που θα μπορούσε να κάνει ο Θεός για το πλάσμα Του, τον άνθρωπο. Γίνεται η τροφή του κόσμου. «Σώμα και Αίμα Χριστού» κοινωνούμε σε κάθε Θεία Λειτουργία. Το μέγα αυτό μυστήριο της Γέννας του Θεανθρώπου επαναλαμβάνεται αδιάλειπτα, μυστικώ τω τρόπω, στη ζωή της Εκκλησίας. Κάθε Θεία Λειτουργία είναι και μια μυστική βίωση του μυστηρίου της Θείας Γέννησης. Τα Χριστούγεννα, συνεπώς, δεν τα εορτάζουμε άπαξ του έτους, αλλά σε κάθε Θεία Λειτουργία, καθώς κάθε Θεία Λειτουργία είναι Χριστούγεννα, που σημαίνει ένωση οντολογική του πιστού με τον Χριστό. Ιδού, λοιπόν, αδελφοί, ο τόπος και ο τρόπος να μεταμορφώσουμε κάθε μέρα της ζωής μας σε Χριστούγεννα. Να… «τρυπώσουμε» και εμείς στην εικόνα της Γέννησης.
Σ’ αυτή, λοιπόν, την ομιχλώδη και πνιγηρή ατμόσφαιρα των καιρών και των ημερών μας, η εορτή των Χριστουγέννων έρχεται να προσφέρει παρήγορο φως. Να βεβαιώσει ότι ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, για να μείνει εσαεί «μεθ’ ημών». Να πιστοποιήσει, με τον πιο αθόρυβο, αλλά αληθινό τρόπο, ότι ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει, έστω και αν συχνά Τον λησμονούμε και συμπεριφερόμαστε σαν να μην υπάρχει.
Τα Χριστούγεννα μας καλούν να αναθεωρήσουμε τη ζωή μας. Να συνέλθουμε από την ταραχή, την απογοήτευση και την κατάθλιψη. Να προσευχηθούμε για τούς αναγκεμένους αδελφούς μας. Τούς ασθενείς, τούς πονεμένους και κατατρυχομένους από την λοιμική αυτή νόσο· το Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό της Πατρίδας μας· για όλους εκείνους πού λαμβάνουν αποφάσεις ζωής. Να ανανεώσουμε την πίστη και την πεποίθησή μας ότι ο Χριστός, του Οποίου την έλευση στον κόσμο εορτάζουμε, παραμένει ανάμεσά μας· ότι «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν» (Λουκ. 18,27).
Τα Χριστούγεννα μας καλούν να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς. Να συντονίσουμε τη ζωή μας με το δικό Του θέλημα. Και η προσωπική αυτή αλλαγή αντανακλά πάντοτε ευεργετικά στον κόσμον όλο· τονώνει την αντοχή, ενισχύει την αλληλεγγύη, απαλύνει τον πόνο, ανακουφίζει τη μοναξιά, φέρνει την πολυπόθητη ειρήνη, επιτυγχάνει τη δημιουργικότητα, με τρόπους που συχνά παραμένουν αθέατοι, αλλά που είναι ουσιαστικοί.
Με αυτό το πνεύμα και διάθεση, εύχομαι εγκαρδίως, αδελφοί μου, να εορτάσουμε τα φετινά Χριστούγεννα, και ο νέος χρόνος να πληρώνει τη ζωή όλων μας με τα δώρα της άπειρης αγάπης του σαρκωθέντος Θεού Λόγου.
Ευφρόσυνα, ευλογημένα, χαρούμενα, ολόφωτα, αληθινά, αιώνια Χριστούγεννα, αδελφοί μου.
Μετ’ ευχών και πολλής της εν Κυρίω Τεχθέντι
αγάπης