Χρόνια ολόκληρα η ανθρωπότητα προσπαθούσε να βγεί από την Κόλαση και να βρεί την αλήθεια του Παραδείσου. Βρε τι παραμύθια ακούσαμε για Αδάμ και για Εύες, τι ψέματα για μήλα, νεκταρίνια και μούσμουλα, και τι δεν ακούσαμε.
Οι ισλαμιστές ακόμη χειρότερα, ακούσανε για πιλάφια γαρνιρισμένα με ατζέμ, άκουσαν επίσης για παρθένες και για άλλα περίεργα γούστα. Σε καμμία περίπτωση οι Μουσουλμάνοι δεν δέχονταν χρόνια τώρα τις παρθενοραφές και άλλα επιτεύγματα της επιστήμης για να αποφεύγονται τα πανωπροίκια. Όλα καλά και παστρικά μόνον, εκτός από τις παστρικές. Τίμιοι άνθρωποι, πραγματικοί νοικοκυραίοι. Όλα καλά και άγια μέχρις εδώ, ως την μέρα που πήραμε το αυτοκίνητό μας και κινηθήκαμε Νότια της Φλώρινας και εντός του Νομού. Δεν χρειάστηκε να κάνουμε περισσότερο από 13 χιλιόμετρα μέσα από έναν φιδίσιο ασφαλτοστρωμένο δρόμο για να φθάσουμε στην Δροσοπηγή. Μα δεν είναι μόνον Δροσοπηγή, είναι χρυσοπηγή συναισθημάτων, οφθαλμών και ψυχικών διατάσεων. Ένα χωριουδάκι τόσο δα μικρό, με όμορφα σπιτάκια και μια πλατεία χαράς, έκστασης και κορύφωσης. Είναι η πλατεία που σταματούν οι μάταιες επιθυμίες και νοιώθεις πως ναι, έφθασες επιτέλους στον προορισμό σου. Νοιώθεις πως καλά έκαναν οι γονείς σου που σε γέννησαν, υπήρχε λόγος, υπήρχε αποχρών λόγος να υπάρξεις, να αισθανθείς, να αναπνεύσεις και τελικά να κάνεις την διαδρομή. Έφθασες στον σκοπό, αλλά δεν έφθασες στο τέλος, είσαι σε έναν μικρόκοσμο που τελικά είναι μεγάκοσμος.
Εκεί θα συναντήσεις την Αρετή και τον Σταύρο, εκεί θα διαπιστώσεις πως όσο και να ανοίξεις τα μάτια σου, η αίσθηση της όρασης θα είναι πάντα μικρή για να αγγίξεις την ολότητα του συναισθήματος που καλύπτει κάθε τι το ανθρωπίνως δυνατόν. Η όραση στην Δροσοπηγή είναι απλώς μία αίσθηση που συμπληρώνει το τεράστιο του χαμόγελου, της κουβέντας και της επαφής με κάθε τι το ανώτερο. Εκεί η τύχη μας επιφύλαξε και τον αιφνιδιασμό της γνωριμίας με τον Μιχάλη Δέδε, φευγάτο στην Αμερική από τα είκοσί του. Πήγε στην Αμερική, πήγε πέντε φορές στην Αυστραλία για να δεί τις αδερφάδες του αλλά δεν κατάφερε ποτέ να πάει με τα παπούτσια του, αυτά ήταν κολλημένα μονίμως στα σοκάκια της Δροσοπηγής, εκεί όπου γυρίζει κάθε χρόνο για να τα φορέσει και να κάνει τα πραγματικά βήματα ο κάθε Πατριώτης που αναθυμιέται από πού έφυγε, πού πήγε και που γυρίζει να μυρίσει πάντα τα δικά του πλατάνια, τις δικές του φλαμουριές, τις δικές του δρύες και οξιές, τα προσωπικά του ελάτια. Όλοι τα χαίρονται μα ο Μιχάλης έχει το δικό του υποθηκοφυλακείο ιδιοκτησίας στο μέσα μέρος της καρδιάς του. Ούτε καν οι Γερμανοί που ήρθαν ως βάρβαροι και έκαψαν το χωριό δεν μπόρεσαν να αγγίξουν την ιδιοκτησία του Μιχάλη Δέδε.
Τελευταίως έμαθα πως στην πλατεία του χωριού λειτουργεί και ένας νέος αρχαιοελληνικός ναός της γεύσης με νόστιμα εδέσματα της περιοχής, ακόμη και με καλαματιανές συνταγές γουρουνόπουλων, ένεκα προέλευσης του πατρός της Αρετής.
Βρε ό,τι και να κάνουν, εμείς θα ξαναπάμε στον παράδεισο που εγκληματικά αγνοούσαμε μέχρι πρότινος, δεν ψάχνουμε για πλαστικούς παραδείσους, την Δροσοπηγή ψάχναμε και δεν θα μας ξεφύγει δεύτερη φορά, στην Μπελκαμένη θα πάμε, τ ακούτε;