Αυτές οι γιορτινές ημέρες είναι ξεχωριστές για όλους, κυρίως για τους μεγαλύτερους, που γεμάτοι αισθήματα η σκέψη τους πάει στα περασμένα, που σκέπτονται όσα πέρασαν και δακρύζουν· αλλά είναι και για τα παιδιά, τ’ ανυποψίαστα για το τι σημαίνει χρόνος της ξεγνοιασιάς, της ανεμελιάς. Είναι και για τους πολιτικούς, που ελπίζουν ότι θα οδηγηθεί η χώρα στην έξοδο από την κρίση και ότι δεν θα καταλήξει ο νέος χρόνος σε αγιοβασιλιάτικη τρακατρούκα.
Η 25η Δεκεμβρίου τοποθετείται ως ημέρα γέννησης του θείου βρέφους, όχι τυχαία. Ο ήλιος αλλάζει πορεία, μεγαλώνει η ημέρα, στέλνει περισσότερο φως στη γη. Η ζωή ανανεώνεται, οι σπόροι αρχίζουν να φυτρώνουν, οι ευχές δίνουν και παίρνουν. Όλοι ομιλούν για ειρήνη και αδιαφορούν για τον συστηματικό βιασμό της. Μετατρέπουμε τα Χριστούγεννα σε κοσμοπολίτικο γεγονός. Βομβαρδίζεται το κοινό από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, υπενθυμίζοντας τη γέννηση του Χριστού, για να ικανοποιηθεί ο απώτερος σκοπός των εμπόρων, η κατανάλωση. Επανέρχονται οι συμφεροντολόγοι να δώσουν γραμμή, να συνεχισθεί το χτίσιμο του Πύργου της Βαβέλ, των «διασυνδέσεων», της «διαφθοράς» και της «ασυναρτησίας».
Πολλοί από μας έζησαν σε μικρή ηλικία τις γιορτινές ημέρες στα χωριά μας, όταν οι μαγαζάτορες ασβέστωναν τα πεζοδρόμια και στόλιζαν τα καταστήματά τους, οι ραφτάδες έκαναν τις τελευταίες πρόβες, οι ταβερνιάρηδες κρέμαγαν το σημαιάκι, ένδειξη ότι άνοιξε νέο βαγένι με γιοματάρι. Οι νοικοκυρές ετοίμαζαν το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, έψηναν στον ξυλόφουρνο το Χριστόψωμο, έφτιαχναν κουραμπιέδες, μελομακάρονα και ξεροτήγανα. Και τα παιδιά κοιμόντουσαν νωρίς, να ξυπνήσουν με την πρώτη καμπάνα της εκκλησίας, ν’ ακούσουν το τροπάριο «Η γέννησή σου» και να βρεθούν νοερά στη Φάτνη.
Πασχίζουμε τέτοιες εμπειρίες, να τις κατανοήσουν τα παιδιά, που ζουν τα χρόνια της αμεριμνοσύνης. Τότε η φαντασία μας κάλπαζε στην απεραντοσύνη των θρησκευτικών γιορτών. Μαζευόταν όλη η οικογένεια στο τραπέζι. Πρωταγωνιστές τα παιδιά, σε τιμητική θέση ο παππούς κι η γιαγιά. Η πρώτη και η τρίτη ηλικία. Τώρα, αλλοιώνεται η παράδοση, ευτελίζεται η πραγματικότητα, εμπορευματοποιούνται τα πάντα. Και αυτά τα κάλαντα κατάντησαν εκμετάλλευση. Πάνε οι εποχές που γύριζαν τα παιδιά από σπίτι σε σπίτι με αντάλλαγμα ένα γλύκισμα και σπανίως μια-δυο τρύπιες δεκάρες.
Δεν μας μένει άλλο από τις ευχές, αρκεί να είναι εγκάρδιες και οι ικεσίες μας να μη βρουν εμπόδιο τα σύννεφα, να φτάσουν ψηλά στον ουρανό στον Θεό, ν’ απαλύνει τους φόβους μας και να μας κάνει να χαμογελάμε κι ας έχουμε τόσες σκοτούρες.
Το 12δεκαήμερο ακόμα δεν άρχισε και οι καλικάντζαροι έχουν βγει παγανιά, πριονίζοντας το δέντρο της ζωής, της οικογενειακής θαλπωρής.