Η τρίτη χειρότερη χρονιά των τελευταίων 57 ετών, μετά το 1986 και το 1990, σε ό,τι αφορά την έλλειψη βροχοπτώσεων ήταν η φετινή για τα Χανιά, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας.
Στο μεταξύ, των κώδωνα του κινδύνου κρούει ο μετεωρολόγος Μανώλης Λέκκας, μιλώντας στα “Χ.Ν.”, υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι το πρόβλημα δεν είναι ο περιορισμένος αριθμός των βροχοπτώσεων και η λειψυδρία, αλλά η κακή διαχείριση και η αλόγιστη σπατάλη του υδάτινου δυναμικού.
ΜΕΙΩΜΕΝΕΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΕΙΣ
Αναλύοντας τα στοιχεία από τον Μετεωρολογικό Σταθμό της Σούδας (Αεροδρόμιο Χανίων) που λειτουργεί επί 57 χρόνια ο κ. Λέκκας επισημαίνει ότι η φετινή χρονιά επέδωσε 364 χιλιοστά ύψος βροχής κατατάσσοντας την περίοδο αυτή ως μια από τις χειρότερες των τελευταίων δεκαετιών. «Δεν είναι το χαμηλότερο ύψος βροχής που έχει παρατηρηθεί, τα χειρότερα έχουν εμφανιστεί το 1986 και το 1990. Η διαφορά τότε σε σχέση με τη φετινή χρονιά είναι ότι τα 5 έτη που προηγήθηκαν (2011-2016) υπήρχε ένα τεράστιο πλεονασματικό από τις βροχοπτώσεις το οποίο, εάν εφαρμόζαμε κατάλληλες πρακτικές εξοικονόμησης, δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα να το χρησιμοποιήσουμε μέσα από τον υπόγειο υδροφορέα που βρίσκεται αποθεματοποιημένο», αναφέρει ο κ. Λέκκας και προσθέτει πως το χειρότερο σενάριο θα είναι να επαναληφθεί ένας κύκλος ξηρών ετών, όπως αυτός που καταγράφηκε από το 1986 έως το 2000. «Μετεωρολογικά δεν μπορεί κανένας να προβλέψει αν ο επόμενος χρόνος ή τα επόμενα χρόνια θα είμαστε στο συν ή το πλην. Οφείλουμε επομένως να κάνουμε έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που θα τεθούν προτεραιότητες ώστε να αποφύγουμε τα προβλήματα που θα προκύψουν όταν θα επανέλθει μια μικρή ή μεγάλη περίοδος ξηρής αποθεματοποίησης όπως η φετινή», σχολιάζει ο κ. Λέκκας.
ΛΑΘΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
Πού εντοπίζεται όμως το πρόβλημα δεδομένου ότι ο υπόγειος υδροφορέας της Δυτικής Κρήτης είναι από τους πιο πλούσιους; «Να εξηγήσουμε κατ’ αρχάς ότι η αποθεματοποίηση του νερού πραγματοποιείται μέσα από τις βροχές και τα χιόνια που τροφοδοτούν τον υπόγειο υδροφορέα όπου αποθεματοποιούνται μεγάλες ποσότητες νερού, οι οποίες στη συνέχεια μας παρέχονται μέσα από τη φύση με διάφορους τρόπους ελεγχόμενα και περιορισμένα», απαντά ο κ. Λέκκας και συμπληρώνει: «Εμείς, όμως, στο πλαίσιο της ανάπτυξης και των αυξανόμενων αναγκών που αυτή επιβάλλει -ιδίως ο τουριστικός τομέας και η αγροτική παραγωγή- ανοίξαμε πολύ το κομμάτι της όδευσης του νερού με γεωτρήσεις και άλλες τεχνικές με συνέπεια να αδειάζουμε τον υδροφορέα και να ρίχνουμε διαρκώς τα επίπεδα του νερού. Ο κόσμος και οι αρμόδιοι θεωρούν ότι η παροχή -δηλαδή το κομμάτι των βροχοπτώσεων- είναι που πάσχει. Αυτό είναι λάθος. Πάσχουμε στο θέμα της διαχείρισης του νερού».
“ΚΛΕΙΔΙ” Η ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ
Συνεχίζοντας ο κ. Λέκκας υπογραμμίζει ότι το “κλειδί” για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι κατά σειρά η εξοικονόμηση, η επαναχρησιμοποίηση και τέλος η αποθεματοποίηση νερού. «Στόχος μας πρέπει να είναι να αποτρέψουμε το άδειασμα του υδροφορέα μέσα από την εξοικονόμηση, η οποία συγχρόνως θα επιτρέψει στον υδροφορέα να γεμίζει. Αντίθετα, οι πρακτικές που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα είναι να αποκαλύπτουμε και να καταναλώνουμε και τα τελευταία αποθεματικά κατεβάζοντας τις γεωτρήσεις σε μεγαλύτερο βάθος», αναφέρει ο κ. Λέκκας. Για τον λόγο αυτό υπογραμμίζει πρέπει να ληφθούν ορισμένα μέτρα για να αλλάξει ο τρόπος που μεταχειριζόμαστε το υδάτινο δυναμικό. Ειδικότερα, αυτό που πρέπει να γίνει πρώτα -επισημαίνει- είναι το νερό να χαρακτηριστεί ως αγαθό και να παρέχεται δωρεάν σε συγκεκριμένη ποσότητα για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών των πολιτών, ενώ η υπερβολική κατανάλωση να υπόκειται σε μία αυξανόμενη κλιμακωτή χρέωση. Επίσης, θα μπορούσαν να υπάρξουν ειδικά τιμολόγια για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, με ιδιαίτερα υψηλές χρεώσεις για τις επιχειρήσεις που δεν θα ενταχθούν σε προγράμματα εξοικονόμησης τα οποία θα προτείνει η Πολιτεία. «Η σημασία αυτής της διάστασης είναι τεράστια», τονίζει ο κ. Λέκκας και εξηγεί ότι σύμφωνα με διεθνείς μελέτες έχει αποδειχθεί ότι ένας κάτοικος μιας πόλης καταναλώνει περίπου 100 με 150 λίτρα ημερησίως, ενώ ένας τουρίστας μπορεί να καταναλώνει από 700 με 750 λίτρα νερού ημερησίως λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο του διαχειρίσιμου νερού για την εξυπηρέτησή του στην τουριστική μονάδα. Παράλληλα, επισημαίνει ο κ. Λέκκας, θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες που δίνει ο σύγχρονος εξοπλισμός εξοικονόμησης νερού χρήσης, όπως μειωτήρες ροής νερού, βρύσες με φωτοκύτταρα κ.ά., αλλά και οι δυνατότητες χρηματοδότησης μέσω Ε.Σ.Π.Α. της εγκατάστασης αυτών των εφαρμογών σε επιχειρήσεις και μεγάλες τουριστικές μονάδες.
ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΙΜΟ-ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ
Αντίστοιχα στον τομέα της επαναχρησιμοποίησης η Πολιτεία σε συνεργασία με αρμόδιους φορείς μπορεί να παρέχει την κατάλληλη τεχνογνωσία και υποστήριξη, ενισχύοντας πρακτικές όπως δημιουργία και εγκατάσταση μικρής ή μεγαλύτερης κλίμακας συστημάτων καθαρισμού και επαναχρησιμοποίησης του απορριπτόμενου νερού χρήσης (κυρίως για αρδευτικούς σκοπούς), εκσυγχρονισμό των μονάδων βιολογικού καθαρισμού κ.ά. Τέλος, σε ό,τι αφορά την αποθεματοποίηση μέσω φραγμάτων και λιμνοδεξαμενών ο κ. Λέκκας τονίζει ότι οι πρακτικές αυτές θα πρέπει να υλοποιούνται με κριτήριο την κάλυψη αναγκών περιοχών που εν δυνάμει δεν διαθέτουν πλούσιους υπόγειους υδροφορείς ώστε να καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες τους και εφόσον η πρόβλεψη μέτρων από τους τομείς της εξοικονόμησης και της επαναχρησιμοποίησης δεν θα αποφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. «Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ ότι οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να κινητοποιηθούν και να προχωρήσουν στη συγκρότηση μιας επιστημονικής ομάδας που θα ασχοληθεί με το θέμα του νερού και θα δώσει λύσεις σε βάθος χρόνου. Πρέπει τώρα να γίνει κάτι ώστε να μπούμε σε μια άλλη λογική διαχείρισης που θα απαντήσει στο πρόβλημα ουσιαστικά», επεσήμανε καταλήγοντας ο κ. Λέκκας.